(Ἀπὸ τὸ βιβλίο τῆς Ροδούλας Σταθάκη-Κούμαρη: «Ἡ οἰνοποιὸς ἑταιρεία “ΑΧΑΪΑ” καὶ τὰ χειροποίητα βαρέλια της»-Πάτρα 2011)
Ἡ ἱστορία τῆς «ἐν Πάτραις ἀνωνύμου οἰνοποιητικῆς ἑταιρίας ὑπὸ τὴν ἐπωνυμίαν “ΑΧΑΪΑ”»1 ἀρχίζει ὅταν ἕνας εὐαίσθητος καὶ ρομαντικὸς φιλέλλην Γερμανός, γεννημένος στὸ Seltmans τῆς Βαυαρίας, ὁ Gustav Clauss (1825-1908), ἀποφασίζει νὰ ἐγκατασταθεῖ στὴν Ἑλλάδα.
Τὸ 1848 ἔρχεται στὴν Κέρκυρα γιὰ νὰ ἐργαστεῖ σὲ μία ἀπὸ τὶς μεγαλύτερες γερμανικὲς ἐμπορικὲς ἑταιρείες, τήν «Fels & Co», ποὺ ἀπὸ τὰ μέσα τῆς δεκαετίας τοῦ 1840 εἶχε δραστηριοποιηθεῖ καὶ στὴν Πάτρα. Μετὰ ἀπὸ πρόταση τῶν «Fels & Co», ὁ G. Clauss
ἔρχεται τὸ 1852 στὴν Πάτρα γιὰ νὰ ἀναλάβει τὴ διεύθυνση τοῦ τμήματος
ἐξαγωγῶν τῆς ἑταιρείας. Τὴ διεύθυνση τοῦ τμήματος εἰσαγωγῶν εἶχε ὁ Theodor Hamburger2
(1822-1883), ποὺ εἶχε ἔλθει στὴν Πάτρα τὸ 1847 γιὰ νὰ ἐργαστεῖ στὸν
ἴδιο οἶκο. Ἡ φιλία καὶ ἡ συνεργασία τῶν δύο ἀνδρῶν διατηρήθηκε μέχρι καὶ
τὸν θάνατο τοῦ τελευταίου.
Τὸ 1858 ὁ G. Clauss παντρεύεται τὴ Θωμαΐδα Καρπούνη (1836-1901), κόρη συνταγματάρχη, ὑπασπιστῆ τοῦ Βασιλιᾶ Ὄθωνα καὶ μιᾶς Βαυαρέζας ἀπὸ τὸ Μόναχο, κυρίας ἐπὶ τῶν τιμῶν τῆς Βασίλισσας Ἀμαλίας. Τὸ ζεῦγος μένει στὴν Πάτρα καὶ τὸ 1860 ἀποκτᾶ μία κόρη, ποὺ τὴν ὀνομάζει Ἀμαλία.
Στοὺς πρόποδες τοῦ Παναχαϊκοῦ σὲ ὑψόμετρο διακοσίων μέτρων εἶναι τὸ ὀροπέδιο Ριγανόκαμπος. Ἐκεῖ πήγαινε συχνά, ἔφιππος ὁ G. Clauss,
γιὰ νὰ θαυμάσει τὴν ἐξαίσια θέα πρὸς τὸν Πατραϊκὸ κόλπο καὶ τὴν
καλλιέργεια ἀμπελώνων. Σύμφωνα μὲ προφορικὲς παραδόσεις, ὅπως
διασώζονται σὲ σημειώσεις τοῦ παλαιοῦ βαρελοποιοῦ τῆς ἑταιρείας «ΑΧΑΪΑ CLAUSS» Σπύρου Μάλλια3, «ἀγοράζει
ἕνα μικρὸ ἀμπελῶνα καὶ κτίζει μιὰ μικρὴ καλύβα γιὰ νὰ μπορεῖ νὰ
διανυκτερεύει. Γιὰ προσωπική του χρήση ἑτοιμάζει ἕνα βαρέλι, ὅπου
φτιάχνει κρασὶ ἀπὸ τὸν ἀμπελῶνα του. Τὸ κρασὶ εἶχε μοναδικὴ γεύση. Ἔτσι,
τοῦ γεννήθηκε ἡ ἰδέα τῆς ὀργάνωσης μιᾶς οἰνοποιίας».
Τὸ
1861 ἀγοράζει γῆ καὶ καλλιεργεῖ ἀμπελῶνες σὲ τέλεια διάταξη, ποὺ
ἀναπτύσσονται ἰδιαίτερα σὲ αὐτὰ τὰ ἐδάφη. Ὀργανώνει ἕνα μικρὸ ληνό, μία
ἀποθήκη καὶ ἕνα κελλάρι μὲ τὰ πρῶτα βαρέλια, ποὺ δὲν ξέρουμε τὸν ἀριθμό
τους.
Ἐκείνη τὴν ἐποχὴ ἐγκαθιστᾶ στὸ κτῆμα τὸν πρῶτο συνεργάτη του, Francesco Malia, ἀπὸ τὴν Μάλτα, μὲ τὴν οἰκογένειά του. Ὁ Francesco Malia
συμβάλλει οὐσιαστικὰ στὴ δημιουργία τοῦ οἰνοποιείου καὶ οἱ ἐργασίες
αὐξάνονται καθημερινά. Προσλαμβάνονται ἐργάτες πού, σύμφωνα μὲ τὸ
πρόγραμμα τοῦ G. Clauss,
ἐγκαθίστανται οἰκογενειακῶς στὸ κτῆμα. Ἐκτὸς ἀπὸ τὶς κατοικίες τῶν
ἐργατῶν κτίζονται ἀποθῆκες, κελλάρια, ἐργαστήρια, σταῦλος καὶ
βαρελοποιεῖο, ἐνῶ μέριμνα τοῦ δημιουργοῦ τοῦ οἰκισμοῦ ἦταν καὶ ἡ ὕδρευσή
του. Φέρνει νερὸ ἀπὸ τὶς πηγές, κατασκευάζει δεξαμενή, χυτοσιδηρὸ ἀγωγὸ
καί, στὸν ἁμαξιτὸ δρόμο Πατρῶν-Καλαβρύτων ποὺ διασχίζει τὴν περιοχή,
χτίζει μία πέτρινη βρύση, ὅπου γράφει ἑλληνικά:
Τὸ 1865 ὁ G. Clauss ἀγοράζει καὶ ἄλλη γῆ, φυτεύοντας καινούριους ἀμπελῶνες. Τὴν ὅλη περιοχὴ ὀνομάζει «Gutland», ποὺ σημαίνει «εὔφορη γῆ», ὅπως τὴν ἔλεγε ἡ κόρη του κατ’ ἀντιστροφὴ τοῦ ἀρχικοῦ «Landgut», ποὺ σημαίνει «κτῆμα», καθὼς διαβάζουμε στὸν ὁδηγό “Patras und seine Weine”4
Οἱ ἐργασίες στὴν Gutland προχωροῦν συνεχῶς. Φτιάχνεται ὁ δρόμος Πάτρα – Ριγανόκαμπος καὶ
ἐπισκευάζονται τὰ γεφύρια ποὺ διευκολύνουν τὴν πρόσβαση στὸ κτῆμα. Ἡ
ἐποχὴ ὅμως εἶναι δύσκολη καὶ οἱ συνθῆκες δημόσιας ἀσφάλειας δὲν ἐμπνέουν
καμία ἐμπιστοσύνη∙ κυκλοφοροῦν ληστές. Θῦμα ληστείας κινδύνεψε νὰ πέσει καὶ ὁ G. Clauss ἀπὸ τὸν ἀρχιληστὴ Λίγκο ποὺ
παραμόνευε σὲ μιὰ ρεματιὰ περισσότερο ἀπὸ μιὰ ἑβδομάδα, γιὰ νὰ τὸν
συλλάβει καὶ νὰ εἰσπράξει λύτρα. Τελικὰ, κάποιοι τὸν ἔπεισαν ὅτι δὲν θὰ
ἦταν φρόνιμο νὰ βλάψει τὸν ἄνθρωπο ποὺ ἔδινε ἐργασία καὶ τροφὴ στοὺς
φτωχοὺς ἐργαζόμενους. Στὴ θέση ποὺ περίμενε ὁ Λίγκος, τοποθετήθηκε ἀργότερα μία ἀναμνηστικὴ μαρμάρινη πλάκα μὲ ἐπιγραφὴ στὰ γερμανικά:
ΕΝΕΔΡΑ ΛΙΓΚΟΥ
ΕΔΩ ΠΑΡΑΜΟΝΕΥΕ ΤΟ ΕΤΟΣ 1869
ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΟ ΑΠΟ ΜΙΑ
ΕΒΔΟΜΑΔΑ, ΟΜΩΣ ΧΩΡΙΣ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ,
Ο ΑΡΧΙΛΗΣΤΗΣ ΛΙΓΚΟΣ
ΤΟΝ ΚΥΡΙΟ ΤΟΥ ΚΤΗΜΑΤΟΣ CLAUSS
Ὁ
φόβος ἐπιδρομῆς τῶν ληστῶν στὸν οἰκισμό, δημιουργεῖ τὴν ἀνάγκη
προστασίας. Ἔτσι, ἀριστερὰ τῆς εἰσόδου κτίζεται ἕνας ἐπιβλητικὸς πύργος
μὲ πολεμίστρες, δυτικῆς ἀρχιτεκτονικῆς, γιὰ νὰ χρησιμεύει ὡς καταφύγιο
τῶν κατοίκων τῆς Gutland σὲ περίπτωση κινδύνου. Ἀργότερα κτίζονται ἄλλοι δύο πύργοι, ὁ ἕνας ἀνάμεσα στὸ Ἀμαλιεῖο καὶ τὴν Basilika καὶ ὁ ἄλλος στὸ κέντρο τοῦ οἰκισμοῦ. Ἔτσι ἡ Gutland προστατεύεται καὶ τὸ οἰνοποιεῖο σιγά – σιγὰ παίρνει τὴν τελική του μορφή.
Τὸ 1872 ἡ οἰνοποιία τοῦ G. Clauss μετατρέπεται σὲ μετοχικὴ ἑταιρεία μὲ τὴν ἐπωνυμία «ΑΧΑΪΑ».5 Ἕνα Συμβόλαιο Ὑποθήκης μὲ ἀριθ. 36753 τοῦ συμβολαιογράφου Ν. Θωμόπουλου, ποὺ συντάχθηκε στὴν Πάτρα τὴν 14/26 Ὀκτωβρίου 1882, μᾶς παρουσιάζει τὴν κόρη τοῦ G. Clauss, Ἀμαλία, κάτοχο 54 μετοχῶν τῆς ἑταιρείας «ΑΧΑΪΑ», μετὰ τοὺς «Fels & Co» ποὺ εἶναι πρῶτοι μὲ 107 μετοχές, ἐκπροσωπούμενοι ἀπὸ τοὺς δύο συνεργάτες, G. Clauss καὶ Theodor Hamburger.
Παρὰ τὸ γεγονὸς ὅτι τὸ 1880 ἡ κόρη τοῦ G. Clauss, Ἀμαλία, παντρεύεται τὸν βαρόνο Εmanuel von Perfall καὶ ἐγκαθίσταται στὸ Μόναχο ἐνῶ, τὸ 1883, πεθαίνει ὁ Theodor Hamburger, ἡ ἑταιρεία φαίνεται νὰ πηγαίνει καλά. Ὁ G. Clauss συνεργάζεται μὲ τὸν γιὸ τοῦ Theodor Hamburger, Albert – ὁ ὁποῖος, παράλληλα μὲ μία δική του οἰνοποιία, παραμένει στὴν «ΑΧΑΪΑ» ὡς σύμβουλος καὶ συμμετέχει στὰ συμβούλιά της- ἀλλὰ καὶ μὲ τὸν ὁμοεθνῆ του οἰνοποιὸ Jacob Klipfel, οἱ ἀμπελῶνες τοῦ ὁποίου ἦταν ἐπίσης στὸν Ριγανόκαμπο. Ὁ Klipfel, στὴν Ἔκθεση τῶν Ὀλυμπίων, τὸ 1870, εἶχε βραβευτεῖ μὲ ἀργυρὸ βραβεῖο Α΄ Τάξεως «δι’ ἕξ εἴδη οἴνων καλλίστης ποιότητος» 6
Ἀπὸ τότε ἀρχίζει συστηματικὰ ἡ οἰνοπαραγωγή. Μετὰ ἀπὸ ἀπόφαση τοῦ Διοικητικοῦ Συμβουλίου τῆς ἑταιρείας «ΑΧΑΪΑ» γιὰ οἰνοποίηση ἐπιτραπέζιων κρασιῶν, ὁ G. Clauss πηγαίνει στὰ χωριὰ τῶν Καλαβρύτων,
ὅπου εἶχε πληροφορίες γιὰ ἀμπελοκαλλιέργειες. Βρίσκει τὰ σταφύλια
κατάλληλα, ἀλλὰ δὲν βρίσκει οὔτε καρρόδρομο. Ὀργανώνει, λοιπόν, ἕνα
μικρὸ οἰνοποιεῖο μὲ πατητήρι καὶ κάδους γιὰ τὸν μοῦστο, ποὺ τὸν βάζει
μέσα σὲ γιδασκούς, γιὰ νὰ τὸν μεταφέρουν ζῶα στὸ χωριὸ Λόπεσι, κι ἀπὸ ἐκεῖ στὴ Gutland. Σύντομα, ἡ «ΑΧΑΪΑ» ἀπέκτησε ὑποκαταστήματα στὰ Καλάβρυτα καὶ στὸ χωριὸ Δεμέστιχα, ποὺ φρόντιζαν καὶ ὀργάνωναν τὶς ἀποστολές, ὅπως διαβάζουμε σὲ ἐπιστολὴ μὲ ἡμερομηνία 21/4 Μαρτίου 1884, καὶ ὑπογραφὴ G. Clauss.
Μὲ κύριους συντελεστὲς τὸν οἰνοποιὸ Jacob Klipfel, ποὺ ἀνέλαβε τεχνικὸς διευθυντής, καὶ τὸν γεωπόνο Emil Werl,
ἡ ὅλη ἐπιχείρηση διεξάγεται μὲ τὶς τελευταῖες ἐξελίξεις τῆς
ἀμπελουργίας καὶ τῆς οἰνοποιίας. Κορυφαία οἰνοποιητικὴ δημιουργία τῆς
ἐποχῆς ἐκείνης, εἶναι ἡ Μαυροδάφνη, ἕνα ἐκλεκτό, γλυκό, κόκκινο κρασί, ποὺ καθιέρωσε διεθνῶς τὴ φήμη τῆς «ΑΧΑΪΑ». Ἡ μυστικὴ συνταγή της βρίσκεται στὰ χειρόγραφα οἰνολογικὰ βιβλία τοῦ οἰνοποιείου τῆς Gutland, μὲ τὸν ἐμβληματικὸ ἀριθμὸ 601, ἐνῶ πολλὰ δρύινα βαρέλια γεμίζουν, ἔκτοτε, μὲ Μαυροδάφνη ἀπὸ τὰ ἀμπέλια τῆς Gutland, γιὰ ἐσωτερικὴ καὶ ἐξωτερικὴ κατανάλωση καὶ πάρα πολλὰ ἀποστέλλονται σὲ ὅλα τὰ μήκη καὶ τὰ πλάτη τῆς γῆς.
Ὡστόσο, δύο ἀπὸ αὐτὰ παραμένουν καὶ φυλλάσονται μὲ κάθε ἐπιμέλεια μέσα στὸ Imperial Cellar. Εἶναι τὰ δύο μεγάλα, δρύινα βαρέλια, χωρητικότητας 950 γαλλονιῶν τὸ καθένα, ὅπου παλαιώνει ἡ πρώτη Μαυροδάφνη, ἐσοδείας 1873. Τὸ ἕνα, ὁ G. Clauss τὸ ἀφιέρωσε στὸν Στρατάρχη κόμη Moltke7 καὶ τὸ ἄλλο, στὸν Καγκελλάριο, κόμη Bismarck8. Ὅπως διαπιστώνουμε ἀπὸ τὶς χειρόγραφες ἐπιστολές τους, ἔστελνε καὶ στοὺς δύο Μαυροδάφνη ἀπὸ
αὐτὰ τὰ βαρέλια, στὶς ἐπετείους τῶν γενεθλίων τους, ἐγκαινιάζοντας ἔτσι
τὴν τακτικὴ τῶν ἀφιερώσεων σὲ διακεκριμένες προσωπικότητες.
Μιὰ τέτοιου εἴδους, ἐξέχουσα ἱστορικὴ φυσιογνωμία ὑπῆρξε καὶ ἡ θερμὴ φιλλέλην καὶ ἑλληνομαθὴς Αὐτοκράτειρα Ἐλισάβετ τῆς Αὐστρουγγαρίας, πριγκίπισσα τῆς Βαυαρίας ἡ ὁποία, τὸ 1885, ἐποχὴ ποὺ ἔκτιζε στὴν Κέρκυρα τὸ «Ἀχίλλειον», ἐπισκέπτεται τὴν «ΑΧΑΪΑ». Ὁ G. Clauss τῆς ἀφιερώνει ἕνα ὁλόκληρο κελλάρι, ποὺ τὸ ὀνομάζει Imperial Cellar
καί, πρὸς τιμήν της, τοποθετεῖ στὸν κῆπο τῆς βίλλας του μία πλάκα
μαρμάρινη, ποὺ γράφει στὰ Γερμανικά: «ἐδῶ στάθηκε στὶς 19 Ὀκτωβρίου 1885
ἡ Αὐτοκράτειρα Ἐλισάβετ Αὐστρoουγγαρίας».
Ὅμως ἡ ἀφιερωματικὴ αὐτὴ ἐπιγραφὴ δὲν εἶναι ἡ πρώτη ποὺ μπῆκε στὴ Gutland. Εἶχε προηγηθεῖ μία ἄλλη, τὸ 1881, χρονιὰ κατὰ τὴν ὁποία πέθανε ὁ πρῶτος συνεργάτης τοῦ G. Clauss, ὁ Francesco Malia. Ἡ ἐπιγραφὴ ἐκείνη πού, ὅπως σημειώνει ὁ ἴδιος ὁ G. Clauss,
τοποθετήθηκε «εἰς μνήμην… καὶ εἰς ἔνδειξιν εὐγνωμοσύνης», βρίσκεται
ἀκριβῶς στὸ κέντρο τοῦ οἰκισμοῦ τῆς οἰνοποιίας, καὶ γράφει στὰ Ἰταλικά:
«Ἐνθάδε κεῖται ὁ Francesco Malia, γεννηθεὶς ἐν Μάλτᾳ καὶ ἀποθανὼν ἐν Gutland
τῇ 3/15 Μαρτίου 1881 σὲ ἡλικία περίπου 70 ἐτῶν. Καλὸς χριστιανός,
στοργικὸς πατέρας, ὑπηρέτησε πιστὰ καὶ ἀφοσιωμένα. Αὐτὸς ὑπῆρξε ὁ πρῶτος
κάτοικος τῆς Gutland.
Ἔζησε ἐδῶ εἴκοσι ἔτη, ἀγαπώμενος καὶ ἐκτιμώμενος ἀπὸ ὅλους καὶ ἐδῶ
ἀπεβίωσε, περιβαλλόμενος ἀπὸ τὴν στοργικὴ οἰκογένειά του ἀφοῦ πρῶτα εἶδε
νὰ φυτρώνει στὴν ἔρημο αὐτὴ γῆ, μία ἀνθισμένη ἀποικία. Εἰς μνήμην τῆς
ἀφοσιώσεώς του καὶ εἰς ἔνδειξιν εὐγνωμοσύνης γιὰ τὰ εἰκοσιοκτὼ ἔτη
πιστότατης ὑπηρεσίας, ὁ G. Clauss τοῦ ἀφιέρωσε αὐτὴ τὴν πλάκα».
Χάρη
σ’ αὐτὸν τὸν ἰδιαίτερα εὐφυῆ, λοιπόν, τρόπο ἀπαθανατίσεως τῶν γεγονότων
μέσῳ τῶν ἀφιερωματικῶν βαρελιῶν καὶ τῶν μαρμαρικῶν ἐπιγραφῶν, μποροῦμε
νὰ παρακολουθήσουμε τὴν ἐξέλιξη τῆς πορείας τοῦ G. Clauss καὶ τῆς οἰνοποιίας του:
Ἀπὸ 9 ἕως 11 Ὀκτωβρίου 1894 ἐπισκέπτεται τὸ Οἰνοποιεῖο τῆς «ΑΧΑΪΑ» ὁ πρίγκηψ Ruprecht τῆς Βαυαρίας. Ἡ ἐπίσκεψη αὐτὴ εἶναι ἀπαθανατισμένη σὲ ἐπιγραφὴ τοποθετημένη στὸ μαρμάρινο μπαλκόνι τῆς βίλλας τοῦ G. Clauss.
Τὸ 1898 ἐπισκέπτονται τὴ Gutland ὁ Βασιλεύς Γεώργιος Α΄ καὶ ἡ Βασίλισσα Ὄλγα,
στοὺς ὁποίους ἀφιερώνονται δύο μεγάλα σκαλιστὰ βαρέλια ποὺ εἶχαν ἔρθει
ἀπὸ τὴν Τεργέστη. Σὲ μαρμάρινη πλάκα χαράσσεται ἡ ἡμερομηνία τῆς
ἐπισκέψεως καὶ τὰ ὀνόματα τῶν Βασιλέων. Σὲ ἄλλη μαρμάρινη πλάκα
χαράσσονται τὰ ἑξῆς: «ἐδῶ κάθισε στὶς 16/28 Μαΐου 1898 ἡ Α.Μ. Βασίλισσα Ὄλγα τῆς Ἑλλάδος».
Τὸ 1899, οἱ Βασιλεῖς Γεώργιος Α΄ καὶ Ὄλγα ἐπανέρχονται μὲ ὅλη τὴν οἰκογένειά τους, ἀποτελούμενη ἀπὸ τέσσερεις πρίγκηπες καὶ πέντε πριγκίπισσες: τὴν Ἀλεξάνδρα, τὸν Κωνσταντῖνο, τὴ Σοφία, τὴ Βικτωρία, τὴ Μαργαρίτα, τὴ Μαρία, τὸν Νικόλαο, τὸν Ἀνδρέα καὶ τὸν Χριστόφορο. Ἡ ἐπίσκεψη εἶναι χαραγμένη σὲ μαρμάρινη πλάκα. Στὴ Βασίλισσα Ὄλγα ἀφιερώνεται ἕνα βαρέλι μὲ Μαυροδάφνη, ὅπως καὶ στὴν πριγκίπισσα Ἀλεξάνδρα. Τὰ βαρέλια βρίσκονται στὸ Imperial Cellar.
Κι
ἐνῶ τὸ βιβλίο τῶν ἐπισκεπτῶν γεμίζει μὲ ὑπογραφὲς ἐστεμμένων,
πριγκήπων, στρατηγῶν, ναυάρχων, πολιτικῶν, ἱερωμένων καὶ ἁπλῶν ἀνθρώπων
ἀπὸ διάφορες χῶρες τῆς ὑφηλίου, ἔρχεται ἕνα θλιβερὸ γεγονὸς νὰ σκιάσει
τὴν ἀνέφελη ἀλληλουχία τῶν γεγονότων: στὶς 9 Μαρτίου 1901 πεθαίνει στὸ Μόναχο ἡ Θωμαΐς, κοντὰ στὴν κόρη της Ἀμαλία, καὶ ἐνταφιάζεται ἐκεῖ. Ἡ Θωμαῒς Clauss –Καρπούνη
ἦταν πολὺ ἀγαπητὴ στὴν κοινωνία τῶν Πατρῶν. Τὴ διέκρινε ἡ φιλανθρωπία
καὶ ἦταν γνωστὴ ἡ δράση της σὲ ὅσους τὴν εἶχαν ἀνάγκη. Ἐξαίρετη σύζυγος
καὶ μητέρα, οἰκοδέσποινα καὶ πολίτις, ἄφησε σὲ ὅσους τὴ γνώρισαν μία
λαμπρὴ εἰκόνα9. Συγκλονισμένος ὁ G.Clauss ἀπὸ τὸν θάνατό της, κυριεύτηκε ἀπὸ βαθειὰ μελαγχολία καὶ μόνο μὲ τὴ συνεχῆ δουλειὰ καὶ ἀπασχόληση στὴν «ΑΧΑΪΑ»
ξεπερνοῦσε τὸν πόνο του. Ἕνα χρόνο μετὰ ἀπὸ τὸν θάνατο τῆς γυναίκας
του, τῆς ἀφιερώνει μία μαρμάρινη στήλη, ποὺ τὴν τοποθετεῖ στὸν κῆπο τοῦ
σπιτιοῦ του, στὴ Gutland. Στὴ μεσαῖα πλευρὰ γράφει:
DEM ANDENKEN AN MEIN VERLORENES GLUEK. GEWEIHT MAERZ 1902
Σὲ ἀνάμνηση τῆς χαμένης μου εὐτυχίας. Ἀφιερωμένη τὸν Μάρτιο 1902.
Στὴ δεξιὰ πλευρὰ γράφει:
THOMAIDE CLAUSS GB. KARPOUNY GB. ZU NAUPLIA 7/17 JANUAR 1858
GEST. ZU MUENCHEN AM 9 MAERZ 1901 BEGRABEN IN MUENCHEN
AUF DEM SCHWABINGER FRIEDHOF
Ἡ Θωμαῒς Clauss γεν. Καρπούνη γεν. στὸ Ναύπλιο στὶς 7/17 Ἰανουαρίου 1858 πεθ. στὸ Μόναχο στὶς 9 Μαρτίου 1901. Ἐτάφη στὸ Μόναχο, στὸ Κοιμητήριο Schwabinger.
καὶ στὴν ἀριστερή:
DIE LIEBE HOERET NIMMER AUF
I COR. XIII 8
«Ἡ ἀγάπη οὐδέποτε ἐκπίπτει».
(1η ἐπιστολὴ τοῦ Ἀποστόλου Παύλου πρὸς Κορινθίους, κεφ. 13, στ. 8).
Τὴν ἑπόμενη χρονιὰ πεθαίνει ὁ στενὸς συνεργάτης τοῦ G.Clauss, ὁ Jacob Klipfel, τοῦ ὁποίου ἡ βοήθεια, οἱ γνώσεις καὶ οἱ ἱκανότητες συνέβαλαν οὐσιαστικὰ στὴν πρόοδο τῆς ἑταιρείας. Ὁ Βαυαρὸς ἱδρυτὴς τῆς «ΑΧΑΪΑ» μένει πλέον μόνος, γιὰ νὰ ὑποδεχθεῖ – γιὰ τελευταία φορά, τὸ 1907 – στὴ Gutland, τὸν βασιλιὰ Γεώργιο Α΄, ὅπως εἶναι γραμμένο σὲ μαρμάρινη πλάκα.
Στὶς 11 Σεπτεμβρίου 1908 ἐπιστρέφοντας ἀπὸ τὴ Γερμανία στὴν Πάτρα μέσῳ Ἰταλίας, ὁ Gustav Clauss
ἄφησε τὴν τελευταία του πνοὴ μέσα στὸ πλοῖο. Ὁ φιλέλλην, εὐαίσθητος,
ρομαντικὸς καὶ ἐξαιρετικὸς ἐπιχειρηματίας ἐνταφιάστηκε στὴ Gutland κοντὰ στὸ ἐκκλησάκι τοῦ Ἁγίου Θωμᾶ, στὸ μέρος ποὺ ὁ ἴδιος εἶχε διαλέξει καὶ ἑτοιμάσει. Πάνω στὸν τάφο ὑπάρχει τὸ ἐπίγραμμα:
HIER RUHT DER SCHOEPFER DIESER COLONIE
GUSTAV CLAUSS GEB. 12 AUGUST 1825 GEST. 24 SEPTEMBER 1908
(Ἐδῶ ἀναπαύεται ὁ ἱδρυτὴς αὐτῆς τῆς ἀποικίας Gustav Clauss
γεν. 12 Αὐγούστου 1825 πεθ. 24 Σεπτεμβρίου 1908).
Καί, στὴ συνέχεια, τὸ ἔμμετρο:
OH LIEB SO LANG DU LIEBEN KANNST
OH LIEB SO LANG DU LIEBEN MAGST
ES KOMMT DIE ZEIT ES KOMMT DIE ZEIT
WO DU AN GRAEBERN STEHST UND KLAGST
(Ὤ, ἀγάπα ὅσο περισσότερο μπορεῖς
ὤ, ἀγάπα ὅσο περισσότερο ἐπιθυμεῖς
θὰ ἔλθει ὁ καιρός, θὰ ἔλθει ὁ καιρὸς
ποὺ μπροστὰ στὰ μνήματα θὰ σταθεῖς
καὶ θὰ θρηνεῖς).
Ἡ ἔντονη προσωπικότητα τοῦ G.Clauss φάνηκε ὅταν ἀκόμα ἦταν στὴν ἑταιρεία Fels & Co, ἀρχικὰ ὡς ὑπάλληλος καὶ μετὰ ὡς ἑταῖρος. Ἡ συνεργασία καὶ φιλία του μὲ τὸν Theodor Hamburger ἔφερε σημαντικὰ ἀποτελέσματα στὸ ἐμπόριο τῆς σταφίδας, γιὰ τὴν ἀνάδειξη τοῦ ὁποίου ταξίδεψε στὰ πλέον ἀπομακρυσμένα μέρη τῆς Γερμανίας καὶ τῆς Ἀγγλίας. Ὅταν δημιούργησε δικό του οἰνοποιεῖο στὸν Ριγανόκαμπο,
συνέβαλε τὰ μέγιστα στὴν Ἑλληνικὴ οἰνοποιία. Ἔχουν γραφεῖ καὶ θὰ
γραφοῦν ἀκόμα πολλὲς μελέτες πάνω στὸ θέμα αὐτό. Ἐκεῖνο ὅμως ποὺ ἀγγίζει
βαθύτερα τὸν ἄνθρωπο, εἶναι ἡ κοινωνική του συμβολή. Γύρω ἀπὸ τὸ
Οἰνοποιεῖο του, τὴν «ΑΧΑΪΑ»,
ὀργάνωσε ἕναν οἰκισμὸ τὰ κτίσματα τοῦ ὁποίου, ἀκόμη καὶ σήμερα,
ἐντυπωσιάζουν. Οἱ οἰκογένειες τῶν ἐργαζομένων εἶχαν ἐξασφαλίσει τὴ
στοιχειώδη ἐκπαίδευση γιὰ τὰ παιδιά τους, καὶ πολλὰ ὅταν μεγάλωναν
ἐξασφάλιζαν καὶ ἐργασία. Στὴν Πάτρα ὁ G.Clauss ἦταν ἐξαιρετικὰ ἀγαπητὸς στοὺς ἐμπορικούς, βιομηχανικοὺς καὶ κοινωνικοὺς κύκλους. Ὑπῆρξε πολλὰ χρόνια Πρόξενος τῆς Γαλλίας
στὴν Πάτρα, καὶ οἱ δεξιώσεις καὶ «χορευτικαὶ ἑσπερίδες τὰς ὁποίας
ἔδιδε, μένουσιν ἀλησμόνητες». Εἶχε λάβει τέσσερα παράσημα: «τὸν Σταυρὸν
τοῦ Σωτῆρος, τὸ παράσημο τοῦ Σιδηροῦ Στέμματος τῆς Αὐστρίας, τὸ Τουρκικὸ Μετζητιὲ καὶ τὸ παράσημο τοῦ Λεοπόλδου τοῦ Βελγίου». 10Ἡ προτομὴ στὸν τάφο του ἔχει μιὰ βαθειὰ μελαγχολία ἁπλωμένη στὸ πρόσωπο. Ἡ ἄυλη παρουσία του θὰ πλανᾶται πάντα στὴ Gutland καὶ ἀπὸ τὴν ἀγαπημένη του θέση θὰ βλέπει τὴν Πάτρα καὶ τὸν Πατραϊκὸ κόλπο, ποὺ τόσο ἀγάπησε.
Σημειώσεις
- Βασιλικὸ Διάταγμα τοῦ ἔτους 1873, μὲ τὸ ὁποῖο ἐγκρίνεται ἡ σύσταση τῆς ἑταιρείας «ΑΧΑΪΑ».
- Νίκος Μπακουνάκης: «Τὸ κρασὶ τοῦ Γουσταύου», Ἀθήνα 1997, σελ. 84, 106-108.
- Ὁ Σπῦρος Μάλλιας εἶναι ἀπόγονος τοῦ Μαλτέζου πρώτου ἀρχιεργάτη τοῦ G.Clauss, Francesco Malia. Μὲ τὸ πέρασμα τῶν χρόνων, τὸ λατινικὸ ὄνομα τῆς οἰκογενείας Malia ἐξελληνίστηκε, καὶ δημιουργήθηκαν δύο παραλλαγές του: τό «Μάλλιας» ποὺ εἶναι πιὸ κοντὰ στὸ αὐθεντικό, καὶ ἀφορᾶ στοὺς δύο ἀπὸ τοὺς τρεῖς ἑξαδέλφους ποὺ ἐργάστηκαν τὰ τελευταῖα χρόνια στήν «ΑΧΑΪΑ CLAUSS», τὸν Σπῦρο καὶ τὸν Σπυράκη, καθὼς καὶ τό «Μάλλιος», ποὺ παραπέμπει σὲ καθαρὰ ἑλληνικὸ ἐπώνυμο, καὶ ἀφορᾶ στὸν τρίτο ἐξάδελφο, Γιάννη Μάλλιο.
- Μὲ τίτλο “Patras und seine Weine” (Ἡ Πάτρα καὶ τὰ κρασιά της), κυκλοφορεῖ στὸ τέλος τοῦ 19ου αἰῶνα ἕνας εἰκονογραφημένος γερμανικὸς Ὁδηγὸς 48 σελίδων. Στὴ σελ. 19, κάτω ἀπὸ τὸν τίτλο, εἶναι ἡ ἡμερομηνία 1894-1898 καὶ ἡ φράση “von einem Philellenen, der Achaïa gewidmet” (ἀπὸ ἕναν φιλέλληνα, ἀφιερωμένο στὴν «ΑΧΑΪΑ»). Περιέχει μυθολογία, στατιστικές, ἀνθολογία ἀρχαίων ποητῶν καὶ ἐπαίνους συγχρόνων. Ἐπίσης χάρτες, σχέδια καὶ ἑλληνικὲς φορεσιές. Ἀναφέρει τὴν διαδρομὴ Κέρκυρα-Πάτρα, τὴν ἱστορία τῆς Πάτρας, τὰ περίχωρά της καὶ τὴν ἐξαγωγὴ σταφίδας. Οἱ σελίδες 39-48 εἶναι ἀφιερωμένες στὴν «ΑΧΑΪΑ» καὶ στὸν οἰκισμὸ τῆς Gutland, ὅπου μὲ λεπτομέρειες περιγράφονται τὰ οἰκήματα καὶ ἡ ζωὴ τῶν κατοίκων.
- Νίκος Μπακουνάκης, ὅ.π. σελ. 87. Τὸ σχετικὸ Βασιλικὸ Διάταγμα δημοσιεύτηκε στὴν Ἐφημερίδα τῆς Κυβερνήσεως μὲ ἡμερομηνία 12 Ἰανουαρίου 1873.
- Νίκος Μπακουνάκης, ὅ.π. σελ. 53.
- Moltke (1800-1881): Στρατάρχης τοῦ Πρωσσικοῦ Στρατοῦ, μία ἀπὸ τὶς μεγαλύτερες εὐρωπαϊκὲς στρατιωτικὲς φυσιογνωμίες τοῦ 19ου αἰ.
- Bismarck (1815-1898): Καγκελλάριος τῆς Πρωσσίας, ἀπὸ τοὺς ἱδρυτὲς τῆς Γερμανικῆς Αὐτοκρατορίας, μεγάλη πολιτικὴ φυσιογνωμία τοῦ 19ου αἰ.
- Ἐφημερὶς ΝΕΟΛΟΓΟΣ, Πάτραι 6 Ἀπριλίου 1901, «Μνημόσυνον τῆς Θωμαΐδος Κλάους»
- Ἐφημερὶς ΝΕΟΛΟΓΟΣ, Πάτραι 12 Σεπτεμβρίου 1908, «Γουσταῦος Κλάους».
Τὰ κυριότερα νέα δεδομένα, λοιπόν, εἶναι δύο:
1. Ἡ λογιστικὴ καταχώρηση ποὺ ἀνακαλύψαμε τὴν περασμένη, μόλις, ἑβδομάδα, σὲ ταμειακὸ βιβλίο τῆς «ΑΧΑΪΑ», σύμφωνα μὲ τὴν ὁποία, στὶς 6 Μαρτίου 1922, στὰ Γενικὰ Ἔξοδα ἐγγγράφεται ἡ «Πληρωμή μας μέσον Ἀ. Παλαιολόγου διὰ τὴν δαπάνην λειτουργιῶν τῶν ἐν Ριγανοκάμπῳ ἐκκλησιῶν “Ἀπόστολος Θωμᾶς” τῆς ὀρθοδ. ἀνατολικῆς ἐκκλησίας καὶ “Ἅγιος Γεώργιος” τῆς καθολικῆς ἐκκλησίας, ἀπὸ 1 Ὀκτωβρίου 1920 μέχρι 30 Σεπτεμβρίου 1921».
Ἔτσι, χάρη στὴ σαφήνεια τοῦ ὑπαλλήλου ποὺ συνέταξε τὴ συγκεκριμένη ἐγγραφή, ἡ ὑπόνοια ποὺ ἐξέφρασε πρὶν ἀπὸ τέσσερα χρόνια ἡ κ. Ροδούλα Σταθάκη στὸ βιβλίο της Η ΟΙΝΟΠΟΙΟΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑ «ΑΧΑΪΑ» ΚΑΙ ΤΑ ΧΕΙΡΟΠΟΙΗΤΑ ΒΑΡΕΛΙΑ ΤΗΣ, πληροφορώντας μας πὼς στὴν ἀρχὴ τῆς σελ. 352 τοῦ χειρόγραφου βιβλίου HAUPTBUCH GUTLAND I (Καθολικὸν) 1893-1915 ὑπάρχει μία σημείωση ποὺ ἀναφέρει ὅτι «ἡ Καθολικὴ ἐκκλησία τοῦ Ἁγίου Γεωργίου καθιερώθηκε στὶς 11/23 Ἀπριλίου 1899…», γίνεται πλέον βεβαιότητα ἀδιαμφισβήτητη.
2. Ἡ «πέτρα» τῶν ἐγκαινίων τοῦ καθολικοῦ παρεκκλησίου τῆς ΑΧΑΪΑ CLAUSS, βρίσκεται στὴ θέση της.
Ἔχοντας κατὰ νοῦ καὶ τὶς δύο αὐτὲς
σημαντικὲς παραμέτρους, ἄς παρακάμψουμε τώρα ὅλες τὶς δευτερευούσης
σημασίας λεπτομέρειες ποὺ συνθέτουν αὐτὴ τὴν ἐρευνητική μας περιπέτεια,
κι ἄς ἐπαναδιατυπώσουμε τὰ συμπεράσματά μας, λαμβάνοντας ὑπ’ ὄψιν τὰ
πραγματικὰ στοιχεῖα:
-
Οἱ οἰκογένειες τῶν Καθολικῶν ποὺ κατοικοῦσαν μέσα στὸ Οἰνόκαστρο τῆς «ΑΧΑΪΑ» ἴσως νὰ ἐκκλησιάζονταν ἀρχικά, σύμφωνα μὲ τὴ μαρτυρία τοῦ βαρελᾶ τοῦ Οἰνοποιείου Σπύρου Χρ. Μάλλια, στὸ σπίτι τοῦ παποῦ του, Σπύρου Fr. Μάλλια, ὁ ὁποῖος εἶχε διαμορφώσει ἕνα δωμάτιο γι’ αὐτὸν τὸν σκοπό. Ἀλλὰ οἱ ἐπίσημες τελετές τους, ὅπως ἡ κηδεία τοῦ πρώτου ἀρχιεργάτη τοῦ Gustav Clauss, Μαλτέζου Francesco Mallia, φιλοξενοῦνταν στὸν ὀρθόδοξο ναΐσκο τοῦ Ἁγίου Θωμᾶ, ὅπως προκύπτει ἀπὸ τὰ σχετικὰ ληξιαρχικὰ βιβλία τῆς Καθολικῆς ἐνορίας τῶν Πατρῶν.
-
Τὴν 11η/23η Ἀπριλίου τοῦ 1899 -ἡμέρα ἑορτῆς τοῦ Ἁγίου Γεωργίου- ἐγκαινιάστηκε Καθολικὸ παρεκκλήσιο ἐντὸς τῶν τειχῶν τῆς Gutland, ἀφιερωμένο στὸν Ἅγιο Γεώργιο. Ἡ λειτουργία τοῦ παρεκκλησίου αὐτοῦ μαρτυρεῖται τοὐλάχιστον μέχρι καὶ τὸ ἔτος 1921, ἡ δὲ θέση στὴν ὁποία βρισκόταν δὲν μᾶς εἶναι γνωστή, χωρὶς νὰ ἀποκλείεται καὶ ἡ ταύτισή του μὲ τὸ σημερινὸ καθολικὸ παρεκκλήσιο, ποὺ φέρεται ἀφιερωμένο στὴν Ἁγία Ἄννα.
-
Τὰ τοῦ παρεκκλησίου τῆς Ἁγίας Ἄννης, ὅπως παρουσιάστηκαν στὶς προηγούμενες ἀναρτήσεις, μένουν πρὸς διερεύνησιν. Γιὰ τὴ διερεύνηση αὐτή, πολύτιμα θὰ εἶναι τὰ συμπεράσματα ποὺ θὰ προκύψουν ἀπὸ τὴ μελέτη τῶν γραπτῶν πηγῶν τοῦ Ἱστορικοῦ Ἀρχείου τῆς ΑΧΑΪΑ CLAUSS, ἀλλὰ καὶ τῆς παλαιᾶς φωτογραφίας τοῦ ἐσωτερικοῦ τοῦ συγκεκριμένου ναΐσκου, ποὺ δημοσιεύεται ἐδῶ γιὰ πρώτη φορά. Τὴ φωτογραφία αὐτὴ μᾶς ἐνεχείρησε, πρὶν ἀπὸ λίγα χρόνια, ὁ ἀπόγονος τοῦ Francesco Mallia, ἀείμνηστος Γιάννης Μάλλιος –γεννημένος καὶ αὐτὸς ἐντὸς τῶν τειχῶν τῆς «ΑΧΑΪΑ»- μαζὶ μὲ τὴν πληροφορία ὅτι ὁ εἰκονιζόμενος γενειοφόρος ὀνομαζόταν Vitto Pugliese καὶ ἦταν κηπουρὸς στὴ βίλλα τοῦ οἰνόκαστρου. Ἡ μελέτη αὐτῆς τῆς φωτογραφίας, μαζὶ τὰ λοιπὰ στοιχεῖα, θὰ βοηθήσει ἴσως στὴ διερεύνηση τῆς ὑπόθεσης.
-
Τέλος, στὴ συνάφεια αὐτὴ καὶ μέχρι νὰ ἔρθει ἡ στιγμὴ τῆς ἐπίλυσης τῶν ἀποριῶν ποὺ ἀνεφύησαν, πρέπει νὰ ἀναφέρουμε, σχετικὰ μὲ τὴ μαρτυρία τοῦ Κωνσταντίνου Ἀντωνόπουλου, κατὰ τὴν ὁποία μετὰ τὸν θάνατο τῆς Costanza Ἀντωνοπούλου ἡ «πέτρα» τῶν ἐγκαινίων τῆς ἐκκλησίας «γύρισε πίσω στὴν Ἰταλία, κι ἔτσι ἡ ἐκκλησία δὲν λειτουργάει πλέον», ὅτι, ὅπως μᾶς βεβαιώνουν οἱ ὑπεύθυνοι τοῦ Καθολικοῦ Ναοῦ τῆς Πάτρας, ἡ ἰδιότυπη αὐτὴ «πέτρα» μὲ τὰ ἱερὰ λείψανα, δὲν ἔχει ἀπομακρυνθεῖ,
ἀλλ’ ἀντιθέτως, κατέχει περίοπτη θέση στὸ κέντρο τῆς Ἁγίας Τράπεζας τοῦ περὶ οὗ ὁ λόγος παρεκκλησίου.
***
Ὁλοκληρώνοντας τὸν πρῶτο κύκλο τῶν ἐρευνῶν καὶ ἀναφορῶν μας στὸ Καθολικὸ παρεκκλήσιο τῆς ΑΧΑΪΑ CLAUSS, συμπεραίνουμε –καὶ ἀνακοινώνουμε- ὅτι ἡ καστροπολιτεία τοῦ κ. Clauss περιελάμβανε, ἐκτὸς τῶν ἄλλων, καὶ τὸν Καθολικὸ ναὸ τοῦ Ἁγίου Γεωργίου,
ποὺ ἐγκαινιάστηκε τὴν
11η/23η Ἀπριλίου 1899, πρὸς ἐξυπηρέτηση τῶν λειτουργικῶν ἀναγκῶν τῶν
ἐργαζομένων καὶ διαβιούντων στὸ Οἰνοποιεῖο. Ὁ προσδιορισμὸς τῆς θέσης
στὴν ὁποῖα βρισκόταν ὁ ναὸς αὐτὸς ἐκκρεμεῖ.
Γιὰ τὴν ἀνακάλυψη καὶ στοιχειοθέτηση τῆς ἄγνωστης μέχρι σήμερα αὐτῆς πτυχῆς τῆς ἱστορίας τοῦ Οἰνοποιείου της, ἡ ΑΧΑΪΑ CLAUSS ὀφείλει θερμὲς εὐχαριστίες στὴν ἐρευνήτρια κ. Ροδούλα Σταθάκη – Κούμαρη ἀφ’ ἑνός, καὶ ἀφ’ ἑτέρου στὸν ἐφημέριο τοῦ Καθολικοῦ Ναοῦ Ἀγ. Ἀνδρέα Πατρῶν, π. Γεώργιο Ντάγκα, καθὼς καὶ στὸν συνεργάτη του κ. Ἀντώνιο Γρίμα – δόκιμο ἐρευνητῆ τοῦ λατινόγλωσσου, ἰδιόγραφου ληξιαρχικοῦ ἀρχείου τῆς Καθολικῆς κοινότητας Πατρῶν.
Ὁ Πόλεμος τελείωσε κάποια φορά, καὶ ἡ Gutland σώθηκε, χάρη στὴν αὐθεντική, κοσμοπολίτικη φυσιογνωμία της. Ὁ Νίκος Μπακουνάκης, ἱστορικὸς ἐρευνητὴς καὶ συγγραφέας, ἔγραψε πολὺ εὔστοχα στὸ βιβλίο του «Τὸ κρασὶ τοῦ Γουσταύου» ὅτι ἡ ΑΧΑΪΑ CLAUSS
«λειτούργησε ὡς ἡ μοναδικὴ στὸν κόσμο ἀγροτικὴ περσβεία ἑνὸς κρασιοῦ ἐπιδορπίου ἀλλὰ καὶ ὀρεκτικοῦ, τῆς Μαυροδάφνης, καὶ ταυτόχρονα ὡς έστία ,πάλι μοναδική, ἑνὸς πολιτισμοῦ πολυτέλειας, γαλήνης καὶ τρυφῆς».
Ἔτσι
εἶναι. Ἀκόμα κι ὅταν τὸ Οἰνοποιεῖο πέρασε σὲ ἑλληνικὰ χέρια, οἱ
ἀπόγονοι – ὄχι ἐξ αἵματος, ἐξ οἴνου…- οἱ ἀπόγονοι λοιπὸν τοῦ Clauss, Βλάσιος Ἀντωνόπουλος καὶ ὑιοὶ, δὲν ἦσαν κάτι λιγότερο ἀπὸ «πολίτες τοῦ κόσμου».
Ἄν
ἀναλογιστεῖτε, μάλιστα, ὅτι «ὑιοὶ» Ἀντωνόπουλοι σπούδασαν «τῶ καιρῷ
ἐκείνῳ»!…στὴν Ἑλβετία, καὶ μιλοῦσαν ἄπταιστα Εὐρωπαϊκὲς γλῶσσες (ὁ Ἀλέκος ἔγινε καὶ Πρόξενος τοῦ Βελγίου στὴν Πάτρα, ἐνῶ ὁ Ἀνδρέας Πρόξενος τῆς Δυτικῆς Γερμανίας!),
θὰ καταλάβετε, ὄχι ἁπλῶς γιατὶ ἡ ἑταιρεία αὔξησε τὴν παραγωγὴ, τὶς
ποικιλίες καὶ τὶς πωλήσεις της, οὔτε μόνο γιατὶ προσέθεσε στὰ προϊόντα
της τὸ Οὖζο, τὴ Σαμπάνια, τὸ Brandy, κ.λπ., ἀλλὰ, καὶ κυρίως, γιατὶ μετέτρεψε τὴν Τέχνη τῆς οἰνοποίησης, σὲ Τέχνη τοῦ Εὖ Ζῆν.
Τὰ δειλινὰ τοῦ Ὀκτωβρίου τοῦ 1960, κι ἀφοῦ ἦταν μακριὰ καὶ τὸ Θέρος καὶ ὁ Τρύγος καὶ ὁ
Πόλεμος, στὶς αὐλὲς ἀνάμεσα στὰ θρυλικὰ Οἰνόκαστρα, τιτίβιζαν πουλιὰ
καὶ παιδιὰ. Καὶ στὸ βάθος, πίσω ἀπὸ τὶς φωνὲς τῶν παιδιῶν, ἀκουγόταν ὁ
ἀπόηχος ἀπὸ τὶς χορευτικὲς ἑσπερίδες ποὺ δίνονταν στὴν ἔπαυλη τοῦ Gustav
Clauss πού, στὸ μεταξύ, εἶχε μετονομαστεῖ σὲ “villa KOSTANZA”, πρὸς τιμὴν τῆς συζύγου τοῦ Βλάση Ἀντωνόπουλου…