Όταν τελείωσε το έργο των Ιατροδικαστών και έγινε και η αναγνώριση όλων των πτωμάτων από τους συγγενείς, τα πτώματα συρρικνωμένα όπως ήσαν τυλίχτηκαν σε λευκά σεντόνια και τοποθετήθηκαν μέσα στα πρόχειρα φέρετρα, τα οποία στη συνέχεια φορτώθηκαν ανά δύο φέρετρα σε ένα μουλάρι, γιατί το βάρος ήταν μικρό και επέτρεπε τη φόρτωση ανά δύο και αφού όλα ήσαν έτοιμα, ξεκίνησε η φάλαγγα των μουλαριών με τους συγγενείς μαζί, σε μια μακρά και πένθιμη συνοδεία και αφού ακολουθήσαμε την αντίστροφη πορεία στο δύσβατο μονοπάτι ανάμεσα από βουνά και λαγκάδια και ύστερα από έξι περίπου ώρες πορεία μέσα στη ζέστη του καλοκαιριού, φθάσαμε στο χωριό αργά το απόγευμα.
Όλο το χωριό συγκεντρωμένο έξω στην πρόσβαση σε αυτό από την Επίδαυρο με φωνές και κατάρες προς τους δολοφόνους υποδέχεται τα άξια κουφάρια των προσφιλών των προσώπων και τα συνοδεύει προς το Νεκροταφείο του Χωριού. Εκεί αρχίζει μια άλλη τελετή, η τελευταία αυτής της τραγωδίας, η τελετή της κηδείας και της ταφής των πτωμάτων στο κοιμητήριο του χωριού, στους ίδιους νωπούς τάφους, για τους περισσότερους, που πριν ένα χρόνο είχαν ταφή και τα θύματα των Γερμανών κατακτητών.
Τι τραγική ειρωνεία αλήθεια μέσα στον ίδιο τάφο να βρίσκονται άτομα της ίδιας οικογένειας, θύματα και των Γερμανών κατακτητών και των Ανταρτών. Νέοι θρήνοι και κοπετοί ακολούθησαν την τελευταία αυτή πράξη του δράματος που είχε παιχθεί το τελευταίο χρόνο της Γερμανικής κατοχής και το πρώτο χρόνο της ελεύθερης πια Ελλάδας, σε αυτό το άμοιρο και απομακρυσμένο χωριό της Αργολίδας, το γνωστό τότε με το όνομα Χέλι και σήμερα Αραχναίο.
Είναι το μοναδικό χωριό στην Αργολίδα που στη κατοχή υπέστη τόσα πολλά δεινά και που δημιουργήθηκαν εκατόν δέκα τέσσερα συνολικά θύματα, από τους Γερμανούς και τους αντάρτες, στα οποία αν προστεθεί και ο Καφάσης, θύμα και αυτός των ανταρτών, τότε τα θύματα ανέρχονται συνολικά στα εκατόν δέκα πέντε.