Σ΄αυτό το ιστολόγιο θα διαβάσετε εκτός των άλλων και την ιστορία του χωριού Αραχναίο που βρίσκεται στο Νομό Αργολίδας.



Σάββατο 26 Φεβρουαρίου 2011

87. Περισυλλογή και Ταφή των Νεκρών του Χωριού


Οι  επιχειρήσεις   των   Γερμανών  στην  περιοχή   του  οροπεδίου   του Αραχναίου    κράτησαν    περίπου    δέκα    ημέρες,    οπότε   οι    Γερμανοί αποσύρθηκαν πάλι στο Ναύπλιο αφήνοντας πίσω τους τον όλεθρο και την καταστροφή.
 
278 

Είκοσι οκτώ άνθρωποι, άνδρες, γυναίκες και παιδιά όλοι κάτοικοι του Χελιού, τσοπάνηδες οι περισσότεροι, όλοι άνθρωποι οικογενειάρχες, φιλήσυχοι στην κοινωνία του χωριού ήσαν τα θύματα των Γερμανών, αντί για αντάρτες που ήλθαν δήθεν να κυνηγήσουν και αφού βύθισαν το χωριό στο πένθος, έφυγαν ικανοποιημένοι ίσως γιατί ξεκαθάρισαν την περιοχή του Χελιού από τους αντάρτες, χωρίς να συναντήσουν κανέναν από αυτούς και έτσι γύρισαν στο στρατόπεδο τους στο Ναύπλιο.
Τα πτώματα όλων των θυμάτων για ημέρες πολλές, όσο κράτησαν οι επιχειρήσεις των Γερμανών, έμειναν άταφα, άλλα στα χωράφια και άλλα στα ρουμάνια και στους λόγγους, που από την Μαγιάτικη ζέστη είχε αρχίσει η αποσύνθεση τους και που για τους πρώτους νεκρούς ήταν αρκετά προχωρημένη.
Ή περισυλλογή των πτωμάτων ήταν όχι απλώς δύσκολο έργο, αλλά ένα πραγματικό δράμα για τους οικείους των. Αν δεν είσαι αυτόπτης μάρτυρας και δεν έζησες από κοντά εκείνες τις στιγμές, είναι αδύνατο να τις περιγράψεις. Τα δάκρυα των συγγενών και φίλων έχουν στερέψει τόσες ημέρες, για να συνοδεύσουν την τελευταία αυτή πράξη του δράματος.
Τα πτώματα περιτυλιγμένα με σεντόνια και τοποθετημένα σε πρόχειρα φέρετρα, που οι ίδιοι οι συγγενείς είχαν κατασκευάσει, φορτώνονταν σε μουλάρια ή τοποθετούνταν σε ξυλοκρέβατα και μεταφέρονταν από τους δικούς των, αφού ανά τέσσερις τα τοποθετούσαν στους ώμους των, από τον τόπο της εκτέλεσης στο Νεκροταφείο του χωριού, όπου ομαδικά ψελνόταν η νεκρώσιμη ακολουθία, στη μικρή εκκλησία του Νεκροταφείου και στη συνέχεια γινόταν η ταφή ομαδικά των περισσοτέρων.
Όλα τα πτώματα ήσαν τυμπανιαία και για αυτό η ταφή γινόταν όπως βρίσκονταν, χωρίς να τους αλλάξουν, χωρίς παπούτσια και χωρίς καμιά περιποίηση όπως θα άρμοζε στους μάρτυρες εκείνους της Πατρίδας μας. Ένας μόνο τάφους για τους τέσσερις νεκρούς της οικογένειας Μπιμπή. το ίδιο και για άλλες οικογένειες που θρηνούσαν περισσότερους από ένα νεκρούς.
Έτσι το δράμα των Χελιωτών που κράτησε περίπου δέκα ημέρες, πήρε ένα τέλος, αφού πίσω άφησε είκοσι εννέα νεκρούς, είκοσι εννέα φρεσκοσκαμμένους τάφος και εκατοντάδες μαυροφορεμένους στο χωριό, για να θυμίζουν στις γενιές που θα 'ρθουν την προσφορά των Χελιωτών στον Αγώνα της φυλής μας για την λευτεριά της, όπως πάντα συμβαίνει στον τόπο μας, όταν οι περιστάσεις το απαιτούν.

Δευτέρα 21 Φεβρουαρίου 2011

86. Εκτέλεση άλλων οκτώ στο Χωριό

Έχουν περάσει τρεις ημέρες από τότε που έγιναν οι πρώτες εκτελέσεις στο Μοναστήρι και στην Τούρμιζα. Όλες οι απόπειρες που είχε κάνει ο Μπαρμπαγιάννης ο Μπιμπής για να πάρει τα παιδιά του από τον τόπο της εκτέλεσης και να τα μεταφέρει στο χωριό για την ταφή, είχαν αποβεί άκαρπες και είχε κινδυνεύσει και εκείνος να είχε την ίδια τύχη με τα παιδιά του.

Στην απόγνωση του όμως ο Μπαρμπαγιάννης, την τέταρτη ημέρα αποφάσισε να πάει στον Γερμανό Διοικητή και να ζητήσει την άδεια για να πάει στο Μοναστήρι και να μεταφέρει τα παιδιά του στο χωριό. Μαζί με τον Πρόεδρο του χωριού, τον Χρήστο Πασπαλιάρη και τον Γαμπρό του Δημήτριο Κύρκα, ξεκίνησαν και επισκέφθηκαν τον Γερμανό Στρατιωτικό Διοικητή που διεύθυνε τις επιχειρήσεις και είχε το στρατηγείο του στο σπίτι των αδελφών Οικονόμου.
Ο Γερμανός Αξιωματικός φάνηκε πρόθυμος στην παράκληση του Ιωάννου Μπιμπή, να δώσει την απαιτουμένη άδεια για να γίνει η μεταφορά των νεκρών από το Μοναστήρι στο χωριό για την ταφή τους και να μη μείνουν τα πτώματα ακόμα στο ύπαιθρο και γίνουν τροφή στα όρνια και τα άγρια σαρκοβόρα ζώα. Ο Γερμανός Διοικητής ρώτησε πόσα άτομα θα είναι η αποστολή για να το γράψει στην άδεια και πήρε την απάντηση ότι η αποστολή θα αποτελείται από επτά άτομα και τρία μουλάρια.
Ο Γερμανός Διοικητής συμπλήρωσε την άδεια την έδωσε στον Μπαρμπαγιάννη και προφορικά του είπε, ότι η αποστολή που την ίδια

275

ημέρα θα έφευγε για το Μοναστήρι, θα κρατούσε μπροστά και μια λευκή σημαία, συγχρόνως δε έστειλε και το σχετικό σήμα στο φυλάκιο που βρισκόταν στο δρόμο από όπου θα περνούσε η αποστολή, για να επιτρέψουν σε αυτήν, να πάει στο Μοναστήρι και να ξαναγυρίσει πάλι στο χωριό. Με το ίδιο σήμα ενημέρωσε το φυλάκιο ότι η αποστολή αυτή θα αποτελείτο από επτά άτομα και τρία μεγάλα ζώα (Μουλάρια) και ότι θα κρατούσε και μία λευκή σημαία.

Έτσι οργανώθηκε η ομάδα που θα πήγαινε στο Μοναστήρι από τα παρακάτω επτά άτομα που τα περισσότερα ήσαν άμεσα συγγενείς των θυμάτων και οι υπόλοιποι φίλοι και γείτονες αυτών, οι οποίοι με προθυμία δήλωσαν τη συμμετοχή τους σε αυτή την αποστολή.

1. Μπιμπή Μαριγώ Αναστασίου, νύφη των εκτελεσθέντων

2. Ρόζης ή Μανώλης Ιωάννης Αναστασίου, πρωτεξάδελφος των εκτελεσθέντων

3. Τριμπόνιας Κων/νος Παναγιώτου, κουνιάδος του εκτελεσθέντος Κ. Μπιμπή

4. Ταμπάκης Χρήστος Δημητρίου, εξάδελφος των εκτελεσθέντων

5. Βαρδάκας Ιωάννης Χρήστου, φίλος του εκτελεσθέντος Χρήστου Μπιμπή

6. Καπετανάκη Δήμητρα Παναγιώτου, γειτόνισσα των εκτελεσθέντων

7. Κοροντάνη Ευαγγελία Δημητρίου, επίσης γειτόνισσα των εκτελεσθέντων.

Συντονιστής της αποστολής αυτής ήταν ο Δημήτριος Κύρκας γαμπρός του Ιωάννη Μπιμπή. Η ομάδα αυτή μαζί με τρία γερά μουλάρια είχαν συγκεντρωθεί στου Βέτσερη και εκεί εφοδιάστηκε με τη σχετική άδεια την οποίαν τους έδωσε ο οργανωτής της αποστολής Δημήτριος Κύρκας και αφού φόρτωσαν στα μουλάρια τρία πρόχειρα, φέρετρα και πήρανε μαζί τους και μια λευκή σημαία, ήσαν πλέον έτοιμοι για αναχώρηση.
Ενώ όμως ήσαν όλα έτοιμα, ο Ιωάννης Ρόζης γύρισε και είπε στον οργανωτή της αποστολής, Δημήτριο Κύρκα "Βρε Μήτρο θα πάμε εμείς να φέρουμε τους σκοτωμένους και εσύ θα μείνεις εδώ ασφαλής; "Τότε ο Δημήτριος Κύρκας από φιλότιμο γύρισε και του είπε: " Θα έλθω και εγώ μαζί σας" και έτσι τα άτομα της αποστολής έγιναν οκτώ και όχι εφτά όπως έγραφε η άδεια των Γερμανών, γεγονός που ίσως να ήταν η αιτία για τη μοιραία κατάληξη της αποστολής αυτής όπως παρακάτω 6α διαπιστώσουμε.
Η ομάδα αυτή από τα οκτώ άτομα ξεκίνησε για τον τόπο του μαρτυρίου, εκεί κοντά προς Μοναστήρι, κρατώντας μπροστά μια λευκή σημαία, αφού όλοι τους ήσαν εφοδιασμένοι και με τις αστυνομικές τους ταυτότητες. Ξεκίνησαν όλοι μαζί με ζωγραφισμένη τη θλίψη στα πρόσωπα τους, αλλά και με το φόβο για το αποτέλεσμα της αποστολής.
Τα πτώματα ήσαν άταφα τρεις ολόκληρες ημέρες και ήταν η τέταρτη αυτή ημέρα που πήγαινε η αποστολή. Η Μαγιάτικη ζέστη ήταν αρκετά έντονη και οπωσδήποτε θα είχε αρχίσει η αλλοίωση των πτωμάτων, γεγονός που θα δυσκόλευε αρκετά το έργο της περισυλλογής και της μεταφοράς αυτών στο χωριό.

276

Η αποστολή είχε απομακρυνθεί από το χωριό περί τα 1,500 μέτρα και βάδιζε προς το Μοναστήρι, προς τον τόπο του μαρτυρίου και βρισκόταν ακριβώς στο σημείο που ο δρόμος προς το Μοναστήρι, κατηφόριζε από την πλαγιά που ακολουθούσε παράλληλα προς το ρέμα, για να μπει μέσα στη ρεματιά και από εκεί και κάτω θα ακολουθούσε την κοίτη του ρέματος, ακριβέστερα δε πολύ κοντά σε ένα πηγάδι που βρισκόταν εκεί του Γεωργίου Οικονόμου.

Απέναντι ακριβώς από το σημείο αυτό, σε μια βραχώδη περιοχή, βρισκόταν ένα από τα μόνιμα φυλάκια των Γερμανών. Σε αυτή λοιπόν τη θέση ήταν γραφτό να παιχθεί ένα ακόμα δράμα για την οικογένεια Μπιμττή και τους άλλους συγγενείς και φίλους που είχαν συμπαρασταθεί στο πρώτο δράμα αυτής της οικογένειας.

Το τι ακριβώς μεσολάβησε για να παιχθεί αυτό το δράμα δεν έγινε ποτέ γνωστό, γιατί κανείς δεν έζησε από την αποστολή αυτή. Ίσως τα άτομα που ήταν περισσότερα από ότι έγραφε η άδεια και είχε ειδοποιηθεί και το φυλάκιο, να έβαλε αυτό σε υπόνοιες και να θεώρησαν το όγδοο άτομο ύποπτο; Δεν έγινε επίσης γνωστό αν το φυλάκιο επικοινώνησε με τον Διοικητή στο χωριό και από εκεί να πήρε σχετικές εντολές να ενεργήσει έτσι όπως ενέργησε ή μόνοι τους να πήραν τις αποφάσεις των.

Χωρίς καμιά χρονοτριβή και χωρίς καμιά ειδοποίηση προς τα μέλη της αποστολής, τα πολυβόλα των Γερμανών από το απέναντι φυλάκιο, στράφηκαν προς την αποστολή που αμέριμνη βάδιζε στο δρόμο της και άρχισαν να ξερνούν φωτιά και όλεθρο με αποτέλεσμα μέσα σε λίγα δευτερόλεπτα και τα οκτώ άτομα της αποστολής και το ένα από τα τρία μουλάρια να πέσουν νεκρά από τις σφαίρες των Γερμανών.

Μετά τον πολυβολισμό και την εκτέλεση εν ψυχρώ όλων των μελών της αποστολής, οι Γερμανοί στρατιώτες πλησίασαν τα πτώματα και αφού ο επικεφαλής Αξιωματικός έδωσε τη χαριστική βολή στους οκτώ ανθρώπους και το ένα μουλάρι, θυμήθηκαν να ερευνήσουν τα πτώματα για να διαπιστώσουν την ταυτότητα τους και εκτός από τα προσωπικά αντικείμενα που είχαν στις τσέπες τους, βρήκαν και τις ταυτότητες τους και τη γραπτή άδεια του Γερμανού Διοικητή και σαν να μη συνέβη τίποτα το σπουδαίο, υπερήφανοι οι Γερμανοί στρατιώτες, ότι εκτέλεσαν το στρατιωτικό τους καθήκον, έσκισαν την άδεια και τις ταυτότητες σε μικρά κομμάτια και αφού τα σκόρπισαν επάνω στα άψυχα κουφάρια, αποσύρθηκαν και πάλι στο απέναντι φυλάκιο, ικανοποιημένοι ότι έφεραν σε πέρας την αποστολή τους προσθέτοντας ακόμα οκτώ νεκρούς στο μακρύ κατάλογο των θυμάτων, όλους οικείους, συγγενείς και φίλους της οικογένειας Μπιμπή και έτσι τα θύματα των Γερμανών έφθασαν τα είκοσι οκτώ στη διάρκεια των επιχειρήσεων.
Λίγη ώρα μετά την εκτέλεση των οκτώ, τα δύο μουλάρια που γλίτωσαν από τις σφαίρες των Γερμανών φορτωμένα με τα πρόχειρα φέρετρα γύρισαν μόνα τους στο χωριό και όλοι τότε οι κάτοικοι του χωριού προαισθάνθηκαν ότι κάποιο μεγάλο κακό πρέπει να συνέβη στην αποστολή και δεν άργησε να φθάσει το μαντάτο ότι όλη η ομάδα της αποστολής είχε εκτελεσθεί από τους Γερμανούς. Νέοι λοιπόν θρήνοι και κοπετοί στο χωριό για τα οκτώ ακόμα θύματα της Γερμανικής Θηριωδίας.

277

Έτσι στις εκκαθαριστικές επιχειρήσεις των Γερμανών στην περιοχή του Χελιού το Μάιο του 1944, αντί για αντάρτες, οι Γερμανοί σκότωσαν είκοσι οκτώ άτομα, άντρες, γυναίκες και παιδιά, ανθρώπους άοπλους, αγαθούς και φιλήσυχους που καμιά σχέση δεν είχαν με τους αντάρτες που πριν λίγο δρούσαν σε εκείνη την περιοχή και μαζί με τον Κωνσταντίνο Ρόζη που είχε εκτελεστεί το Μάρτη του 1944 στον Αμαριανό, ο συνολικός αριθμός των θυμάτων έφθασε τα είκοσι εννέα άτομα. Σκόπιμο θεωρούμε να παραθέσουμε συγκεντρωτική Αλφαβητική Κατάσταση όλων των εκτελεσθέντων από τους Γερμανούς, ανδρών, γυναικών και παιδιών κατοίκων του Χελιού.

1. Βαρδάκας Ιωάννης Χρήστου

2. Εμμανουήλ Δημήτριος Κωνσταντίνου

3. Καμπόσος Πέτρος Αναστασίου

4. Καπετανάκη Δήμητρα Παναγιώτου

5. Κόλλια Μαρία Θωμά

6. Κόλλια Μαρίνα Βασιλείου

7. Κόλλιας Δημήτριος Νικολάου

8. Κόλλιας Κωνσταντίνος Κυριάκου

9. Κοροντάνη Ευαγγελία Δημητρίου

10. Κύρκας Δημήτριος Εμμανουήλ

11. Μανώλης Γεώργιος Ευαγγέλου

12. Μανώλης ή Ρόζης Ιωάννης Αναστασίου

13. Μανώλης ή Ρόζης Κωνσταντίνος Αναστασίου

14. Μάρας Δημήτριος Αναστασίου

15. Μπέλεσης Δημήτριος Πέτρου

16. Μπιμπή Μαριγώ Αναστασίου

17. Μπιμπής Γεώργιος Ιωάννου

13. Μπιμπής Κωνσταντίνος Ιωάννου

19. Μπιμττής Χρήστος Ιωάννου

20. Οικονόμου Γεώργιος Ιωάννου

21. Οικονόμου Δημήτριος Χρήστου

22. Οικονόμου ή Μαρέλης ίωάννης Δημητρίου

23. Οικονόμου Παναγιώτης Ιωάννου

24. Οικονόμου Χρήστος Σττυρίδωνος

25 Ταμπάκης ή Δράμαλης Κωνσταντίνος Αναστασίου

26. Ταμπάκης Χρήστος Δημητρίου

27, Τόσκας Ιωάννης Κυριάκου

28. Τριμπόνια Γιαννούλα χαραλ

29 Τριμπόνιας Κωνσταντίνος Παναγιώτου

Τετάρτη 16 Φεβρουαρίου 2011

85. Εκτέλεση ακόμα πέντε ατόμων στο Χωριό και στη Γύρω Περιοχή

Οι Γερμανοί με ορμητήριο τώρα το χωριό, την ημέρα χτένιζαν όλες τις γύρω περιοχές, τα βουνά, τις πλαγιές και ρεματιές ψάχνοντας να βρουν αντάρτες, μα οι αντάρτες δεν βρέθηκαν πουθενά. Με το άκουσμα μόνο ότι οι Γερμανοί θα φθάσουν στο Χέλι έγιναν άφαντοι και από το χωριό αλλά και από την γύρω περιοχή. Πρόλαβαν και άλλοι έφυγαν προς τη δυτική Αργολίδα και Κορινθία, πολλοί όμως από αυτούς έκρυψαν τα όπλα τους και πήγαν στα χωριά τους, κυρίως στις Λίμνες, στο Γκέρμπεση (Μηδέα) και Μάνεση από όπου είχαν την καταγωγή τους. Οι Γερμανοί δεν βρήκαν πουθενά αντάρτες του ΕΛΑΣ. Συναντούσαν κάπου- κάπου κανένα τσοπάνη, γυναίκα ή γέροντα ή και ακόμα μικρά παιδιά που αμέριμνα έβοσκαν τα κοπάδια τους γίδια ή πρόβατα, αλλά και αυτοί οι περισσότεροι δεν γλίτωσαν το εκτελεστικό απόσπασμα.

Οι Γερμανοί χωρίς διάκριση εκτελούσαν όποιον εύρισκαν μπροστά τους αμέσως χωρίς καμιά διαδικασία, απλά και μόνο για να αυξήσουν τον αριθμό των θυμάτων.
Έτσι στην περιοχή Φράκια συνάντησαν δύο μικρές κοπέλες που έβοσκαν τα γίδια τους, αφού οι γονείς τους είχαν μαζευτεί στο χωριό όπως από πριν είχαν προστάξει οι κατακτητές. Οι κοπέλες αυτές ήσαν η Κόλλια Μαρία του Θωμά και η Κόλλια Μαρίνα του Βασιλείου και χωρίς να γίνει

274

γνωστό τι διαδικασία ακολούθησαν οι Γερμανοί, τις εκτέλεσαν εκεί επί τόπου για να βρεθούν λίγες ημέρες αργότερα διάτρητες από τις σφαίρες των αυτομάτων όπλων.

Μέσα στο χωριό εκτέλεσαν επίσης χωρίς καμιά διαδικασία τους Κόλλια Δημήτριο του Νικολάου και Κόλλια Κωνσταντίνο του Κυριάκου, οι οποίοι αποπειράθηκαν να βγουν έξω από το χωριό για να αποφύγουν τον κίνδυνο της σύλληψης τους από τους Γερμανούς. Οι Γερμανοί όμως αντιλήφθηκαν το γεγονός αυτό και οι δυστυχείς πλήρωσαν με τη ζωή τους το τόλμημα τους. Τα πολυβόλα κροτάλισαν άλλη μια φορά από τα απέναντι φυλάκια και άλλοι δυο άνθρωποι του χωριού έπεσαν νεκροί διάτρητοι και αυτοί από τις καυτερές σφαίρες.
Στην τοποθεσία Λιθάρι-Καμπάκι, πάνω από το χωριό προς την Τραπεζώνα συνάντησαν άλλη μια μικρή τσοπανοπούλα την Τριμπόνια Γιαννούλα του Χαραλάμπους που και αυτή έβοσκε αμέριμνη τα γίδια του πατέρα της και χωρίς να χάσουν καθόλου καιρό την εκτέλεσαν και αυτήν επί τόπου.
Έτσι τα θύματα των Γερμανικών επιχειρήσεων στις τρεις πρώτες ημέρες, έφθασαν τα είκοσι και τα πτώματα όλων αυτών των εκτελεσθέντων βρίσκονταν στα μέρη που έγιναν οι εκτελέσεις και έμεναν εκεί άταφα για ημέρες αρκετές στη διάθεση των ορνέων και των άγριων σαρκοβόρων ζώων.

Πέμπτη 10 Φεβρουαρίου 2011

84. Συνέχεια του Μαρτυρίου των Χελιωτών

Οι Γερμανοί μετά την εκτέλεση και αυτών των έξι, μεταφέρανε τους υπόλοιπους άνδρες που είχαν μαζέψει στο Αλώνι και τους έβαλαν όλους μέσα στην αυλή του Σχολείου και εκεί με ισχυρή φρούρηση και ενώ η αγωνία των κρατουμένων κορυφώνεται, γιατί κανένας από αυτούς δεν ήξερε τι θα επακολουθούσε, άρχισε μέσα σε ένα βαρύ κλίμα η διαδικασία της ανάκρισης.

Πρώτα με τη βοήθεια του διερμηνέα που μιλούσε άπταιστα τα Ελληνικά, αλλά φορούσε Γερμανική στολή, κάλεσαν από το πλήθος τον Δημήτριο Μπέλεση και τον ρώτησαν αν ήταν οργανωμένος στο ΕΑΜ και αυτός φυσικά αρνήθηκε. Επακολούθησε μια συζήτηση μεταξύ των Γερμανών και στη συνέχεια του είπαν να καθίσει εκεί κοντά σε μία γωνία της αυλής του Σχολείου, ενώ απέναντι του ακριβώς είχαν στηθεί δύο πολυβόλα στραμμένα προς το μέρος που του είχαν υποδείξει να καθίσει και ήταν έτοιμα για δράση.
Στη συνέχεια κάλεσαν τον Αναστάσιο Μπιμπή, για τον οποίον ακολουθήθηκε η ίδια διαδικασία με τον προηγούμενο Δημήτριο Μπέλεση και έστειλαν και αυτόν να σταθεί δίπλα του μπροστά στα πολυβόλα. Ακριβώς εκείνη τη στιγμή βγαίνει από το πλήθος ο Πρόεδρος του χωριού Χρήστος Πασπαλιάρης, ο οποίος κραυγάζοντας "Ζήτω η Γερμανία - Ζήτω ο Χίτλερ", πλησίαζε προς τους Γερμανούς, πίσω του τον ακολουθούσε ο Ιωάννης Τόσκας (Μαμάκης) και φώναζαν και οι δυο τους προς τους Γερμανούς ότι: " Όλοι εμείς εδώ όχι μόνο δεν είχαμε καμιά συνεργασία με τους αντάρτες και το ΕΑΜ, αλλά αντίθετα οι αντάρτες μας είχαν πιάσει, μας είχαν κρατήσει αρκετό καιρό και είχαμε φάει πολύ ξύλο από αυτούς, επειδή ακριβώς δεν τους ακολουθήσαμε." Και για απόδειξη αυτών ο Ιωάννης Τόσκας έβγαλε τα ρούχα του και έδειξε στους Γερμανούς το σώμα του το οποίον ακόμα ήταν μαύρο από το ξύλο που πολύ πρόσφατα είχε φάει από τους αντάρτες στις Λίμνες. Στη συνέχεια βγήκαν από το πλήθος και άλλα τρία άτομα που τους είχαν δείρει πρόσφατα οι αντάρτες και οι οποίοι ήσαν ο Κατσής, ο Ευάγγελος Βαρδάκας και ο Εμμανουήλ Δεδεμπίλης και έδειξαν και αυτοί τα μελανιασμένα κορμιά τους.
Οι Γερμανοί τους ρώτησαν όλους γιατί οι αντάρτες τους έδειραν έτσι και όλοι απάντησαν: Για το λόγο ότι δεν ήθελαν να τους ακολουθήσουν και δήλωσαν μπροστά στους Γερμανούς ότι ποτέ δεν θα ακολουθήσουν τους αντάρτες του ΕΑΜ, απόδειξη δε τούτου είναι ότι μέχρι την ημέρα αυτή κανένας Χελιώτης δεν είχε βγει στο βουνό με τους αντάρτες του ΕΛΑΣ.

272

Οι Γερμανοί τότε προσκάλεσαν κοντά τους τον Δημήτριο Μπέλεση και τον Αναστάσιο Μπιμπή και τους ρώτησαν αν είναι παντρεμένοι και πόσα παιδιά έχουν και απάντησαν ο πρώτος ότι είχε τέσσερα παιδιά και ο δεύτερος επίσης τέσσερα, αμέσως δε έδωσαν εντολή και τους άφησαν όλους ελεύθερους, πρώτα αυτούς τους δύο και έπειτα όλους τους συγκεντρωμένους, αφού προηγήθηκε και δήλωση του Προέδρου Χρήστου Πασπαλιάρη ότι: "Όλοι εμείς θα είμαστε πάντα στο πλευρό σας και θα κυνηγάμε τους αντάρτες, ζητάμε όμως γι' αυτό να μας δώσετε όπλα." και συνέχιζαν να κραυγάζουν: "Ζήτω η Γερμανία - Ζήτω ο Χίτλερ" και ο πρόεδρος έδωσε πάλι το λόγο του στους Γερμανούς ότι στο Χέλι δεν θα ξαναπατήσει αντάρτης του ΕΛΑΣ.
Η συγκέντρωση διαλύθηκε και οι Γερμανοί παρότρυναν τους συγκεντρωμένους να πάνε στα σπίτια τους και να μην κυκλοφορεί κανένας έξω μέχρι να τελειώσουν οι επιχειρήσεις. Στο μεταξύ μέσα στο χωριό κυκλοφόρησε η είδηση για το μεγάλο μακελειό που είχε γίνει την προηγούμενη στο Μοναστήρι και στην Τούρμιζα. Οι οικείοι των θυμάτων ανάστατοι κυκλοφορούσαν στο χωριό προσπαθώντας να μάθουν συγκεκριμένα νέα για τους δικούς των.
Η Μητέρα των αδελφών Μπιμπή αγωνιούσε για την τύχη των παιδιών της δεν ήθελε να πιστέψει ότι τα παιδιά της δεν ζούσαν πια. Σκεπτόταν μονάχα ότι τα παιδιά της εκεί στο Μοναστήρι θα πεινούσαν και θα διψούσαν και κάθε ημέρα όσο οι Γερμανοί ήσαν μέσα στο χωριό, ξεκινούσε από το σπίτι της, παίρνοντας μαζί της λίγο νερό και βάδιζε προς το Μοναστήρι για να βρει τα παιδιά της και να τους προσφέρει λίγο νερό και να σβήσει τη δίψα τους, έτσι πίστευε η άμοιρη γυναίκα, χωρίς να έχει συνειδητοποιήσει ότι τα παιδιά της βρίσκονταν νεκρά, κοντά στην καλύβα τους, εκτελεσμένα από τα βάρβαρα στίφη των Γερμανών κατακτητών και ότι ημέρες τώρα βρίσκονται άταφα εκεί. Οι Γερμανοί όμως την σταματούσαν στο δρόμο και την γύριζαν πίσω στο χωριό, χωρίς να την αφήσουν να πραγματοποιήσει αυτήν της την επιθυμία. Έκανε πολλές τέτοιες απόπειρες μα πάντα ήταν άτυχη και τυχερή συγχρόνως γιατί οι Γερμανοί δεν την εκτέλεσαν αλλά απλώς την γύριζαν πίσω στο χωριό.

Την δεύτερη ή τρίτη ημέρα ξεκίνησε από το χωριό ο ίδιος ο πατέρας των παιδιών, Μπαρμπαγιάννης για να πάει στο Μοναστήρι και τα κατάφερε να φθάσει μέχρι το Μαρσιάρη, όπου βρήκε εκεί τις δυο νύφες του και τη μικρή του κόρη Κωνσταντίνα και εκεί πληροφορήθηκε για την τύχη των τριών παιδιών του και ύστερα επισκέφθηκε το μέρος της εκτέλεσης και είδε με τα μάτια του τα τρία του παιδιά να κείτονται εκεί νεκροί και άταφοι μέρες τώρα.
Εκεί κοντά όμως βρέθηκαν οι Γερμανοί, οι οποίοι τον έπιασαν και τον μετέφεραν μακρύτερα και ετοιμάστηκαν να τον εκτελέσουν και αυτόν. Προτού όμως τον παραδώσουν στο εκτελεστικό απόσπασμα του ζήτησαν την ταυτότητα του και του πήραν όλα τα υπάρχοντα στην τσέπη του και ερευνώντας μέσα το πορτοφόλι του βρήκαν ένα χαρτί διπλωμένο, το πήραν, το ξεδίπλωσαν και είδαν ότι στο επάνω μέρος είχε σαν έμβλημα ένα κόκκινο σταυρό. Ο Διερμηνέας που το διάβασε είπε στους Γερμανούς ότι το χαρτί αυτό είναι ένα διοριστήριο έγγραφο από τον Ερυθρό Σταυρό, που τον όριζε μέλος ομάδας του Ερυθρού Σταυρού στο χωριό του, οπότε οι

273

Γερμανοί άλλαξαν γνώμη και τον άφησαν ελεύθερο και του είπαν να πάει αμέσως στο χωριό και να μην ξανα τολμήσει να βγει έξω.
Πράγματι Μπαρμπαγιάννης γύρισε στο χωριό, έχοντας γλιτώσει το εκτελεστικό απόσπασμα των Γερμανών, χάρις στο χαρτί του Ερυθρού Σταυρού. Γυρίζοντας όμως στο χωριό έφερε και τα μαύρα μαντάτα, ότι ήταν γεγονός πια εκείνο που σαν είδηση κυκλοφορούσε στο χωριό για το μακελειό του Μοναστηριού και της Τούρμιζας. Δεν είχε γίνει όμως ακόμα γνωστό, πόσοι ήσαν συνολικά οι εκτελεσθέντες στις πάρα πάνω περιοχές.
Μετά τα μαντάτα αυτά, θρήνος, κλαυθμός και οδυρμός είχε ξεσπάσει στα σπίτια των θυμάτων αυτών. Οι συγγενείς ούρλιαζαν και καταριόντουσαν τους Γερμανούς αλλά και τους καταδότες αυτών, γιατί ήταν βέβαιο πως κάποιοι από το χωριό είχαν υποδείξει στους Γερμανούς τα άτομα αυτά τα οποία στη συνέχεια εκτέλεσαν οι Γερμανοί. Οι Γερμανοί αναστατώθηκαν και έτρεχαν στα σπίτια για να ιδούν τι συμβαίνει και με την απειλή των όπλων τους ανάγκαζαν όλους όσους φώναζαν να σιωπήσουν και τους απειλούσαν με εκτέλεση.
Στο χωριό μέσα είχε στρατοπεδεύσει η μεγαλύτερη δύναμη των Γερμανών και είχαν εγκατασταθεί άλλοι σε επιταγμένα σπίτια και άλλοι σε αντίσκηνα. Το κέντρο των επιχειρήσεων (Στρατηγείο) το είχαν στήσει στο δυτικό ακρινό μέρος του χωριού, στο σπίτι των αδερφών Οικονόμου (Τσουφέοι), είχαν όμως εγκαταστήσει και πολλά φυλάκια σε διάφορα επίκαιρα σημεία γύρω από το χωριό.

Πέμπτη 3 Φεβρουαρίου 2011

83. Επιχειρήσεις στο Χέλι (Αραχναίο)

Οι Γερμανικές ορδές αφού την πρώτη ημέρα των επιχειρήσεων σκόρπισαν το θάνατο στην περιοχή της Τούρμιζας κοι του Μοναστηριού εκτελώντας εννέα συνολικά άτομα, βοηθούμενοι στο έργο τους και από τους Ταγματασφαλίτες που είχαν μαζί τους, συνέχισαν το αιματηρό τους έργο προχωρώντας προς το χωριό όπου τα πρώτα τμήματα έφθασαν εκεί στις 25 Μαΐου 1944, ενώ συνεχιζόταν η εκκαθάριση και στο Μοναστήρι. Μόλις έφθασαν στο χωριό, ο επικεφαλής των επιχειρήσεων αξιωματικός έβγαλε διαταγή να συγκεντρωθούν όλοι οι κάτοικοι του χωριού, όσοι βέβαια είχαν μείνει στο χωριό, γιατί πολλοί από αυτούς είχαν εγκαταλείψει το χωριό και είχαν βρει καταφύγιο στο Αργός και στο Ναύπλιο.

Η πρώτη αυτή συγκέντρωση έγινε σε μια υποτυπώδη πλατεία που είχε το χωριό (το αλώνι) και εκεί παρουσίασαν μια κατάσταση με ονόματα Χελιωτών που άγνωστο ήταν από που την είχαν προμηθευτεί και ποίοι ήσαν εκείνοι που είχαν δώσει τις σχετικές πληροφορίες για να συνταχθεί η κατάσταση αυτή.
Η Κατάσταση αυτή περιείχε πολλά ονόματα, αλλά εκείνη τη στιγμή μεταξύ των Γερμανών και των ιθυνόντων του χωριού άρχισε να γίνεται ένα παζάρι, άρχισαν δηλαδή στην κατάσταση αυτή να σβήνουν και να γράφουν ονόματα, σαν να επρόκειτο να μοιράσουν δώρα και δεν σκέπτονταν καθόλου, ότι το γράψιμο ενός νέου ονόματος σήμαινε γι αυτόν θανατική καταδίκη, ενώ το σβήσιμο ενός ονόματος σήμαινε απονομή χάριτος γι αυτόν. Οι λεγόμενοι όμως ηγέτες του χωριού που ίσως μερικοί από αυτούς να ήσαν γραμμένοι αρχικά στην κατάσταση, φρόντισαν να σβήσουν τους εαυτούς των και τους συγγενείς τους και να συμπληρώσουν την κατάσταση με άλλα ονόματα, υπογράφοντας έτσι για αυτούς την θανατική καταδίκη.

270

Τελικά στη κατάσταση αυτή παρέμειναν τα παρακάτω οκτώ ονόματα:

1. Εμμανουήλ Δημήτριος Κωνσταντίνου

2. Καμπόσος Πέτρος Αναστασίου

3. Μάρας Δημήτριος Αναστασίου

4. Μπιμπής Γεώργιος Ιωάννου

(5. Μπέλεσης Δημήτριος Πέτρου

6. Ταμπάκης (Δράμαλης) Γεώργιος Αναστασίου

7. Ταμπάκης (Δράμαλης) Κων/νος Αναστασίου

8. Τόσκας Ιωάννης Κυριάκου

'Από τα οκτώ αυτά ονόματα ο Γεώργιος Ιωάννου Μπιμπής είχε ήδη εκτελεστεί από τους Γερμανούς την προηγούμενη ημέρα στο Μοναστήρι, ενώ ο Ταμπάκης Γεώργιος του Αναστασίου, είχε προλάβει και είχε φύγει από το χωριό και έτσι δεν συνελήφθη καθόλου και επομένως στη λίστα έμειναν μόνο έξι ονόματα τελικά.
Οι Γερμανοί αμέσως ξεχώρισαν τα έξι αυτά άτομα και τους απάγγειλαν την κατηγορία ότι όλοι τους ήσαν οργανωμένοι στο ΕΑΜ και τους επέβαλαν την ποινή του θανάτου, χωρίς να δοθεί το δικαίωμα σε αυτούς να απολογηθούν για την κατηγορία που τους είχε αποδοθεί.
Έτσι η προδοσία μέσα από το χωριό είχε συντελεσθεί, τα άτομα που σβήστηκαν από τη λίστα ήσαν αυτά που μαρτύρησαν για τους έξι ότι ήσαν άτομα ενεργά αναμεμιγμένοι στο ΕΑΜ και σε άλλες αντιστασιακές οργανώσεις και έτσι αυτοί τελικά έγιναν τα εξιλαστήρια θύματα για να γλιτώσουν οι πρώτοι τα κεφάλια τους, παρά το γεγονός, ότι πολλοί από αυτούς ήσαν οργανωμένοι στο ΕΑΜ και όχι μόνο αλλά βαρύνονταν και με εγκλήματα σε βάρος αθώων ανθρώπων, ο δε τελευταίος στη λίστα των μελλοθανάτων Ιωάννης Τόσκας ούτε καν ήταν αναμεμιγμένος στο ΕΑΜ, αλλά μπήκε στη λίστα για να αντικαταστάσει κάποιον άλλον ένοχο που σβήστηκε από αυτήν, για να συμπληρωθεί το νούμερο έξι, που έπρεπε κατά τους Γερμανούς να περιλαμβάνει η λίστα.
Αμέσως μια ομάδα Γερμανών με παρατεταμένα τα όπλα παρέλαβε τα έξι αυτά άτομα και τα οδήγησε έξω από το χωριό κοντά στην Εκκλησία του Αγίου Παντελεήμονα και εκεί τηρώντας τους τύπους μιας θανατικής καταδίκης, τους απάγγειλαν την κατηγορία ότι ήσαν μέλη της αναρχικής κομμουνιστικής οργάνωσης του ΕΑΜ και πως η Γερμανική στρατιωτική Διοίκηση τους καταδικάζει σε θάνατο δια τυφεκισμού.
Εκεί τους τοποθέτησαν σε παράταξη μπροστά από έναν τοίχο και αμέσως με το παράγγελμα του επικεφαλής αξιωματικού, οι ριπές των αυτομάτων όπλων αντήχησαν στην απέναντι πλαγιά και τους θέρισαν όλους, για να επακολουθήσει έπειτα η χαριστική βολή από τον επικεφαλής του αποσπάσματος.
Η όλη διαδικασία ήταν σύντομη και μέσα σε λίγα μόνο λεπτά της ώρας, άλλα έξι άτομα από το Χέλι έπεσαν νεκροί μπροστά στο μαντρότοιχο ενός αλωνιού, κοντά στην Εκκλησία του Αγίου Παντελεήμονα, εκεί ακριβώς που άλλοτε στο Πανηγύρι του Αγίου, χόρευαν οι νέοι του χωριού. Οι νεκροί

271

Χελιώτες, από τις επιχειρήσεις των Γερμανών, έφθασαν έτσι τους δέκα πέντε.
Οι χαφιέδες που συνόδευαν τους Γερμανούς, αμέσως μετά την εκτέλεση, σύλησαν τα πτώματα των εκτελεσθέντων, αφαιρώντας τους εκτός από κάθε πολύτιμο αντικείμενο που είχαν μαζί τους, όπως ρολόγια, δακτυλίδια κ.λ.π. ακόμα και τα χρυσά τους δόντια που είχαν μέσα στο στόμα τους.

82. Συνέχεια της Σφαγής στην Τούρμιζα και στο Μοναστήρι

Την ίδια ημέρα και λίγη ώρα μετά την εκτέλεση των παιδιών της οικογένειας Μπιμπή, εκεί κοντά που έγινε το πρώτο μακελειό, οι Γερμανοί έπιασαν έναν άλλο νέο μέσα στην καλύβα του και αυτόν, τον Δημήτριο Χρήστου Οικονόμου (Λάμπρο) και αφού τον μετέφεραν κοντά στην τοποθεσία, όπου πριν λίγη ώρα είχαν εκτελέσει τα τρία αδέρφια, τον εκτέλεσαν και αυτόν χωρίς καμιά διαδικασία και τον πέταξαν μέσα σε μια συστάδα θάμνων ( πατουλιά ).

Στην Τούρμιζα από την οικογένεια Ιωάννου Οικονόμου, πήραν τον γιο του Γεώργιο Ιωάννου Οικονόμου, ο οποίος ήταν και αγροφύλακας, τον μετέφεραν από εκεί στο ρέμα του Φλώρου, κοντά στα μαντριά του Χρήστου Οικονόμου (Ντούροζα) και εκεί τον εκτέλεσαν χωρίς καμιά διαδικασία.
Στην Τούρμιζα επίσης είχαν συλλάβει και τον Χρήστο Οικονόμου, πατέρα του Δημητρίου που πριν λίγο είχαν εκτελέσει, κοντά στον τόπο όπου είχαν εκτελέσει και τα αδέρφια Μπιμπή και τον εκτέλεσαν και αυτόν χωρίς καμιά διαδικασία.
Στη θέση Σκάλα οι Γερμανοί την ίδια ημέρα έπιασαν τον Ιωάννη Οικονόμου (Μαρέλι) και τον Γεώργιο Ευαγγέλου Μανώλη, οι οποίοι πήγαιναν στο Μετόχι για να θερίσουν το χωράφι τους και αφού τους μεταφέρανε κοντά στο Μοναστήρι, στη θέση Αλωνάκια, τους εκτέλεσαν και αυτούς χωρίς καμιά διαδικασία.
Στην Τούρμιζα οι Γερμανοί είχαν πιάσει και τον Παναγιώτη Ιωάννου Οικονόμου αδελφό του Γεωργίου Ιωάννου Οικονόμου, που είχαν προηγουμένως εκτελέσει και για δύο ημέρες τον είχαν μαζί τους για διάφορες αγγαρείες και προκειμένου οι Γερμανοί να αναχωρήσουν για το Χέλι, τον εκτέλεσαν και αυτόν στο Μοναστήρι, εκεί κοντά στο πηγάδι της σκάλας.

269

Έτσι τις δύο πρώτες ημέρες των επιχειρήσεων στην περιοχή της Τούρμιζας και του Μοναστηριού τα θύματα των Γερμανών έφθασαν τα εννέα, τρία από την οικογένεια Μπίμπή, τέσσερα από τις δύο οικογένειες Οικονόμου και ακόμα δύο, τον Ιωάννη Μαρέλι και τον Γεώργιο Μανώλη. Το γεγονός ότι την πρώτη ημέρα τα θύματα είναι κυρίως από δύο Οικογένειες, την οικογένεια Μπιμπή και την Οικογένεια Οικονόμου, φανερώνει ότι πραγματικά οι Γερμανοί είχαν πληροφορίες για την αντιστασιακή δράση ενός Μπιμπή, του Γεωργίου και ενός Οικονόμου, του Γεωργίου επίσης, που και οι δυο τους ανήκαν στην ίδια ομάδα, η οποία από πολύ ενωρίς είχε διαχωρίσει τη θέση της από τη δράση του ΕΑΜ.
Οι Γερμανοί μετά τις εννέα αυτές εκτελέσεις προχώρησαν και μπήκαν μέσα στο Μοναστήρι, αλλά εκεί δεν πείραξαν κανέναν, παρά το γεγονός ότι εκτός από τον Παπανικόλα, βρίσκονταν μέσα και άλλοι τσοπάνηδες, οι οποίοι είχαν μαζευτεί από την γύρω περιοχή και είχαν βρει εκεί καταφύγιο.