Σ΄αυτό το ιστολόγιο θα διαβάσετε εκτός των άλλων και την ιστορία του χωριού Αραχναίο που βρίσκεται στο Νομό Αργολίδας.



Τρίτη 31 Αυγούστου 2021

Λύκος – Χελιώτης Γιωργάκης (Λυκογιώργης)

(Χέλι Αργολίδας 1780 – Κόρινθος 1849)

Προεπαναστατικός ένοπλος, καπετάνιος του Αγώνα, Αξιωματικός της Οθωνικής περιόδου

Palikare – Théodore Leblanc – 1833-4

Ο Γιώργος Λύκος-Χελιώτης γεννήθηκε στο χωριό Χέλι (σημερινό Αραχναίο) στα σύνορα με τον σημερινό νομό Κορινθίας. Από νεαρός ανέπτυξε αξιοσημείωτη δράση ως κλέφτης και κάπος (Αρχηγός- Καπετάνιος)  κατά την προεπαναστατική περίοδο. Το 1805, όταν έλαβε χώρα στην Πελοπόννησο ο μεγάλος διωγμός των κλεφτών, ο Λύκος ήταν μεταξύ εκείνων που διέφυγαν μετακινούμενος αρχικά στη νότια Πελοπόννησο, στη συνέχεια στο νησί των Κυθήρων και μετά από μία σύντομη παραμονή εκεί κατέληξε (μαζί με τον Θεόδωρο Κολοκοτρώνη, τον Νικήτα Σταματελόπουλο, το Γιαννάκη Δαγρέ, τον Παναγιώτη Κεφάλα κ.ά.) στα Επτάνησα (18 Μαρτίου 1805). Εκεί, υπηρέτησε ως στρατιωτικός, μισθοφόρος τη ρωσική διοίκηση και μετά την αποχώρηση των τελευταίων εντάχθηκε – μαζί με τον Θ. Κολοκοτρώνη- στο ελληνικό τάγμα που είχαν οργανώσει οι Άγγλοι.

Παραμονές της εκδήλωσης της Ελληνικής Επανάστασης επέστρεψε στην Πελοπόννησο και πρωταγωνίστησε στην έναρξη της επανάστασης στην Αργολίδα (24 Μαρτίου) όταν οι επαναστατικές αρχές κατέλαβαν την πόλη και ανάγκασαν τους μουσουλμάνους κατοίκους της να καταφύγουν στο Ναύπλιο. Στις 27 Μαρτίου συμμετείχε επικεφαλής σώματος 90 ενόπλων, συγγενών και συντοπιτών του, στην πολιορκία της Ακροκορίνθου μαζί με τα σώματα του Αναγνώστη και Νικόλαου Πετμεζά και άλλων ντόπιων καπετάνιων. Στις 23 Απριλίου, ωστόσο, υποχρεώθηκε να εγκαταλείψει την περιοχή αδυνατώντας να αντιμετωπίσει τις δυνάμεις του Μουσταφά Μπέη, κεχαγιάμπεη του μορα Βαλεσί Χουρσίτ Πασά ο οποίος κατέφθασε με ισχυρές δυνάμεις και διέλυσε την πολιορκία της Ακροκορίνθου. Ο Χελιώτης, προτού εγκαταλείψει την Κόρινθο έκαψε -με εντολή του Γρηγορίου Παπαφλέσσα- την πολυτελή οικία του Κιαμήλ Μπέη και άλλων μουσουλμάνων της πόλης. Στο αμέσως επόμενο διάστημα δραστηριοποιήθηκε στην πολιορκία του Ναυπλίου και τέλη Μαΐου απέκρουσε με επιτυχία στον πύργο στο οικισμό Κατόγλι ισχυρή οθωμανική πεζική και ιππική δύναμη Οθωμανών με τρία κανόνια που είχαν εξέλθει από το Ναύπλιο για να συλλέξουν γεννήματα, και τους ανάγκασε να τα αφήσουν και να επανέλθουν στην πόλη. Στη συνέχεια συμμετείχε στις επιχειρήσεις για την άλωση της Τριπολιτσάς (23 Σεπτεμβρίου 1821).

Τον Μάρτιο του επόμενου χρόνου (1822) εκστράτευσε με τον Νικηταρά Σταματελόπουλο και άλλους καπετάνιους στην ανατολική Στερεά για να συνδράμει τις ρουμελιώτικες δυνάμεις υπό τον Οδυσσέα Ανδρούτσο στην προσπάθειά τους να ανακόψουν την πορεία του νέου μόρα βαλεσί Μαχμούτ Πασά Δράμαλη προς την Πελοπόννησο και βρισκόταν ήδη στην Υπάτη (Πατρατζίκι). Την 1Π Απριλίου πολέμησε με τον Νικηταρά στη νικηφόρα για τους επαναστάτες μάχη της Στυλίδας.

Επέστρεψε στην Πελοπόννησο και πολέμησε στις 22 και 23 Ιουλίου στην Αργολίδα με τις δυνάμεις του Δράμαλη, ενώ πέντε ημέρες αργότερα (28 Ιουλίου) συμμετείχε στη μεγάλη μάχη στο Αγιονόρι της Κορινθίας με τα σώματα του Πετρόμπεη Μαυρομιχάλη, του Δημήτριου Υψηλάντη και του Νικηταρά Σταματελόπουλου όπου καταστραφηκε η στρατιά του Δράμαλη. Συνεχίζοντας την πολεμική δράση του ο Χελιώτης συγκρούστηκε στις 12 Αυγούστου στο Βασιλικό Κορινθίας (μαζί με τα σώματα του Γενναίου Κολοκοτρώνη, του Δημητράκη Πλαπούτα του Παναγιώτη Γιατράκου και των Πετμεζαίων), αναγκάζοντας τα υπολείμματα της στρατιάς του Δράμαλη που επιχειρούσαν να διαφύγουν προς τη Βοστίτσα να επιστρέψουν στην Κόρινθο. Τέλος στις 28 Νοεμβρίου 1822 πολέμησε στην Κουρτέσα Κορινθίας (μαζί με τα σώματα του Νικηταρά, του Δημήτρη Τσώκρη, του παπα-Αρσένη Κρέστα, του Χατζη- Χρηστου Βούλγαρη κ.ά) εναντίον των δυνάμεων του Ντελη Αχμέτ Μπέη. Στη νικηφόρα για τους Έλληνες μάχη σκοτώθηκε ο ιερωμένος-καπετάνιος Αρσένιος Κρέστας, στρατιωτικός αρχηγός της Αργολίδας.

Troupe de palikares à Corinthe_Théodore Leblanc _1833-4

Η στρατιωτική δράση του Χελιώτη συνεχίστηκε και στα επόμενα τρία χρόνια. Διακρίθηκε:

  •       Στη νικηφόρα για τους επαναστάτες μάχη της Ακράτας (6-8 Ιανουαρίου 1823) επικεφαλής Κορινθίων
  •       Στη δεύτερη πολιορκία της Ακροκορίνθου. Μετά την παράδοση του κάστρου στον Θεόδωρο Κολοκοτρώνης (19 Οκτωβρίου 1823) τοποθετήθηκε φρούραρχος του.
  •       Στην υπεράσπιση των νησιών της Ύδρας και των Σπετσών. Τον Ιούλιο του 1824, πήγε με το σώμα του και τα σώματα άλλων καπετάνιων 
  •       Στις επιχειρήσεις των Πατρών (Οκτώβριος του 1824) 
  •       Στις 3 Ιουλίου 1825 στη νικηφόρα για τους επαναστάτες μάχη της Αλωνίσταινας (3 Ιουλίου 1825) υπό τη γενική αρχηγία του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη εναντίον των αιγυπτιακών δυνάμεων του Ιμπραήμ Πασά.

Τον Ιούλιο του 1826, όταν ο Γεώργιος Καραϊσκάκης ανέλαβε αρχιστράτηγος της ανατολικής Στερεάς, ο Χελιώτης βρέθηκε εξαρχής στο μέτωπο της Αττικής και της Μεγαρίδας και διακρίθηκε ιδιαίτερα στις 6 Αυγούστου στη μάχη του Χαϊδαρίου αντιμετωπίζοντας με επιτυχία ισχυρό ιππικό σώμα. Στις 9 Αυγούστου συνόδευσε τον Καραϊσκάκη μαζί με τον γραμματέα του Δημήτριο Χρηστίδη και τον υδραίο πλοίαρχο Ανδρέα Γιαννίτση στο πλοίο του γάλλου ναυάρχου Henri de Rigny, όπου συναντήθηκαν και συνομίλησαν με τον Κιουταχή, τον Ομέρ Πασά της Καρύστου και άλλους οθωμανούς αξιωματούχους.

Στις 23 Αυγούστου ανελαβε επικεφαλής 1200 να φέρει σε πέρας καταδρομική επιχείρηση στα Σκούρτα με στόχο τη λαφυραγωγία και την καταστροφή των γενικών αποθηκών των Οθωμανών. 

Τον επόμενο χρόνο, στις 20 Φεβρουαρίου 1827, επέδειξε εξαιρετικό θάρρος και πολεμικές δεξιότητες στη στους Τρεις Πύργους, στις εκβολές του Ιλισσού. Εκεί, μαζί με άνδρες του Τακτικού Σώματος υπό τον Χαράλαμπο Ιγγλέση και άλλα σώματα αντιμετώπισε με επιτυχία και προκάλεσαν μεγάλες απώλειες στις δυνάμεις του Κιουταχή. 

Ο Μακρυγιάννης αναφερόμενος στη σχετική μάχη εξάρει τη συμμετοχή του Χελιώτη: «Σκοτώθηκαν καί πληγώθηκαν όλο τ’ άνθος τών Τούρκων περίπου από χίλιους διακόσιους. […] Όλοι οι Έλληνες εκεί μέσα πολέμησαν ως λιοντάρια, κ’ εμείς από τά πλευρά τούς βαστάξαμεν ανοιχτόν τόν δρόμον τής θάλασσας καί τίς πλάτες τους. Λαμπρύνεται εκεί μέσα ο Γιώργης Σκουρτανιώτης, ο Σπύρος Δοντάς Αθηναίος, ο Σωτηρόπουλος, ο Χελιώτης πολέμησαν αντρείως. Η πατρίς τούς χρωστάγει χάριτες ολουνών όσων ήταν μέσα.»

Δευτέρα 2 Αυγούστου 2021

Η αρχαία Αθήνα

Η άνθηση του δυτικού πολιτισμού άρχισε πριν από 2.500 χρόνια στην Αττική, σ' ένα μικρό ελληνικό κράτος, και ιδιαίτερα στην πρωτεύουσά του την Αθήνα. Όμως στις αρχές του 5ου αιώνα π.Χ. η Αθήνα σχεδόν αφανίστηκε. Η Ακρόπολη, ένα από τα πιο διάσημα ιστορικά αξιοθέατα του κόσμου, στους αρχαίους χρόνους ήταν το θρησκευτικό και πολιτικό κέντρο της πόλης. Αλλά το 480 π.Χ. τα κτίρια της Ακρόπολης κάηκαν ολοσχερώς. Η Αθήνα κατακλύστηκε από ένα στρατό περίπου 300.000 χιλιάδων Περσών, που εισέβαλε στην πόλη, υπό την ηγεσία του τρομερού και επιφανή βασιλιά Ξέρξη Α'.

 Οι Αθηναίοι εγκατέλειψαν την πόλη και οι Πέρσες την κατέλαβαν. Φαινόταν ότι αυτό θα ήταν το τέλος της Αθήνας, αλλά μέσα στα επόμενα 50 χρόνια η πόλη αναδείχθηκε ως η πολιτιστική πρωτεύουσα ολόκληρου του ελληνικού κόσμου, και η κοιτίδα της σύγχρονης δυτικής επιστήμης και φιλοσοφίας. Η Ακρόπολη ανοικοδομήθηκε εκ βάθρων με μεγαλοπρέπεια. Μέχρι το 430 π.Χ. την κοσμούσαν τα ωραιότερα μνημεία του κόσμου, με πιο σημαντικό τον Παρθενώνα, το ναό της Αθηνάς παρθένου. Πώς αναβίωσε η Αθήνα από τις στάχτες και έγινε μια από τις μεγαλύτερες πόλεις στους αρχαίους χρόνους; Ποιοι ήταν οι ηγέτες, οι αρχιτέκτονες και οι καλλιτέχνες που την έκαναν μοναδική στην ιστορία;

Ο ΧΡΥΣΟΣ ΑΙΩΝΑΣ

Μετά την αποχώρηση των Περσών από την Αθήνα, ένας ηγέτης που έζησε το 460 π.Χ. θα έκανε την πόλη πολιτιστική και στρατιωτική δύναμη στον ελληνικό κόσμο. Αυτός ήταν ο Περικλής, και δεν έκανε μόνο δημοκρατικές μεταρρυθμίσεις, αλλά ανασύστησε το στρατό και έχτισε μερικά από τα πιο ωραία μνημεία όλων των εποχών. Στη διάρκεια των 30 ετών εξουσίας του Περικλή, η Ακρόπολη, που είχε καταστραφεί ολοσχερώς από τους Πέρσες, ανοικοδομήθηκε. Το βασικό κτίριο της ήταν ο Παρθενώνας, αλλά κτίστηκαν κι άλλοι ναοί που ήταν αριστουργήματα.

Ο Περικλής οδήγησε την πόλη στη χρυσή της εποχή και έκανε το όνομα της Αθήνας αθάνατο. Ήταν η εποχή των μεγάλων καλλιτεχνών, όπως ο γλύπτης Φειδίας. Ήταν επίσης η εποχή των μεγάλων φιλοσόφων, όπως ο Σωκράτης και ο Πλάτων, που μελετούσαν τις βασικές αλήθειες στις σχολές τους. Στο θέατρο, ο Σοφοκλής και ο Ευριπίδης έθεσαν τα θεμέλια της τραγωδίας και του κωμικού δράματος. Σχεδόν κάθε στοιχείο του δυτικού πολιτισμού, ακόμα και ο αθλητισμός, πηγάζουν από την Αθήνα του 5ου αιώνα π.Χ. Ο Περικλής πέθανε το 429, μετά από τον λοιμό του 430 π.Χ. που κόστισε τη ζωή πολλών Αθηναίων. Όμως τα επιτεύγματά του παραμένουν αναλλοίωτα. Η Αθήνα ήταν η κορύφωση μιας δυναμικής κοινωνίας που αναπτύχθηκε με το πέρασμα χιλιάδων ετών.

Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ

Η Ελλάδα είναι μια χώρα με πανέμορφα τοπία. Οι αρχαίοι Έλληνες πίστευαν ότι στα δάση και στα νερά κατοικούσαν θεοί και θεές και άλλα υπερφυσικά όντα. Πράγματι, στους αρχαίους καιρούς στην περιοχή κατοικούσαν διάφορα σπάνια όντα. Οι πρώτοι λαοί έφτασαν στην Ελλάδα σχεδόν 2.000 χρόνια π.Χ., στις αρχές της εποχής του χαλκού. Ανήκαν στον κλάδο των ινδοευρωπαϊκών φύλων που μετανάστευσαν από την τεράστια περιοχή της Ευρασίας.

Οι πρώτοι Έλληνες ήταν πολεμικές φυλές, με κοινή γλώσσα, που όμως πολεμούσαν μεταξύ τους για να καταλάβουν τα πιο πλούσια και εύφορα μέρη. Οι πρώτοι οικισμοί ήταν κυρίως πρωτόγονες αγροτικές κοινότητες. Μεταξύ του 1500 και 1200 π.Χ. συνέβη μια πληθυσμιακή έκρηξη που οδήγησε σε γρήγορες πολιτιστικές και τεχνολογικές εξελίξεις. Παλάτια και ναοί υψώνονταν παντού, μερικά απομεινάρια των οποίων μπορούμε να δούμε ακόμα και σήμερα.
Αυτά συνέθεταν το κατάλληλο σκηνικό για μύθους, όπως του ποιητή Ομήρου και ιστορίες όπως η «Αργοναυτική Εκστρατεία» και οι «Άθλοι του Ηρακλή».

 Οι πιο πολλές από αυτές τις ιστορίες ήταν περισσότερο μύθοι παρά γεγονότα. Μια από αυτές θεωρείται αληθινή, και είναι το ομηρικό έπος της Ιλιάδας, που αναφέρεται στον πόλεμο των Ελλήνων κατά των Τρώων. Η Τροία ήταν η πόλη καταλήφθηκε με το Δούρειο Ίππο, ένα ξύλινο άλογο γεμάτο Έλληνες στρατιώτες. Όμως, η Τροία ήταν μύθος ή υπήρξε πράγματι; Μέχρι τη σύγχρονη εποχή, η πόλη και ο πόλεμος θεωρούνταν ότι αποτελούσαν μύθους. Όμως, το 1870, ο Ερρίκος Σλήμαν, ένας Γερμανός αρχαιολόγος, άρχισε να ανακαλύπτει τα ερείπια της Τροίας. Η πόλη πράγματι είχε καταστραφεί από τον πόλεμο που είχε εξαπολύσει ένας μεγάλος συνασπισμός που αποτελείτο απ’ τις μεγαλύτερες πόλεις-κράτη της ηπειρωτικής Ελλάδας. Ήταν ένας σπάνιος συνασπισμός, επειδή συνήθως οι πόλεις αυτές πολεμούσαν μεταξύ τους. Στις αρχές του 5ου αιώνα π.Χ. υπήρχαν περίπου 4,5 εκατομμύρια άνθρωποι στην Ελλάδα. Ήταν την εποχή εκείνη που η Αθήνα έγινε η πιο ισχυρή πόλη-κράτος.

Η ΑΚΡΟΠΟΛΗ

Η Αθήνα ζει και ευημερεί ακόμα και σήμερα. Η σύγχρονη πόλη γύρω από την Ακρόπολη ενσωματώνει διάφορα ερείπια των αρχαίων χρόνων, αποδεικνύοντας ότι ήταν τόπος που κατοικήθηκε συνεχώς από ανθρώπους για χιλιάδες χρόνια. Με έναν πληθυσμό περίπου 5 εκατομμυρίων ανθρώπων, η πόλη είναι συχνά χαοτική και με αρκετό νέφος. Εντούτοις παραμένει μια ζωντανή ανάμνηση ενός κόσμου που χάθηκε. Σε πολλά μέρη, παρατηρούμε τις διάφορες ιστορικές περιόδους που διάνυσε η πόλη, στα κτίρια που χτίστηκαν το ένα πάνω στο άλλο. Αλλά πάντα, πάνω από την πόλη, υψώνεται με μεγαλοπρέπεια ο θαυμάσιος Παρθενώνας και οι άλλοι πανέμορφοι ναοί της Ακρόπολης.

Η λέξη «ακρόπολη» σημαίνει το ψηλότερο σημείο της πόλης, Οι περισσότερες πόλεις της αρχαίας Ελλάδας είχαν μια ακρόπολη. Στην πραγματικότητα, το κτίσιμο όλων των πόλεων άρχιζε από τον ψηλότερο λόφο. Τέτοιοι λόφοι ήταν φυσικά οχυρά που προστάτευαν από άγρια ζώα και εχθρικά στρατεύματα. Καθώς η Αθήνα αυξανόταν και επεκτεινόταν, στην Ακρόπολη ζούσαν και εργάζονταν οι ανώτερες κοινωνικές τάξεις. Εκεί δίδασκαν οι φιλόσοφοι και ήταν το κέντρο της εκτελεστικής εξουσίας. Και το πιο σημαντικό, εκεί ήταν ο τόπος λατρείας των θεών.

Ο λόφος κατοικείτο από την 3η χιλιετηρίδα π.Χ. Στη μυκηναϊκή περίοδο, γύρω στο 1200 π.Χ., τα αρχικά τείχη αντικαταστάθηκαν από οχυρώματα, που σύμφωνα με τους μύθους χτίστηκαν από μυθικούς γίγαντες. Από τον 6ο αιώνα π.Χ. άρχισαν να χτίζονται πάνω σ’ αυτόν τα ιερά των Αθηναίων, όπως το Εκατόμπεδον κ.ά., που καταστράφηκαν κατά τους Περσικούς πολέμους.

Η ανοικοδόμηση των τειχών και των ιερών άρχισε μετά την ήττα των Περσών, το 465 π.Χ., την εποχή δηλαδή του Περικλή (495-429 π.Χ.). Το 450 π.Χ., η Ακρόπολη έλαβε μια τέτοια αρχιτεκτονική εμφάνιση, που κατέστη το πολιτιστικό κέντρο της Ελλάδας. Υπό την επίβλεψη του γλύπτη Φειδία και των αρχιτεκτόνων Μνησικλή, Καλλικράτη και Καλλίμαχου χτίστηκαν και διακοσμήθηκαν ο Παρθενώνας, το Ερέχθειο, τα Προπύλαια και ο ναός της Απτέρου Νίκης. Η αρχιτεκτονική της έμεινε ουσιαστικά αναλλοίωτη και μετά την παρακμή της Αθήνας, που ακολούθησε την ήττα της από τη Σπάρτη. Αργότερα, τον 2ο αιώνα μ.Χ., οι Ρωμαίοι έχτισαν νέα τείχη και κτίρια, όπως το φαντασμαγορικό θέατρο του Ηρώδη του Αττικού, στη νότια πλευρά της Ακρόπολης.

ΠΑΝΑΘΗΝΑΙΑ

Την εποχή του Περικλή, [1] η Αθήνα έφτασε στο αποκορύφωμα της δόξας της. Αναπτύσσονταν μεγάλα πολιτιστικά και πολιτικά γεγονότα. Το βιοτικό επίπεδο που απολάμβαναν οι πολίτες ήταν υψηλό. Οι άνθρωποι ζούσαν και εργάζονταν σε μια περίοδο ευημερίας και ειρήνης.

Οι Αθηναίοι του 5ου αιώνα, όπως και οι άλλοι Έλληνες, ήταν ευσεβείς. Πίστευαν στην απόλυτη εξουσία των θεών, που μπορούσαν να τους βοηθήσουν ή να τους βλάψουν. Θρησκευτικές γιορτές γίνονταν σε όλη τη διάρκεια του έτους. Ο αρχηγός της οικογένειας έκανε συχνά θυσίες στους θεούς. Επίσης έκαναν προσφορές στους θεούς και σε ειδικές περιπτώσεις, για παράδειγμα, όταν κάποιος ήταν άρρωστος ή έφευγε για επικίνδυνο ταξίδι.

Οι τακτικές εκδηλώσεις κορυφώνονταν κάθε τέσσερα χρόνια με μια μεγάλη πομπή προς την Ακρόπολη. Αυτά ήταν τα Παναθήναια προς τιμή της προστάτιδας θεάς Αθηνάς. Όλοι οι Αθηναίοι, ανεξάρτητα από τη θέση ή την ασχολία τους, μπορούσαν να πάρουν μέρος στην πορεία των Παναθηναίων.

Κατά τη διάρκεια της τελετής, δυο νεαρές παρθένες πρόσφεραν στη θεά ένα πέπλο με περίτεχνα κεντήματα. Η πομπή έμπαινε στην Ακρόπολη από τα Προπύλαια.

ΠΡΟΠΥΛΑΙΑ

Η επιβλητική αυτή δυτική είσοδος της Ακρόπολης άρχισε να χτίζεται από το 437-432 π.Χ., μετά την ολοκλήρωση του Παρθενώνα, πάνω σε σχέδια του αρχιτέκτονα Μνησικλή.
Το οικοδόμημα αυτό διαιρείται σε τρία μέρη. Στο κέντρο είναι ένα ναόσχημο μακρύ κτίσμα με ψηλό αέτωμα και όψη δωρικού ναού. Δεξιά και αριστερά από αυτό είναι χτισμένες από μία πτέρυγα που μοιάζουν με δωρικούς ναούς χωρίς αέτωμα, αλλά έχουν στέγη αετοειδή.

Το κεντρικό οικοδόμημα είναι κάτι το μοναδικό στην αρχαία ελληνική αρχιτεκτονική. Έξι κίονες δωρικού ρυθμού κοσμούν την πρόσοψη. Οι κίονες λεπταίνουν όσο προχωρούν από τη βάση προς την κορυφή. Πάνω σ’ αυτούς στηριζόταν ένα αέτωμα χωρίς διακόσμηση. Ο κύριος χώρος διαιρείται σε τρία κλίτη με δυο σειρές από ιωνικούς κίονες (τρεις σε κάθε πλευρά). Στην αριστερή πλευρά των Προπυλαίων βρισκόταν η Πινακοθήκη όπου την εποχή εκείνη υπήρχε μια έκθεση με πολλά έργα ζωγραφικής (κυρίως του Πολύγνωτου) και αργότερα ένα πορτρέτο της Αφροδίτης από τον ζωγράφο Απελλή.

Όλα αυτά τα αριστουργήματα έχουν πια χαθεί. Στη δεξιά πλευρά των Προπυλαίων υπήρχε ο Ναός της Αθηνάς Νίκης. Στην εποχή του Περικλή, το κτίριο περιείχε ένα πανέμορφο άγαλμα, την Άπτερο Αθηνά. «Άπτερος» σημαίνει χωρίς φτερά, και λέγεται ότι της αφαίρεσαν τα φτερά για να μη μπορεί φύγει η θεά ποτέ από την πόλη. Ήταν έργο του αρχιτέκτονα Καλλικράτη, ένα αριστούργημα από μάρμαρο, που έγινε στη διάρκεια των ανακωχών μεταξύ των πολλών πολέμων των Αθηναίων και των αιωνίων αντιπάλων τους, των Σπαρτιατών.

Τα Προπύλαια δεν ολοκληρώθηκαν ποτέ. Το 431 π.Χ. άρχισε ο Πελοποννησιακός πόλεμος και οι εργασίες σταμάτησαν. Το 429 π.Χ. πέθανε ο Περικλής και οι διάδοχοί του δεν έδειξαν ενδιαφέρον για τη συνέχιση του έργου.

ΕΣΩΤΕΡΙΚΗ ΑΥΛΗ

Αφού περνούσαν τα Προπύλαια, οι λατρευτές έμπαιναν στην εσωτερική αυλή. Εκεί ορθωνόταν το άγαλμα της Προμάχου Αθηνάς, που αποθανάτιζε τη νίκη των Αθηναίων στον Μαραθώνα. Ήταν ένα από τα πρώτα αγάλματα της Αθηνάς. Είχε ύψος 11 περίπου μέτρα και ήταν από ορείχαλκο. Η θεά ήταν πάνοπλη, με κράνος και χρυσή λόγχη. Ήταν έργο του Φειδία. Μεταφέρθηκε τον 7ο αιώνα μ.Χ. στην Κωνσταντινούπολη. Καταστράφηκε το 1204 μ.Χ.
Στη δεξιά πλευρά υπήρχε η Στοά της Βραυρωνίας Αρτέμιδος (προστάτιδας των λεχώνων). Πίσω από τη στοά της Άρτεμης, φαινόταν ο Παρθενώνας, μια θέα που μπορούμε να δούμε ακόμα και σήμερα. Ανάμεσα στα δύο κτίρια μεσολαβούσε η Χαλκοθήκη, ένας χώρος όπου φύλατταν χάλκινα αναθήματα (αγάλματα, όπλα, σκεύη), προσφορές πιστών στη θεά Αθηνά.
Στην απέναντι πλευρά, αριστερά μετά την είσοδο, υπήρχε το Αρρηφόριο. Ήταν η κατοικία των Αρρηφόρων, δυο κοριτσιών 7-11 ετών, που επιλέγονταν κάθε χρόνο για να υφάνουν το πέπλο της Αθηνάς που κάλυπτε το ξόανο της θεάς στη γιορτή των Παναθηναίων.



ΕΡΕΧΘΕΙΟ