Σ΄αυτό το ιστολόγιο θα διαβάσετε εκτός των άλλων και την ιστορία του χωριού Αραχναίο που βρίσκεται στο Νομό Αργολίδας.



Τετάρτη 27 Απριλίου 2011

94. Η Σφαγή των Εξήντα Ομήρων


Τη νύχτα αυτή έβαλαν μπροστά το τελικό τους σχέδιο για την εκτέλεση και των εξήντα ομήρων. Από τον τόπο που είχαν στρατοπεδεύσει έπαιρναν τους ομήρους κατά μικρές ομάδες 2-3 και τους οδηγούσαν λίγα μέτρα μακρύτερα σε μέρος που δεν φαινόντουσαν λόγω της πυκνής βλάστησης, για να τους κάνουν δήθεν μια μικρή ανάκριση.
Αντί όμως για ανάκριση εκεί που τους πήγαιναν, τους περίμεναν οι δήμιοι στο χείλος του πηγαδιού και δεμένοι όπως ήσαν εκεί χειροπόδαρα με σύρματα και καλώδια, έναν- έναν τους πλησίαζαν και αφού πρώτα έδιναν στον καθένα δύο-τρεις μαχαιριές γύρω από το λαιμό, φαίνεται πως ήσαν καλοί χασάπηδες, γιατί τους έκοβαν αμέσως την καρωτίδα και χωρίς να περιμένουν να ξεψυχήσουν τους πετούσαν μέσα στο ξεροπήγαδο για να πεθάνουν εκεί, ο ένας κοντά στον άλλον, από ακατάσχετη αιμορραγία.
Το αποτρόπαιο έργο τους συνεχίστηκε μέχρι να σφαγούν και οι πενήντα εννέα από τους εξήντα ομήρους και όλους τους έριξαν μέσα στο πηγάδι τον έναν πάνω στον άλλον. Είχαν αφήσει μόνο ζωντανό ακόμα ένα παιδάκι οκτώ χρονών, τον Κωστάκη Μπέλεση του Δημητρίου, τον οποίον έδιωχναν να φύγει, αλλά αυτό τρομοκρατημένο μέσα στην νύχτα έκλαιγε και ζητούσε συνέχεια την μητέρα του που ήδη την είχαν σφάξει και την είχαν ρίξει μέσα στο πηγάδι και τότε για να απαλλαγούν από το παιδάκι αυτό και να μην ακούν τις φωνές του και τα κλάματα του, κατά τις πρωινές ώρες πήραν και αυτό, το έσφαξαν και το πέταξαν μέσα στο πηγάδι.
Η σφαγή ανθρώπων ήταν πια μια ρουτίνα για τους αντάρτες, σαν να μη συνέβαινε τίποτα. Όλες τις σκηνές της σφαγής παρακολουθούσαν από εκεί κοντά κάποιοι Καρβουνιάρηδες που δούλευαν και διανυκτέρευαν στη περιοχή εκείνη και δεν μπορούσαν τη νύχτα εκείνη να απομακρυνθούν επειδή φοβόντουσαν μήπως οι αντάρτες τους αντιληφθούν και ίσως τότε να είχαν και αυτοί την ίδια τύχη με τους Χελιώτες.
Για μεγαλύτερη δε ασφάλεια ανέβηκαν επάνω σε μεγάλα δέντρα και χωρίς να το θέλουν έγιναν μάρτυρες όλης της διαδικασίας της σφαγής. Δεν έβλεπαν γιατί ήταν νύχτα, άκουγαν όμως όλη τη νύχτα τις φωνές και τα βογκητά αυτών που σφάζονταν και για πολλές ώρες μετά αφού οι σφαγείς είχαν τελειώσει το έργο τους, συνέχιζαν να ακούν οιμωγές μέσα από το πηγάδι, χωρίς να τολμήσουν να πλησιάσουν κοντά για να δώσουν κάποια βοήθεια.
Οι ίδιοι αυτοί μάρτυρες, χωρίς να το θέλουν, έλεγαν πως οι οιμωγές ακούγονταν και την άλλη ημέρα της σφαγής, γιατί φαίνεται πως οι μαχαιριές που δεχόντουσαν τα θύματα δεν προκαλούσαν αμέσως τον θάνατο σε όλους και έτσι το μαρτύριο των άτυχων μαρτύρων, συνεχιζόταν μέσα στο πηγάδι για πολλές ώρες και αυτό ήταν το πιο φρικτό από όλα.
Οι αιμοσταγείς δήμιοι αφού τέλειωσαν το μακάβριο έργο της σφαγής και πέταξαν όλα τα θύματα μέσα στο πηγάδι, έκοψαν στη συνέχεια κλαδιά από τους παρακείμενους θάμνους, τα οποία πέταξαν μέσα στο πηγάδι για να καλύψουν τα πτώματα και έπειτα κύλησαν και έριξαν μέσα στο πηγάδι επάνω στα κλαδιά έναν ογκόλιθο που είχαν αποσπάσει από το στόμιο του πηγαδιού, τελειώνοντας έτσι το έργο τους και σφραγίζοντας το πηγάδι για να μη μπορεί κανείς να βγει από εκεί μέσα και ας παρέμενε ζωντανός για αρκετές ώρες.
Όταν το έργο τους τελείωσε και οι αντάρτες αποσύρθηκαν κάπου εκεί κοντά, τότε και οι αθέλητοι μάρτυρες της σφαγής μπόρεσαν να απομακρυνθούν προς την αντίθετη κατεύθυνση και έτσι γλίτωσαν από το μαχαίρι των ανταρτών. Οι αντάρτες παρέμειναν στη περιοχή αυτή για 3-4 ημέρες και γι' αυτό κανένας δεν μπορούσε να πλησιάσει το πηγάδι που ήταν ο τάφος των ομήρων. Αργότερα διαπιστώθηκε πως μέσα στο πηγάδι εκτός από τους εξήντα Χελιώτες, σφάχτηκαν και ρίχτηκαν μέσα και άλλα άτομα από τη Νέα Επίδαυρο που είχαν πιαστεί εκείνες τις ημέρες, αλλά και άλλοι που κατά τύχη βρέθηκαν μπροστά τους, στην πορεία τους για τον τόπο της σφαγής.
Αφού πέρασαν από τότε 2-3 μήνες και οι αντάρτες είχαν φύγει από την περιοχή εκείνη, μερικοί συγγενείς των ομήρων από το Χέλι, πήγαν και αναζήτησαν τον τόπο της σφαγής. Για την περιοχή που έγινε η σφαγή, υπήρχαν σχετικές πληροφορίες, δεν ήταν δε καθόλου δύσκολο να βρεθεί το πηγάδι, γιατί η δυσοσμία που έβγαινε από μέσα ήταν τόσο έντονη, που από πολύ μακριά μπορούσε να επισημανθεί, ήταν όμως αδύνατο να πλησιάσουν εκεί κοντά για να ιδούν με τα μάτια τους τον ομαδικό τάφο των δικών τους ανθρώπων. Μέσα στο πηγάδι έμειναν τα πτώματα για ένα ολόκληρο χρόνο,
Έγινε η απελευθέρωση της χώρας μας, οι κατακτητές έφυγαν, μεσολάβησαν τα Δεκεμβριανά, για μερικούς μήνες ακόμα η ύπαιθρος χώρα ήταν ανταρτοκρατούμενη, η κυκλοφορία των πολιτών δεν ήταν ακόμα ασφαλής και ο καιρός περνούσε, έως ότου παγιωθεί η τάξη και η ασφάλεια και είχαμε φθάσει έτσι στα μέσα του καλοκαιριού οπότε αποφασίστηκε από τους Χελιώτες, να πάνε στην Αγναντα, να παραλάβουν τα πτώματα και να τα μεταφέρουν στο χωριό για την κανονική τους ταφή.