Από το 1922 μέχρι και το 1939, η Ελλάδα, όπως και όλη η Ευρώπη περνούν μια ειρηνική περίοδο και κανένα αξιόλογο περιστατικό δεν συνέβη που να έχει σχέση με το Χέλι. Όλοι οι κάτοικοι του χωριού περνούν μια ήρεμη ζωή, φτωχικά μεν, αλλά ήσυχα, οι τσοπάνηδες με τα ζώα τους και οι γεωργοί με τα κτήματα τους. Το 1939 ένας χωριανός μας ο Δημήτριος Γεωργίου Τριμπόνιας, ενώ υπηρετούσε τη στρατιωτική του θητεία αρρώστησε και πέθανε στρατιώτης. Αυτό ήταν ένα θλιβερό γεγονός στο χωριό κατά την περίοδο εκείνη.
Δεν έχουν περάσει καλά-καλά δέκα οκτώ χρόνια ειρηνικά από τη θλιβερή εκείνη εποχή του 1822, όπου ο Ελληνικός Στρατός έπαθε τη γνωστή πανωλεθρία στη Μικρά Ασία και ενώ ακόμα οι ώριμοι άνδρες διατηρούν στη μνήμη τους ζωντανές τις φοβερές εκείνες ημέρες που έζησαν στη διάρκεια της Μικρασιατικής Καταστροφής, να και πάλι τα μαύρα σύννεφα του πολέμου φάνηκαν απειλητικά στον ορίζοντα της Ευρώπης. Η Γερμανία του Χίτλερ με συμμάχους την Ιταλία του Μουσολίνι και την Ιαπωνία κήρυξαν τον πόλεμο εναντίον όλης της Ευρώπης.
Στη λαίλαπα αυτή του πολέμου μοιραίο ήταν να εμπλακεί και η Ελλάδα, χωρίς βέβαια αυτή να το επιδιώξει. Δέκα οκτώ χρόνια μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή, στις 28 Οκτωβρίου 1940, τα Ιταλικά στρατεύματα που βρίσκονταν στην Αλβανία, χωρίς κανένα λόγο και καμιά αιτία επιτέθηκαν εναντίον της Ελλάδας και μπήκαν στο Ελληνικό έδαφος.
Οι Έλληνες καλούνται για μια ακόμα φορά να κάνουν το Εθνικό τους καθήκον και να υπερασπιστούν την Πατρίδα τους.
Αντιστέκονται στις μεγαλύτερες και πιο σύγχρονες σε υλικά μέσα δυνάμεις των Ιταλών. Το ίδιο πρωινό της 28ης Οκτωβρίου 1940 η Ελλάδα κάνει γενική επιστράτευση για να αντιμετωπίσει την εχθρική εισβολή. Οι στρατεύσιμοι Χελιώτες κατά εκατοντάδες ξεκινούν από το χωριό τους από τις πρώτες πρωινές ώρες και πεζοπορώντας φθάνουν στα Στρατόπεδα του Ναυπλίου και την ίδια ημέρα φόρεσαν το χακί, πήραν τα όπλα στο χέρι και με κάθε πρόσφορο μέσο στέλνονται στο Αλβανικό Μέτωπο. Και εκεί ψηλά στα Αλβανικά βουνά από την πρώτη ημέρα των επιχειρήσεων γίνεται το μεγάλο θαύμα του 1940.
Η αντίσταση των Ελλήνων στις υπέρτερες Ιταλικές δυνάμεις προκάλεσε εκδηλώσεις θαυμασμού σε ολόκληρο τον κόσμο. Ο ενθουσιασμός των Ελλήνων Στρατιωτών και η ασυγκράτητη ορμή τους, αναπληρώνουν τα πενιχρά πολεμικά μέσα που είχαν στη διάθεση τους. Η λόγχη του Έλληνα Τσολιά και η ιστορική κραυγή "ΑΕΡΑ" έγιναν ο φόβος και ο τρόμος των εισβολέων. Οι Ιταλοί φασίστες όχι μόνο εκδιώχθηκαν από τα Ελληνικά χώματα αλλά και αναγκάστηκαν άτακτα να υποχωρήσουν μέσα στο Αλβανικό έδαφος.
Οι Ελληνικές Πόλεις της βόρειας Ηπείρου πέφτουν στα χέρια των Ελλήνων η μία έπειτα από την άλλη. Κορυτσά, Αργυρόκαστρο, Αυλώνα, Άγιοι Σαράντα, Χιμάρα κ.λ.π. γίνονται και πάλι Ελληνικές. Οι Χελιώτες εντεταγμένοι οι περισσότεροι στο όγδοο Σύνταγμα της Τετάρτης
233
Μεραρχίας αλλά και οι υπόλοιποι που ήσαν εντεταγμένοι σε άλλες μονάδες, κάνουν όλοι μαζί το καθήκον τους. Στις υπέρτερες όμως δυνάμεις του εχθρού προστέθηκε ακόμα ένας εχθρός των Ελλήνων, το φοβερό κρύο που ήσαν υποχρεωμένοι να αντιμετωπίσουν το χειμώνα εκείνο.
Οι Έλληνες Τραυματίες που μεταφέρονται στα μετόπισθεν είναι οι περισσότεροι από κρυοπαγήματα και λιγότεροι από τις σφαίρες των Ιταλών. Από τα κρυοπαγήματα ακρωτηριάζονται πάρα πολλοί και μένουν ανάπηροι σε όλη τους τη ζωή. Ευτυχώς για το Χέλι που παρά τη γενναία αριθμητική συμμετοχή τους στον Ελληνοϊταλικό Πόλεμο, που κράτησε έξι περίπου μήνες, το Χέλι δεν θρήνησε θύματα, παρά μόνο μερικούς τραυματίες και από αυτούς ένας από κρυοπαγήματα με αποτέλεσμα να υποστεί ακρωτηριασμό των δακτύλων των ποδιών του. Στον Ελληνοϊταλικό πόλεμο υπήρχε μόνον ένας αγνοούμενος ο Σπυρίδων Χρήστου Οικονόμου, που όμως μετά τη λήξη του δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου έδωσε σημεία ζωής. Βρισκόταν αιχμάλωτος των Ιταλών και γύρισε στο χωριό με το τέλος του δευτέρου Παγκοσμίου πολέμου, αμέσως μετά την υπογραφή της ειρήνης.
Έτσι παρά το γεγονός ότι εκατοντάδες Χελιώτες πολέμησαν στην Αλβανία, το χωριό δεν θρήνησε κανένα απολύτως θύμα.