alt

ΣΑΝ ΣΗΜΕΡΑ ΣΤΙΣ 27 ΑΥΓΟΥΣΤΟΥ ΤΟΥ 479 στις Πλαταιές εκατό χιλιάδες Έλληνες υπό τον Σπαρτιάτη στρατηγό Παυσανία συντρίβουν τριακόσιους χιλιαδες Πέρσες υπό τον εβραϊκής καταγωγής στρατηγό Μαρδόνιο.ΤΙΜΗ ΚΑΙ ΔΟΞΑ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΕΛΛΗΝΕΣ ΗΡΩΕΣ ΚΑΙ ΝΤΡΟΠΗ ΓΙΑ ΤΟ ΑΝΘΕΛΛΗΝΙΚΟ ΚΡΑΤΟΣ ΠΟΥ ΔΕΝ ΤΙΜΑ ΤΟΥΣ ΗΡΩΕΣ ΣΤΙΣ ΠΛΑΤΑΙΕΣ!!! ΚΑΝΕΝΑ ΠΡΟΔΟΤΙΚΟ Μ.Μ.Ε ΔΕΝ ΘΑ ΑΝΑΦΕΡΕΙ ΤΗΝ ΜΑΧΗ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ!!ΚΑΝΕΝΑ ΚΟΜΜΑ ΤΗΣ ΡΩΜΙΟΣΥΝΗΣ  ΔΕΝ ΘΑ ΤΙΜΗΣΕΙ ΤΟΥΣ ΕΛΛΗΝΕΣ ΗΡΩΕΣ!!ΚΑΙ ΣΥΝΕΧΙΖΟΥΝ ΠΕΙΣΜΑΤΙΚΑ ΝΑ ΔΗΛΩΝΟΥΝ ΟΛΟΙ ΑΥΤΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ!!Την ίδια μέρα διεξάγεται και η Ναυμαχία της Μυκάλης όπου ο Ελληνικός στόλος καταστρέφει τον Περσικό.
Ο Παυσανίας προχώρησε μπροστά από το στράτευμα. Ο ιερέας έκοψε το λαιμό του κόκκορα. Ο Παυσανίας κοίταξε βόρεια, προς την πλευρά του Ολύμπου, εκεί που ο Ζευ πάντα κυβερνά. "Ζευ, Σωτήρ, Νίκη!" φώναξε με καθαρή φωνή.


Στα 479 π.Χ. έγινε στις Πλαταιές η μεγάλη, ένδοξη για τους Έλληνες μάχη, που στάθηκε η τελευταία των μηδικών πολέμων στην αρχαία Ελλάδα.
Μετά απ' την ήττα του  στη ναυμαχία της Σαλαμίνας, ο Ξέρξης, αφήνοντας το Μαρδόνιο στη Θεσσαλία, έφυγε για την Περσία. Ο Μαρδόνιος προσπάθησε να συνεννοηθεί με τους ΑΘηναίους, προτείνοντάς τους να συμμαχήσουν μαζί του με διάφορα ανταλλάγματα. Οι Αθηναίοι όμως αρνήθηκαν περήφανα κι έτσι ο Μαρδόνιος με τους 300.000 στρατιώτες του στρατοπέδεψε στην κοιλάδα του Ασωπού, κοντά στις Πλαταιές.
Με αρχηγό το Σπαρτιάτη Παυσανία, οι ελληνικές δυνάμεις συγκεντρώθηκαν στην Ελευσίνα (110.000 Έλληνες ή, σύμφωνα μ' άλλους ιστορικούς, μόνο 37.000).
Στην κρισιμότερη στιγμή της μάχης σκοτώθηκε ο Μαρδόνιος και οι Έλληνες, με ορμή, μπήκαν στο στρατόπεδο των Περσών και τους κατάσφαξαν. Απ' τη στρατιά του Μαρδονίου μόνο λίγες χιλιάδες πολεμιστών σώθηκαν.
Κοσμοϊστορική ήταν η σημασία της μάχης των Πλαταιών, γιατί η Ελλάδα ελευθερώθηκε για πάντα απ' την ξένη εισβολή. Από τότε η πόλη των Πλαταιών κηρύχτηκε ιερή και απαραβίαστη και, αφού ξαναχτίστηκε με τη βοήθεια των Αθηναίων, έζησε μέχρι τα χρόνια του πελοποννησιακού πολέμου ειρηνικά και ήσυχα. Οι Πλαταιείς, για την αντρεία που έδειξαν, τιμήθηκαν με βραβείο αντρείας και πήραν και χρηματική αμοιβή 80 τάλαντα. 
ΤΟ ΤΟΠΙΟ ΣΗΜΕΡΑ ΜΠΡΟΣΤΑ ΑΠΟ ΤΟΝ ΑΙΣΩΠΟ ΠΟΤΑΜΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΧΕΔΙΑΓΡΑΜΜΑ ΤΗΣ ΜΑΧΗΣ ΤΩΝ ΠΛΑΤΑΙΩΝ
 
Ο Μαρδόνιος, γαμβρός και εξάδελφος του Ξέρξη, ο καλύτερος στρατηγός των Περσών ,μετά την ναυμαχία της Σαλαμίνος είχε μείνει με πολύ ισχυρές δυνάμεις στη Θεσσαλία και επιχείρησε να καταβάλει τους Έλληνες με τα όπλα και την διπλωματία. Ο χειμώνας του 479 π.Χ. επέβαλε μια διακοπή των επιχειρήσεων. Στο διάστημα αυτό η αντίθεση ανάμεσα στις πόλεις της Πελοποννήσου, που δεν βρίσκονταν κάτω από την άμεση περσική απειλή, και στις πόλεις της Στερεάς έγινε εντονότερη. Αθηναίοι, Μεγαρείς και Αιγινήτες πίεζαν τους Σπαρτιάτες για άμεση στρατιωτική ενέργεια πέρα από τον Ισθμό, για την απελευθέρωση της Κεντρικής Ελλάδος .Οι Αθηναίοι έστειλαν στη Σπάρτη τον Θεμιστοκλή, για να επιτύχει υπόσχεση αμέσου δράσεως. Οι Σπαρτιάτες επεφύλαξαν στον νικητή της Σαλαμίνος εξαιρετικές τιμές, φαίνεται, όμως, ότι δεν έδωσαν θετική απάντηση στα αθηναϊκά αιτήματα. Πολλοί υποθέτουν ότι ο Θεμιστοκλής δεν πέτυχε στην αποστολή του και ότι αυτή η αποτυχία υπήρξε η κυριότερη αιτία του παραμερισμού του. Πράγματι, δεν είναι απολύτως εξακριβωμένο, αν ο Θεμιστοκλή εξελέγη στρατηγός για τον επόμενο χρόνο(479/8 π.Χ.).Γεγονός είναι, πάντως, πως οι Αθηναίοι ανέθεσαν την διοίκηση του στόλου στον Ξάνθιππο, τον πατέρα του Περικλέους, και του στρατού στον Αριστείδη. Ο Βeloch αποκλείει τον παραμερισμό του Θεμιστοκλέους και υποστηρίζει ότι διατήρησε την εύνοια του δήμου αρκετά χρόνια κι ότι ήταν στρατηγός το 479/8 π.Χ. Αλλά και στην σπαρτιατική ηγεσία σημειώθηκαν μεταβολές: Ο Κλεόμβροτος, αντιβασιλεύς και επίτροπος του βασιλέως Πλειστάρχου, του ανήλικου γιου του Λεωνίδα, αρχιστράτηγος των Πελοποννησίων στον Ισθμό, πέθανε λίγο μετά την ναυμαχία της Σαλαμίνος. Στην θέση του τοποθετήθηκε ο Παυσανίας, ο γιος του Κλεομβρότου, που διάλεξε για υπαρχηγό του τον εξάδελφό του Ευρυάνακτα, τον γιο του Δωριέως, άλλου αδελφού του Λεωνίδα. Στην αρχηγία του στόλου των Λακεδαιμονίων ο βασιλεύς Λεωτυχίδης διαδέχτηκε τον Ευρυβιάδη. Ο Μαρδόνιος επιχείρησε με την διπλωματία να διχάσει τους Έλληνες, πριν επιχειρήσει να επιτύχει τους σκοπούς του με τα όπλα. Είτε επειδή γνώριζε τις διαφωνίες των Ελλήνων είτε διότι τις υποπτευόταν, απευθύνθηκε προς τους Αθηναίους, ασφαλώς γιατί έκρινε ότι η δύσκολη θέση, στην οποία βρίσκονταν(η πόλη τους κατεστραμμένη, οι ίδιοι διασκορπισμένοι και αυτοί που είχαν γυρίσει στην Αθήνα εκτεθειμένοι σε μια καινούργια περσική επίθεση),καθώς και τα παράπονα για την αδράνεια των Πελοποννησίων συμμάχων τους θα τους έκαναν πιο ενδοτικούς. Έστειλε, λοιπόν, ο Μαρδόνιος προς τους Αθηναίους τον σύμμαχό του και υποτελή βασιλιά της Μακεδονίας Αλέξανδρο με δελεαστικές προτάσεις: οι Πέρσες θα συγχωρούσαν τους Αθηναίους για τα παλιά τους «σφάλματα», θα τούς παραχωρούσαν μεγάλες εδαφικές εκτάσεις, θα τους αποζημίωναν για τις καταστροφές και θα ξανάχτιζαν τους ναούς που είχαν κάψει, αν δέχονταν να γίνουν σύμμαχοι του Πέρση μονάρχη. Οι Αθηναίοι απέρριψαν με αγανάκτηση τις προτάσεις. Την ίδια μέρα που ο Αλέξανδρος o A' παρουσιάστηκε στην Εκκλησία του Δήμου(μάς τα εξιστορεί ο Ηρόδοτος),ήλθαν και οι πρέσβεις των Σπαρτιατών. Έτσι οι Αθηναίοι άκουσαν διαδοχικά τις προτάσεις του Αλεξάνδρου και τα επιχειρήματα των Σπαρτιατών, που ανησυχούσαν, μήπως οι Αθηναίοι ενδώσουν. Οι Αθηναίοι, , έδωσαν δύο περήφανες απαντήσεις: Στον Αλέξανδρο είπαν:
«Γνωρίζουμε ότι οι Πέρσες έχουν στρατεύματα πολλαπλάσια από τα δικά μας ...; Αλλά, επειδή αγαπούμε υπερβολικά την ελευθερία, θα την υπερασπισθούμε, όσο μπορέσουμε ...; Να διαβιβάσεις, λοιπόν, στον Μαρδόνιο ότι οι Αθηναίοι λένε: όσο ο ήλιος ακολουθεί τον ίσιο δρόμο, που ακολουθεί και τώρα, ποτέ δεν θα κλείσουμε συμμαχία με τον Ξέρξη, αλλά με εμπιστοσύνη στους συμμάχους μας θεούς και τους ήρωες, των οποίων εκείνος χωρίς σεβασμό έκαψε τους ναούς και τα αγάλματα, θα εκστρατεύσουμε εναντίον του και θα τους αποκρούσουμε»

 ΟΙ ΠΕΡΣΕΣ
 Και στους Σπαρτιάτες απάντησαν:
«Δεν υπάρχει στην γη πουθενά τόσο χρυσάφι ούτε χώρα τόσο ανώτερη στην ομορφιά και τον πλούτο, ώστε να τα δεχθούμε και να θελήσουμε μηδίζοντας να υποδουλώσουμε την Ελλάδα .Πολλά και μεγάλα είναι τα αίτια, τα οποία, και να θέλαμε, μάς εμποδίζουν να κάνουμε τέτοια πράξη. Πρώτα από όλα τα αγάλματα και οι πυρπολημένοι και γκρεμισμένοι ναοί των θεών, για τους οποίους ζητούμε εκδίκηση και όχι να συμμαχήσουμε με τον αίτιο αυτής της καταστροφής .Εξ άλλου οι Έλληνες έχουν όλοι το ίδιο αίμα και την ίδια γλώσσα ,κοινούς ναούς και θυσίες, κοινά έθιμα. Να γίνουν οι Αθηναίοι προδότες όλων αυτών δεν είναι σωστό».

Μετά την διπλωματική του αυτή αποτυχία ο Μαρδόνιος κινήθηκε προς την στρατιωτική αναμέτρηση. Έτσι, στο τέλος της άνοιξης του 479 π.Χ. ο Μαρδόνιος με τα καλύτερα στρατεύματά του προχώρησε στην Βοιωτία. Εκεί συμπλήρωσε τις προετοιμασίες ανεφοδιασμού και στρατοπεδεύσεως και ίσως οργάνωσε μια γραμμή υποχωρήσεως, ενώ ένα τμήμα του στρατού, οι προφυλακές του, κατέλαβαν χωρίς μάχη την Αττική. Ο Μαρδόνιος με την κίνηση αυτή απέβλεπε, πιθανότατα, σε δύο αντικειμενικούς σκοπούς: να αναγκάσει με την πίεση αυτή ή τους Αθηναίους να έλθουν σε κάποια συμφωνία μαζί του ή τους Πελοποννησίους να εκστρατεύσουν στην Κεντρική Ελλάδα και να δώσουν μάχη έξω απ' τον Ισθμό. Οι Αθηναίοι ασφαλώς δεν ήταν σε θέση μόνοι να φράξουν τις διαβάσεις του Κιθαιρώνος ή να δώσουν μάχη. Έτσι αναγκάστηκαν να εκκενώσουν για δεύτερη φορά την πόλη και να καταφύγουν και πάλι στη Σαλαμίνα .Η επιχείρηση, πιθανότατα, ήταν εύκολη αυτή τη φορά, γιατί λίγοι Αθηναίοι θα επέστρεψαν στην Αττική, μετά την αποχώρηση του Ξέρξη. Η πόλη ήταν κατεστραμμένη και οι κάτοικοί της δεν είχαν καταλύματα. Η απειλή δεύτερης περσικής εισβολής από την Βοιωτία δημιουργούσε συνθήκες ανασφάλειας. Τα γυναικόπαιδα θα έμεναν ακόμη στην Τροιζήνα, στην Αίγινα και την Ελευσίνα. Ο Μαρδόνιος κατέλαβε την έρημη Αθήνα στις αρχές Ιουνίου. Δεν επέτρεψε, όμως, στον στρατό του να επιδοθεί αμέσως στην καταστροφή των ελαχίστων κτηρίων που έμεναν ακόμη όρθια, αλλά επανέλαβε τις προτάσεις του προς τους Αθηναίους. Απεσταλμένος του ,ο Ελλησπόντιος Μουρυχίδης, ήλθε στην αθηναϊκή βουλή στη Σαλαμίνα, αλλά εκείνη δεν δέχτηκε να τον παρουσιάσει στην Εκκλησία. Ο Ηρόδοτος προσθέτει ότι ένας βουλευτής,  ο Λυκίδης, που εξέφρασε την αντίθετη γνώμη, λιθοβολήθηκε, καθώς και η γυναίκα του και τα παιδιά του. Κάτω από τις συνθήκες αυτές ήταν φυσικό να επείγονται οι Αθηναίοι να απελευθερωθεί η χώρα τους με άμεση πολεμική δράση. Αντίθετα, γενικά οι Σπαρτιάτες και γενικά οι Πελοποννήσιοι φαίνονταν προσεκτικοί.

Πόλη
Οπλίτες
Πόλη
Οπλίτες
Πόλη
Οπλίτες
Σπάρτη
10000
Αθήνα
8000
Κόρινθος
5000
Μέγαρα
3000
Σικυώνα
3000
Τεγέα
1500
Φλειούς
1000
Τροιζήνα
1000
Ανακτόριο +
Λευκάδα
800
Επίδαυρος
800
Ορχομενός
Αρκαδία
600
Ερέτρια +
Στυραιά
600
Πλαταιές
600
Αίγινα
500
Αμβρακία
500
Χαλκιδική
400
Μυκήνες +
Τίρυνθα
400
Ερμιόνη
300
Ποτίδαια
300
Κεφαλονιά
200
Λέπρεον
200
       
Σύνολο
38.700 

Σύμφωνα με τον Ηρόδοτο, οι συνολικές δυνάμεις των Ελλήνων ανέρχονταν στους 69.500 ελαφρά οπλισμένους στρατιώτες - 35.000 είλωτες,[39] και 34.500 στρατιώτες από την υπόλοιπη Ελλάδα.[39] Ο αριθμός των 34.500 ανδρών προτάθηκε για να εκπροσωπήσει τον ελληνικό στρατό χωρίς τους Σπαρτιάτες οπλίτες (38.700 άνδρες) και των 800 Αθηναίων τοξοτών.[40] Επίσης, ο Ηρόδοτος λέει πώς στη μάχη ήταν επίσης και 1.800 Θεσπιείς (χωρίς εξοπλισμό), και με αυτούς οι συνολικές δυνάμεις ανέρχονταν στους 110.000 άνδρες.[41]
Ο αριθμός των οπλιτών θεωρείται ως λογικός (και πιθανός) - οι Αθηναίοι είχαν 10.000 οπλίτες στη Μάχη του Μαραθώνα.[30] Μερικοί ιστορικοί θεωρούν πώς ο αριθμός των ελληνικών στρατευμάτων είναι λογικός και τον χρησιμοποίησαν ως απογραφή του τότε ελληνικού πληθυσμού. Σίγουρα, αυτοί οι αριθμοί μπορούν να θεωρηθούν λογικοί. Η Αθήνα, για παράδειγμα, είχε χρησιμοποιήσει 180 τριήρεις στη ναυμαχία στη Σαλαμίνα,[42] και 36.000 κωπηλάτες.[43] Έτσι, ο αριθμός των 69.500 στρατιωτών μπορεί να θεωρηθεί πιθανός για τη μάχη των Πλαταιών. Παρόλο αυτά, μπορεί να θεωρηθεί και λάθος, λόγω του ότι 1 Σπαρτιάτες ισοδυναμούσε με 7 είλωτες.[30] Για παράδειγμα, ο Λαζένμπυ αποδέχεται πώς οι οπλίτες από τις άλλες ελληνικές πόλεις συνοδευόταν από ένα, ελαφρά οπλισμένο, υπηρέτη για τον καθένα, αλλά δεν αποδέχεται τον αριθμό των 7 ειλώτων για 1 Σπαρτιάτη.[44] Επίσης θεωρεί, πώς κάθε Σπαρτιάτης συνοδευόταν από ένα οπλισμένο είλωτα, ενώ οι υπόλοιποι βοηθούσαν στη μεταφορά πολεμοφοδίων για τον στρατό.[44] Και ο Λαζένμπυ και ο Χόλλαντ θεωρούν πώς οι ελαφρά οπλισμένοι στρατιώτες, παρά τον αριθμό τους, είχαν παίξει καθοριστικό ρόλο στη μάχη.[44][45]
Ένα μέρος του δυναμικού των Συμμάχων χρειαζόταν για την επάνδρωση του στόλου, ο οποίος αριθμούσε 110 τριήρεις, και συνεπώς 22.000 άνδρες.[46] Το γεγονός ότι η μάχη στη Μυκάλη έγινε σχεδόν ταυτόχρονα με αυτή των Πλαταιών, μειώνει τις πιθανότητες συγκέντρωσης 110.000 Ελλήνων πολεμιστών στις Πλαταιές.[47]
Τη διοίκηση του ελληνικού στρατού, μετά από απόφαση του Συμμαχικού συνεδρίου, ανέλαβε ο Παυσανίας. Ο Παυσανίας ήταν αντιβασιλέας για τον νεαρό γιο του Λεωνίδα, Πλείσταρχο, τον ξάδερφο του. Ο Διόδωρος μας λέει πώς αρχηγός των Αθηναίων ήταν ο Αριστείδης (είναι πιθανόν πώς κάθε πόλη-κράτος είχε τον ηγέτη της).[48] Ο Ηρόδοτος καταγράφει πώς παρά το γεγονός ότι είχε την ηγεσία του ελληνικού στρατού, ο Παυσανίας δεν είχε το δικαίωμα να δίνει διαταγές σε όλα τα ελληνικά σώματα.[33][37] Αυτό το σύστημα ηγεσίας συνέβαλε στην εξέλιξη των γεγονότων της μάχης στις Πλαταιές.[49]

Πέρσες

Σύμφωνα με τον Ηρόδοτο, οι Πέρσες είχαν στη κατοχή τους 300.000 άνδρες (μόνο Πέρσες) και είχαν λάβει τη βοήθεια μερικών ελληνικών πόλεων-κρατών, όπως η Θήβα, οι οποίες πήραν το μέρος των Περσών [50] και των οποίων ο Ηρόδοτος υπολογίζει το στράτευμα σε 50.000 άνδρες. [50]
Ο Κτησίας, ο οποίος έγραψε την ιστορία της Περσίας βασισμένος σε περσικά αρχεία, καταγράφει πώς οι δυνάμεις των Περσών ανέρχονταν στους 120.000 Πέρσες και 7.000 Έλληνες συμμάχους τους, αλλά η θεωρία του ήταν αλλοιωμένη.[51]
Ο αριθμός των 300.000 στρατιωτών του Ηρόδοτου αμφισβητήθηκε από αρκετούς σύγχρονους ιστορικούς, οι οποίοι θεωρούν πώς οι περσικές δυνάμεις ανέρχονταν στους 250.000 στρατιώτες.[52]Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις τους, ο αριθμός των 300.000 Περσών στις Πλαταιές θεωρείται απίθανος. Οι περισσότεροι ιστορικοί θεωρούν πώς οι περσικές δυνάμεις ανέρχονταν από τους 70.000 μέχρι τους 120.000 στρατιώτες.[45] Ο ιστορικός Λάζενμπυ, για παράδειγμα, θεωρεί πώς οι Πέρσες είχαν 70.000 στρατιώτες και 10.000 ιππείς.[44] Εν τω μεταξύ, ο Κόννολι (αγγ. Connolly) απορρίπτει τον αριθμό των 120.000 στρατιωτών.[53] Πράγματι, οι περισσότερες εκτιμήσεις αποπίπτουν αυτό τον αριθμό.[54][55][56] Ο Ντέλμπριουκ (γερ. Delbrόck), θεωρεί πώς οι Πέρσες είχαν στη κατοχή τους 75.000 άνδρες.[56]


Οι σύμμαχοι της Σπάρτης έγιναν πιεστικοί: απεσταλμένοι από την Αθήνα, τα Μέγαρα και τις Πλαταιές απαιτούσαν την άμεση εκστρατεία πέρα από τον Ισθμό για την απελευθέρωση της Αττικής και απειλούσαν ότι, σε αντίθετη περίπτωση, θα δέχονταν τις περσικές προτάσεις. Οι Σπαρτιάτες, με την πρόφαση της εορτής των Υακινθίων, ανέβαλαν την απάντησή τους για 10 ημέρες. Ο Ηρόδοτος αναφέρει ότι οι Σπαρτιάτες είχαν σχεδόν ολοκληρώσει την οχύρωση του Ισθμού, αισθάνονταν ασφάλεια και πίστευαν ότι δεν είχαν πια ανάγκη των Αθηναίων. Τέλος, με την επέμβαση του Χίλεου του Τεγεάτη, ο οποίος τόνισε τους κινδύνους που θα διέτρεχαν οι Πελοποννήσιοι, αν οι Αθηναίοι δέχονταν τις περσικές προτάσεις, οι Σπαρτιάτες διέταξαν τον Παυσανία να περάσει τον Ισθμό και να διώξει τους Πέρσες από την Κεντρική Ελλάδα. Την επομένη, δεκάτη ημέρα, όταν η αθηναϊκή αντιπροσωπεία επανέλαβε τις επικρίσεις και τις προειδοποιήσεις για τις συνέπειες της αδράνειας της Σπάρτης, άκουσαν, κατά τον Ηρόδοτο, έκπληκτοι από τους εφόρους, ότι τα σπαρτιατικά στρατεύματα πρέπει να είχαν ήδη φτάσει στο Ορέστειον της Αρκαδίας. Ο Μαρδόνιος, όταν έμαθε τις κινήσεις του Παυσανία, εγκατέλειψε την Αττική και συμπτύχτηκε στη Θήβα. Πριν εκκενώσει την Αθήνα, συμπλήρωσε την καταστροφή της. Πυρπόλησε, αναφέρει ο Ηρόδοτος, γκρέμισε και σκέπασε με χώμα ό, τι είχε απομείνει όρθιο. Ύστερα έστειλε το ιππικό του κι ένα σώμα στρατού να επιτεθεί εναντίον 1.000 Σπαρτιατών, που είχαν σταθμεύσει στα Μέγαρα ως προφυλακή. Όταν, όμως, έμαθε ότι ολόκληρος ο σπαρτιατικός στρατός ήταν στον Ισθμό, εγκατέλειψε την επιχείρηση εναντίον των Μεγάρων .Η επιχείρηση αυτή πρέπει να ήταν μάλλον κίνηση αναγνωρίσεως ή καλύψεως της υποχωρήσεως. Ο Ηρόδοτος εξηγεί τα αίτια της υποχωρήσεως των Περσών από την Αττική :η χώρα ήταν ακατάλληλη για το ιππικό και σε περίπτωση ήττας ο στρατός τους κινδύνευε να αποκοπεί. Αντίθετα, η Θήβα και φιλική ήταν και είχε πεδιάδα κατάλληλη για το ιππικό τους. Για την υποχώρησή του από την Αττική στη Βοιωτία ο Μαρδόνιος διάλεξε τον ανατολικότερο από τους τρεις δρόμους: εκείνον που περνά από την Δεκέλεια(Τατόι),από μια διάβαση της Πάρνηθος και από την Τανάγρα. Αλλά πιο κατάλληλος δρόμος για την υποχώρηση ήταν ο δρόμος του Κιθαιρώνος από τη διάβαση Δρυός Κεφαλαί (πιθανότατα το σημερινό πέρασμα του Γυφτόκαστρου).

ΚΑΣΤΡΟ ΣΤΙΣ ΕΛΕΥΘΕΡΕΣ- ΤΟ ΠΙΘΑΝΟ ΠΕΡΑΣΜΑ «ΔΡΥΟΣ ΚΕΦΑΛΕΣ»

Είναι βέβαιο ότι ο Μαρδόνιος δεν υπερασπίστηκε τον Κιθαιρώνα. Δεν περίμενε, δηλαδή, από την άλλη πλευρά του βουνού, την βόρεια, για να επιτεθεί εναντίον της ελληνικής φάλαγγας, όταν θα έβγαινε από τις διαβάσεις-όπως επιβάλλει η στρατιωτική τακτική. Ο αντικειμενικός σκοπός του δεν ήταν να εμποδίσει τους Έλληνες να κατεβούν στην βοιωτική πεδιάδα, αλλά αντίθετα να τους προσελκύσει εκεί.
 
Εν τω μεταξύ, ο στρατός του Παυσανία ενισχύθηκε στο πέρασμά του από την Μεγαρίδα με 3.000 Μεγαρείς οπλίτες και ενώθηκε στην Ελευσίνα με τον αθηναϊκό στρατό, που διαπεραιώθηκε από την Σαλαμίνα(8.000 Αθηναίοι και 600 Πλαταιείς οπλίτες).Ο ελληνικός στρατός δεν διέθετε ιππικό και η έλλειψη αυτή θα κάνει άνισο τον αγώνα του με τον στρατό του Μαρδονίου. Οι Έλληνες έφτασαν μετά τον περσικό στρατό στην Βοιωτία. Ο Ηρόδοτος δεν δίνει καμιά πληροφορία για την διάβαση του Κιθαιρώνος, περιορίζεται μόνο να αναφέρει ότι κατέληξαν στις Ερυθρές. Αλλά η θέση της πόλεως αυτής δεν είναι γνωστή. Φαίνεται ότι βρισκόταν στη βόρεια έξοδο του Γυφτόκαστρου(κοντά στο σημερινό Κριεκούκι).Από το στενό του Γυφτόκαστρου πρέπει να πέρασε ο Παυσανίας στην Βοιωτία κι από κει να ανέπτυξε τον στρατό του κατά μήκος των υπωρειών του Κιθαιρώνος, απέναντι από τις εχθρικές θέσεις. Ο Ασωπός ποταμός διασχίζει τη βοιωτική πεδιάδα από τα δυτικά προς τα ανατολικά, σχεδόν παράλληλα προς τον Κιθαιρώνα, και την χωρίζει σε δύο τμήματα, ένα νότιο που περιλαμβάνει την ζώνη ως τον Κιθαιρώνα, η οποία διακόπτεται από λόφους και χαράδρες και δεν είναι κατάλληλη για το ιππικό, και ένα βόρειο τμήμα που εκτείνεται ως την Θήβα και αποτελεί εκτεταμένη πεδιάδα, κατάλληλη για το ιππικό. Αντικειμενικός σκοπός του Μαρδονίου ήταν να δοθεί η μάχη σ'αυτή την πεδιάδα. Ασφαλώς ο περσικός στρατός βρισκόταν στα βόρεια του Ασωπού, όταν οι Έλληνες κατέλαβαν την πρώτη τους θέση. Το σύνολο των ελιγμών και των μετακινήσεων του ελληνικού στρατού, ως την στιγμή που δόθηκε η μάχη, πρέπει να είχε τον αντίθετο αντικειμενικό σκοπό: να αναγκάσει τον Μαρδόνιο να επιτεθεί στον χώρο νοτίως του Ασωπού ποταμού και ιδιαίτερα στο ορεινό έδαφος

ΟΙ ΠΛΑΤΑΙΕΣ ΣΗΜΕΡΑ ΜΕΡΟΣ ΤΗΣ ΑΡΧΑΙΑΣ ΠΟΛΕΩΣ

των υπωρειών του Κιθαιρώνος, σε έδαφος, δηλαδή, τελείως ακατάλληλο για το περσικό ιππικό. Όταν οι Έλληνες πέρασαν τον Κιθαιρώνα, οι Πέρσες είχαν ήδη οργανώσει τις θέσεις τους. Ο Μαρδόνιος είχε τοποθετήσει προφυλακές σε μια γραμμή που εκτεινόταν βορείως των Ερυθρών και των Πλαταιών, ενώ το κύριο σώμα του στρατού στρατοπέδευε στην βόρεια όχθη του Ασωπού, σε απόσταση 8 χιλιομέτρων από την Θήβα. Στην παράταξη αυτή οι Πέρσες κατείχαν την αριστερή πτέρυγα, οι «μηδίζοντες Έλληνες» την δεξιά και τα άλλα ασιατικά έθνη το κέντρο. Ο Μαρδόνιος κατασκεύασε πίσω από το μέτωπο αυτό ένα περιχαρακωμένο στρατόπεδο μήκους δέκα σταδίων-πιθανότατα τετράγωνο με ξύλινα τείχη και πύργους.


ΤΟ ΠΕΔΙΟ ΤΗΣ ΜΑΧΗΣ ΣΕ ΠΑΛΑΙΑ ΓΚΡΑΒΟΥΡΑ ΤΟΥ 19ου  ΑΙΩΝΑ

Το στρατόπεδο αυτό βρισκόταν στο Σκώλο, τοποθεσία που δεν έχει με ακρίβεια ταυτισθεί, αλλά που ανήκε στην εδαφική επικράτεια της Θήβας. Είναι γενικά δεκτό ότι το περιχαρακωμένο στρατόπεδο κατασκευάστηκε, για να καταφύγει εκεί ο περσικός στρατός σε περίπτωση ήττας. Και πράγματι, μετά την ήττα και τον θάνατο του Μαρδονίου ,εκεί συγκεντρώθηκαν οι Πέρσες. Αλλά ο Μαρδόνιος θα έπρεπε να γνωρίζει ότι ελάχιστη ασφάλεια μπορούσε να εξασφαλίσει ένα τέτοιο στρατόπεδο, αφού, σε περίπτωση πολιορκίας, θα ήταν αναγκασμένο στην καλύτερη περίπτωση να παραδοθεί μέσα σε λίγες μέρες από έλλειψη τροφίμων και νερού. Φαίνεται ότι μάλλον προοριζόταν να χρησιμεύσει ως χαράκωμα, από το οποίο οι τοξότες θα έριχναν στην πεδιάδα τα βέλη τους, απρόσβλητοι από την ελληνική φάλαγγα των οπλιτών .
Ο Μαρδόνιος, αφού κατέλαβε αυτές τις θέσεις, άφησε για λίγο ανενόχλητους τους Έλληνες, πιθανότατα με την ελπίδα ότι θα περνούσαν τον Ασωπό, για να του επιτεθούν στην ανοιχτή πεδιάδα, όπου πλεονεκτούσε χάρη στο ισχυρό ιππικό. Οι Έλληνες στρατοπέδευσαν νοτίως του Ασωπού, στις κατώτερες υπώρειες του Κιθαιρώνος: οι Σπαρτιάτες τοποθετήθηκαν στην δεξιά πτέρυγα, οι άλλοι Έλληνες, που αποτελούσαν το κέντρο της παρατάξεως, στις Ερυθρές και οι Αθηναίοι, που αποτελούσαν την αριστερή πτέρυγα, στις Υσιές. Εμπρός στο ελληνικό μέτωπο εκτεινόταν μια πεδιάδα με λοφίσκους και χαράδρες ως τον Κιθαιρώνα. Πίσω από τον ελληνικό στρατό βρισκόταν το πέρασμα των Δρυός Κεφαλών, από όπου γινόταν ο ανεφοδιασμός τους. Καθώς οι Έλληνες δεν κινήθηκαν να κατεβούν στην πεδιάδα, ο Μαρδόνιος έστειλε εναντίον τους όλο το ιππικό του υπό την αρχηγία του Μασιστίου. Το περσικό ιππικό δεν εφήρμοσε την συνηθισμένη τακτική, αλλά επιτέθηκε κατά μέτωπο εναντίον των Ελλήνων οπλιτών. Μένει άγνωστο σε τι απέβλεπε ο Μαρδόνιος με αυτή την επίθεση ,που ασφαλώς ,όπως την περιγράφει ο Ηρόδοτος, ξεπερνά τα πλαίσια μιας επιχειρήσεως ακροβολισμού ή ανιχνεύσεως. Ίσως ήταν μια απόπειρα εξακριβώσεως των δυνατοτήτων του ιππικού του στο έδαφος αυτό εναντίον της οπλιτικής φάλαγγας.
  Αποτέλεσμα εικόνας για Η ΕΠΙΘΕΣΗ ΤΟΥ ΜΑΣΙΣΤΙΟΥ

Η ΕΠΙΘΕΣΗ ΤΟΥ ΜΑΣΙΣΤΙΟΥ

 Ίσως πάλι σκόπευε να παρασύρει τους Έλληνες σε έδαφος πιο κατάλληλο γενικά για τον περσικό στρατό. Στο ελληνικό κέντρο οι Μεγαρείς ήταν, κατά τον Ηρόδοτο, τοποθετημένοι σε ακατάλληλο έδαφος για την άμυνα. Έτσι αναγκάστηκαν να ζητήσουν ενισχύσεις απ'τον Παυσανία .Ο αρχιστράτηγος κάλεσε εθελοντές από τους άλλους Έλληνες, αλλά παρουσιάστηκαν μόνο Αθηναίοι(300 επίλεκτοι οπλίτες και τοξότες).Στην συμπλοκή που ακολούθησε οι Αθηναίοι εξόντωσαν τον αρχηγό του περσικού ιππικού Μασίστιο. Η συμπλοκή γενικεύτηκε και μόνο όταν έφτασε στο πεδίο το κύριο σώμα των Ελλήνων, αποσύρθηκε το περσικό ιππικό. Έτσι η συμπλοκή έληξε μάλλον με νίκη των Ελλήνων. Στην διήγηση του Ηροδότου παρουσιάζονται οι Αθηναίοι να σπεύδουν εθελοντικά στην συμπλοκή, ενώ οι άλλοι Έλληνες αρνήθηκαν. Φυσικό είναι να υποθέσει κανείς ότι οι Αθηναίοι έτρεξαν να βοηθήσουν τους Μεγαρείς, γιατί βρίσκονταν πιο κοντά τους και γιατί διέθεταν τοξότες. Η μάχη φαίνεται να κρίθηκε περισσότερο από την υπεροχή των Ελλήνων οπλιτών σε ορεινό έδαφος.