Σ΄αυτό το ιστολόγιο θα διαβάσετε εκτός των άλλων και την ιστορία του χωριού Αραχναίο που βρίσκεται στο Νομό Αργολίδας.



Παρασκευή 29 Μαρτίου 2024

Οι Γρύπες στην Μυθολογία



Ο Γρύπας ήταν τέρας της Ελληνικής μυθολογίας. Είχε σώμα λιονταριού ή αλόγου, κεφάλι και φτερά αετού. Επίσης σε μερικές αναπαραστάσεις του φαίνεται πως έχει και ουρά φιδιού.
Ο  Γρύπας συμβολίζει τον ήλιο, τον ουρανό, το φως της αυγής που γίνεται χρυσαφένιο, Επίσης, συμβολίζει τις δυνάμεις του αετού και του λιονταριού. ‘Όταν εμφανίζεται ως φύλακας θησαυρών σχετίζεται με την επαγρύπνηση και εκδίκηση. Στην Ανατολή ο Γρύπας συμβολίζει την σοφία και την φώτιση. Στην Ελλάδα ήταν αφιερωμένος στον Απόλλωνα σαν ηλιακό σύμβολο, στην Αθηνά σαν σοφία και στην Νέμεση σαν εκδίκηση.

Ο μύθος του θεωρείται ότι προέρχεται από την Μεσοποταμία. Πιθανότατα η γέννηση του μύθου ανάγεται στην εποχή της πρώτης ανακάλυψης απολιθωμάτων δεινοσαύρων από τον προϊστορικό άνθρωπο. Η ράχη του ήταν σκεπασμένη με φτερά και τα νύχια στα λιονταρίσια πόδια του ήταν δυνατά και γαμψά σαν του αετού. Είναι ένα φτερωτό θηρίο με κεφάλι και νύχια αετού και σώμα λιονταριού ή αλόγου.  Ο αρσενικός Γρύπας δεν έχει φτερά σε αντίθεση με το θηλυκό.

Στην Εραλδική τέχνη εμφανίζεται δίχως φτερά. Συμβολίζει τον ήλιο, τον ουρανό, το φως της αυγής που γίνεται χρυσαφένιο. Επίσης, συμβολίζει τις δυνάμεις του αετού και του λιονταριού. ‘Όταν εμφανίζεται ως φύλακας θησαυρών σχετίζεται με την επαγρύπνηση και εκδίκηση. Στην Ανατολή ο Γρύπας συμβολίζει την σοφία και την φώτιση. Στην Ελλάδα ήταν αφιερωμένος στονΑπόλλωνα σαν ηλιακό σύμβολο, στην Αθηνά σαν σοφία και στην Νέμεση σαν εκδίκηση.

Οι γρύπες του σφραγιστικού δακτύλιου της αρχαίας Άνθειας είναι ιππόγρυπες.
Ο Ιππόγρυπας είναι μισός άλογο και μισός Γρύπας. Τα φτερά του, τα μπροστινά του πόδια το κεφάλι και το ράμφος του ήταν σαν ενός Γρύπα. Ενώ σ’ όλα τ’ άλλα έμοιαζε με άλογο. ‘Οπως τα φτερωτά άλογα του Απόλλωνα, έτσι και ο Ιππόγρυπας είναι ηλιακό σύμβολο.Τον συναντάμε σε πολλές μυθολογίες. Το συναντάμε στην Αίγυπτο, τη Μεσοποταμία & την Ελλάδα. Στην Αίγυπτο ήταν η προσωποποίηση του Ήλιου. Το μεσαίωνα ο ιππόγρυπας ήταν σύμβολο της αδυναμίας.

Σε Σκυθικά στολίδια έχουν βρεθεί ιππόγρυπες να επιτίθονται σε άλογα.
Σύμφωνα με το μύθο, οι Αριμασποί βρίσκονται σε συνεχή πάλη με τους γρύπες για το χρυσό. Η χώρα στην οποία ο Αριστέας και ο Ηρόδοτος τοποθετούν τους Αριμασπούς αναφέρεται αόριστα ως βορράς της Ευρώπης, στην άκρη της Οικουμένης, ενώ η μεταγενέστερη γραμματεία τούς τοποθετεί πέραν των Ριπαίων ορέων, στην Ασία.

Για τον Ηρόδοτο, παρόλο που εκφράζει την επιφύλαξή του ως προς το να ήταν μονόφθαλμα όντα, δεν υπάρχει αμφιβολία ότι πρόκειται για πραγματικές φυλές.  Με παρόμοιο τρόπο τούς αντιμετωπίζει και ο Διόδωρος ο Σικελιώτης, ενώ στα σχόλια στον Πίνδαρο βρίσκουμε και το όνομα του βασιλιά-γενάρχη τους, του Αριμασπού. Ο Ευστάθιος, για τον οποίο οι Αριμασποί είναι «έθνος σκυθικόν», προσπαθεί με λογικό τρόπο να εξηγήσει τη μονοφθαλμία τους, συσχετίζοντάς τη με την εξάσκηση στην τοξοβολία, η οποία τους αναγκάζει να κλίνουν το ένα τους μάτι για να στοχεύσουν. Σύμφωνα με τον ίδιο, ο Διονύσιος ο Περιηγητής τούς ονομάζει «αρειμανείς» ή «αρειμανίους». Ωστόσο, στο μεγαλύτερο μέρος τους η ελληνική και η λατινική γραμματεία επαναλαμβάνουν τις πληροφορίες του Ηροδότου, προσθέτοντας ενίοτε σε αυτές κάποιες καθαρά διακοσμητικές λεπτομέρειες.

                                             Οι γρύπες στη λογοτεχνία και την τέχνη  

Τη μορφή του γρύπα την επεξεργάστηκαν στην αρχαία Ελλάδα τόσο λογοτεχνικά όσο και εικαστικά. Ξεκινώντας από την πρώτη αναφορά τους από τον Αριστέα, στη διάρκεια της Αρχαιότητας οι γρύπες μετατράπηκαν σε εχθρικά προς τους ανθρώπους τέρατα, τα οποία διέθεταν σώμα λέοντος ή ίππου και κεφαλή και φτερά αετού.

Αρκετά περίπλοκη είναι και η εικαστική εξέλιξη του γρύπα. Θεωρείται ότι η μορφή του εμφανίστηκε στην Ανατολή. Στην Ελλάδα ο γρύπας, ως ον που συνδυάζει τα χαρακτηριστικά πτηνού και τετράποδου ζώου, εμφανίστηκε κατά την Κρητομινωική περίοδο και είναι γνωστός από τις παραστάσεις από την Κνωσό την Πύλο και την Άνθεια. Όμως οι παραστάσεις των κρητομινωικών γρυπών και των ιππογρυπών της Άνθειας είναι αρκετά διαφορετικές από τις παραστάσεις τους στην αρχαϊκή και την κλασική τέχνη.

Ένας νέος τύπος γρύπα εισήχθηκε στην ελληνική τέχνη στα τέλη του 8ου αι. π.Χ. από τη Μέση Ανατολή, αρχικά στα νησιά του Αιγαίου και από εκεί στην ηπειρωτική Ελλάδα. Σε αυτόν ανήκουν οι αρχαϊκές χάλκινες προτομές γρύπα και οι πολυάριθμες σχετικές παραστάσεις του στη γραπτή κεραμική της ανατολίζουσας τεχνοτροπίας, στα νομίσματα και σε έργα μικροπλαστικής. 
Οι αρχαϊκοί γρύπες έχουν ανοιχτό ράμφος, χαίτη και κέρας και μόνο στα Κλασικά χρόνια διαμορφώνεται ο συνήθης σε εμάς τύπος γρύπα, με ρεαλιστική απόδοση των χαρακτηριστικών αετού και λέοντα. Η μορφή του γίνεται σταθερό θέμα πολλαπλών παραστάσεων στα έργα τέχνης, στη γλυπτική, στα νομίσματα, σε διάφορα άλλα αντικείμενα και στα γραπτά αγγεία. Ιδιαίτερα συχνά συναντάμε το γρύπα σε παραστάσεις στα αττικά αγγεία της λεγόμενης τεχνοτροπίας του Κερτς, κυρίως του 4ου αι. π.Χ., όπου συνήθως συνοδεύει τις παραστάσεις Αμαζόνων, του Απόλλωνα και του Διονύσου.

Οι γρύπες ως μυθολογικό στοιχείο

Η ελληνική μυθολογία συνδέει τους γρύπες με διάφορους θεούς. Στον Αισχύλο είναι τα σκυλιά του Δία, στο Νόννο είναι τα ζώα της Νέμεσης, ενώ στα έργα τέχνης ο γρύπας συχνά συνδέεται με το Διόνυσο.  Αλλά ισχυρότερη είναι η σχέση του γρύπα με τον Απόλλωνα, με τον οποίο συνδέεται μέσω του δηλιακού μύθου για τους Υπερβορείους. Είναι οι γρύπες που φέρουν την άμαξα του θεού κατά το ταξίδι του προς τους Υπερβορείους. Έτσι και οιιππόγρυπες του σφραγιστικού δακτυλίου φέρουν την άμαξα των θεοτήτων της Άνθειας.  Ως επιφάνειος ο Απόλλωνας καλπάζει πάνω σε γρύπα. Στην αρχαία Ελλάδα ο γρύπας νοούνταν ως ηλιακό σύμβολο, αλλά η σχέση του με τον ορυκτό χρυσό τού προσδίδει χθόνια χαρακτηριστικά.

Εξαιρετικά δημοφιλείς ήταν οι παραστάσεις των γρύπων στη Σκυθία, όπου η μορφή τους έφτασε μέσω δύο οδών· από την Ανατολή  και από τις ελληνικές αποικίες του βορείου Ευξείνου. Οι γρύπες αποδείχθηκαν στενά συνδεδεμένοι με τη σκυθική μυθολογία, όπου αντιπροσώπευαν το χθόνιο στοιχείο.

Ξεκινώντας από τον 5ο αι. π.Χ., η εικαστική μορφή του γρύπα στην αρχαία ελληνική τέχνη συχνά συνδέεται με τους Αριμασπούς και κατά τον 4ο αι. π.Χ. η πάλη τους γίνεται σταθερό θέμα της αττικής αγγειογραφίας στα αγγεία της τεχνοτροπίας του Κερτς. Στους συγγραφείς συναντάμε μια παράλληλη εκδοχή του μύθου για τους Αριμασπούς και τους γρύπες. Πρόκειται για την ιστορία για τα μυρμήγκια, από τα οποία οι Ινδοί κλέβουν το χρυσό. Στον Κτησία τα μυρμήγκια μετατρέπονται σε γρύπες και σε ολοκληρωμένη μορφή στο Σολινό. Ο μύθος αυτός θυμίζει πλέον έντονα την εκδοχή με τους Αριμασπούς. Οι ίδιοι οι αρχαίοι παρατηρούσαν αυτή την ομοιότητα.

Η ερμηνεία του μύθου της πάλης των Αριμασπών με τους γρύπες είναι εξαιρετικά δύσκολη. Στην Ελλάδα πρωτοεμφανίζεται ως λογοτεχνικό θέμα, όπου οι ήρωες τοποθετούνται σε άγνωστα μέρη της γης και χάρη της μυθοπλαστικής φαντασίας αποκτούν φανταστικά χαρακτηριστικά. Όπως συμβαίνει πολλές φορές, και αυτός ο μύθος μπορεί να βασίζεται σε κάποια πραγματικά στοιχεία.

Έτσι, μερικοί ερευνητές τον ερμηνεύουν κυριολεκτικά και πιστεύουν ότι πίσω από τις φανταστικές λεπτομέρειες κρύβεται ένας πραγματικός αρχαίος λαός, οι Αριμασποί. Υπάρχει και η άποψη ότι και οι αναφερόμενοι από τον Αριστέα και τον Ηρόδοτο γρύπες ήταν όχι φανταστικά όντα αλλά η ονομασία ενός αρχαίου λαού, που, λόγω της ομοιότητας του μύθου για τους γρύπες του βορρά και της Ινδίας, μετατράπηκε στη λογοτεχνική παράδοση σε φανταστικά τέρατα.

Οι άκρως αόριστες πληροφορίες για τον τόπο κατοικίας των Αριμασπών επιτρέπουν στους ερευνητές να τους τοποθετούν σε διάφορες περιοχές, ανάμεσα στα Ουράλια όρη και το Αλτάι στη Σιβηρία, δηλαδή στην περιοχή όπου κατοικούσαν σιβηροσκυθικές φυλές. Γι’ αυτό το λόγο και η ονομασία Αριμασποί ερμηνεύεται ως προερχόμενη από το
 αρχαιοϊρανικό aspa, που σημαίνει ίππος.


Άλλη άποψη υπογραμμίζει πρωτίστως το μυθικό στοιχείο του μοτίβου και βλέπει εδώ τη μεταφορά στην αρχαία ελληνική παράδοση ενός στοιχείου της σκυθικής ή, μέσω αυτής, μιας αρχαιότερης μυθολογικής παράδοσης. Οι γρύπες, με βάση την ανάλυσή τους στα έργα της σκυθικής τέχνης, ερμηνεύονται ως η προσωποποίηση του επέκεινα κόσμου.

Η δε πάλη των Αριμασπών με τους γρύπες σε αυτή την περίπτωση αποκτά έννοια συμβολική, εκφράζοντας την ιδέα των εμποδίων που συναντάει η ψυχή στο δρόμο προς το βασίλειο των νεκρών ή την πάλη του Άνω και του Κάτω Κόσμου για την κατοχή της θεϊκής ύλης, η οποία αντιπροσωπεύεται από το χρυσό. 

Οι
 Αριμασποί νοούνται ως οι φύλακες των συνόρων της χώρας της ευδαιμονίας. Να θυμηθούμε ότι οι Αριμασποί του Αριστέα και του Ηροδότου ήταν γείτονες των Υπερβορείων, ενός εξιδανικευμένου λαού, συνδεδεμένου στην ελληνική μυθολογική παράδοση, μέσω του Απόλλωνα, με τη λατρεία του Ηλίου. Δεν είναι τυχαίο ότι ο Απόλλωνας κάνει το ταξίδι του στη χώρα τους πετώντας πάνω σε γρύπα, ένα δαμασμένο τέρας του κόσμου των νεκρών.

Όποια ερμηνεία του θέματος κι αν επιλέξουμε, την κυριολεκτική ή την καθαρά μυθολογική, και στις δύο περιπτώσεις υπάρχει ένα στοιχείο που τις ενώνει. Ο μύθος για την πάλη των Αριμασπών με τους γρύπες αντανακλά τις μυθολογικές αντιλήψεις των αρχαίων ιρανόφωνων φυλών της Ασίας και του βορείου Ευξείνου, οι οποίες εισήχθηκαν στην ελληνική κοσμολογία και την εικαστική παράδοση μετά τη γνωριμία των Ελλήνων με το σκυθικό κόσμο.

Πανσέληνος του ζωδίου του Κριού


 
 Η Πανσέληνος  του ζωδίου του Κριού γίνεται στον άξονα Κριού - Ζυγού στις 25 Μαρτίου στις 9:01 π.μ. ώρα Ελλάδας στις 5 μοίρες και 07΄ πρώτα λεπτά του ζωδίου του Ζυγού. Άρα δεν θα είναι ορατή την στιγμή της μέγιστης φωτίσεώς της και της εκλείψεώς της (Appulse, A) στον ουρανό μας.

Οι τρεις Πανσέληνοι, των ζωδίων του Κριού, του Ταύρου και των Διδύμων είναι οι πιο σημαντικές κάθε χρονιάς. Χρειάζεται λοιπόν να γνωρίζουμε τι πρέπει να κάνουμε περιμένοντάς τις και τι αφού ολοκληρωθούν.
Η εξισορρόπηση των αντιθέτων δυνάμεων δημιουργεί αρμονία.
Αυτό ακριβώς συμβαίνει την ημέρα της Πανσελήνου, η οποία γίνεται κάθε 29 ημέρες, σύμφωνα με τον Σεληνιακό Κύκλο. Καθώς η Σελήνη είναι απέναντι από τον Ήλιο στον αντιδιαμετρικό αστερισμό -γι' αυτό παίρνει και το όνομα του Ζωδίου στο οποίο βρίσκεται ο Ήλιος- φωτίζεται ολόκληρη και η Γη βρίσκεται ανάμεσα σε δύο Φώτα τα οποία εκπέμπουν το μέγιστο του δυναμικού τους.



Αυτή είναι η κατάλληλη ώρα να πλημμυρίσουμε και εμείς από το Φως αυτό και να αισθανθούμε πολύ κοντά στις ανώτερες δυνάμεις που υπάρχουν –πείτε τις με όποιο όνομα θέλετε -.



Για να μπορέσουμε όμως να απορροφήσουμε όλην αυτήν την υπέροχη ενέργεια αλλά και να μπορέσουμε να την αποδώσουμε πίσω πάλι στο Σύμπαν, εξισορροπώντας το, πρέπει να ακολουθήσουμε κάποιους κανόνες τρεις ημέρες πριν την Πανσέληνο, την ημέρα της Πανσελήνου και τρεις ημέρες μετά, μία εβδομάδα δηλαδή. 


Ας δούμε αυτήν την διαδικασία.

Η 3η ημέρα πριν την Πανσέληνο είναι ημέρα πίστεως και αφορά τον καθαρισμό του φυσικού μας σώματος.

Η 2η ημέρα είναι ημέρα ενατενίσεως και αφορά το συναισθηματικό πεδίο προσπαθούμε λοιπόν, να επιλύσουμε όλες τις συναισθηματικές μας εντάσεις και διαφορές.

Η ημέρα πριν την πανσέληνο είναι ημέρα αφοσιώσεως στο νόημα της Πανσελήνου και αφορά το νοητικό πεδίο μας. Σκεφτόμαστε το νόημά της και το δουλεύουμε μέσα μας.

Η ημέρα της Πανσελήνου και συγκεκριμένα η ώρα της μεγίστης φωτίσεώς της είναι η στιγμή που μπορούμε να μπούμε σε ανώτερο επίπεδο επιγνώσεως και σε συνεργασία με τον Ηλιακό μας Άγγελο να δεχθούμε υψηλές δονήσεις. Την στιγμή αυτή βυθιζόμαστε στον εσωτερικό μας εαυτό και στο δικό μας Φως και η εισροή της ενέργειας της Πανσελήνου, πρέπει να περιφρουρηθεί και να αποδοθεί την 3η ημέρα, για το γενικό καλό.

Η 1η ημέρα μετά την Πανσέληνο είναι η ημέρα της καταγραφής αυτών των ενεργειών μέσα μας, για να έχουμε την απάντηση στην προσευχή μας.

Η 2η ημέρα είναι η ημέρα της αφομοιώσεως των ενεργειών αυτών στο δικό μας εσωτερικό επίπεδο και

η 3η ημέρα μετά την Πανσέληνο είναι η ημέρα της ακτινοβολήσεως των ενεργειών προς τα έξω, για να βοηθήσουμε, με την προσφορά μας αυτή, στην εξισορρόπηση του Σύμπαντος.

Στις Πανσελήνους υπάρχουν 5 βασικοί σκοποί:
1) Να ενωθούμε με τον Πνευματικό κόσμο.
2) Να ενωθούμε με τον Πλανήτη μας.
3) Να γίνει ευθυγράμμιση με το Θείο Σχέδιο.
4) Να επιτευχθεί η αδελφοποίηση της Ανθρωπότητας και
5) να καλλιεργηθούν, να αποκρυσταλλωθούν και να αφυπνισθούν οι Θείες ενέργειες μέσα σε όλους μας, όπως η αγάπη, η κατανόηση, η ευσπλαχνία, η αυτοθεραπεία, η ενόραση και επάνω από όλα η προσωπική ηθική μας.
Δύο βασικές προσπάθειες την ώρα της Πανσελήνου είναι η αβλάβεια στις σκέψεις μας, στα συναισθήματα, στις πράξεις και στα λόγια μας και η απόσπαση από όλες τις προσωπικές σχέσεις γιατί είναι πολύ σημαντικό να μην εμπλακούμε στα προβλήματα των άλλων.
Ας επικεντρωθούμε όμως στην Πανσέληνο του Κριού.
Η Πανσέληνος του Κριού θεωρείται η πρώτη σημαντική Πανσέληνος της χρονιάς, γιατί συμπίπτει με την Εαρινή Ισημερία.
«Μιλώντας κοσμικά για τον Κριό είναι το ζώδιο της δημιουργίας και η σκέψη αυτή υποκρύπτεται στα λόγια της Βίβλου:
“Του αρνίου του εσφαγμένου από καταβολής κόσμου” (Αποκαλ. xiii,8).

Είναι το μυθολογικό κριάρι, με το οποίο ο Φρίξος και η Έλλη, τα παιδιά του Αθάμαντος ξεκίνησαν για την Κολχίδα για να αποφύγουν την οργή της μητριάς τους.
Μετά τον θάνατο όμως της Έλλης,
η οποία έπεσε στα στενά της θάλασσας που από τότε την λέμε Ελλήσποντο, ο Φρίξος φθάνοντας στην Κολχίδα το θυσίασε στον Δία και την προβιά του την κρέμασε σε ένα δένδρο. Στα ριζά του δένδρου καιροφυλαχτούσε πάντοτε ένας δράκων και από τότε η προβιά αυτή έγινε σύμβολο, το γνωστό «Χρυσόμαλλο δέρας», η χρυσή προβιά, η οποία έγινε αφορμή να ξεκινήσει η Αργοναυτική Εκστρατεία.
Στην Αίγυπτο οι τελετουργίες του Ουράνιου Κριού τελούνταν στον ναό του Άμμωνος-Ρα στην Λιβυκή έρημο. Για το όνομά του πολλοί ιστορικοί αναφέρουν ότι ονομάσθηκε από την άμμο, γιατί το μαντείο του και ο ναός του ήταν σε αμμώδη τόπο στην Λιβύη. Ο Άμμων–Ρα επίσης Άμουν ή Άμεν ή Δίας κατά τον Ηρόδοτο ήταν ένας από τους μεγάλους θεούς της Αιγύπτου. Ήταν ο Ρα, ο Πνευματικός Ήλιος, ο «Ήλιος της Δικαιοσύνης».
Μερικοί αναφέρουν ότι επειδή ήταν ο Ζευς, ήταν γυιος του Κρόνου και της Ρέας. 
Ο Διόδωρος όμως ασχολούμενος με τον Άμμωνα δεν αναφέρει τους γονείς του αλλά αναφέρει ότι ήταν βασιλιάς της Λιβύης και έλαβε γυναίκα την 'Ρέα, θυγατέρα του Ουρανού. Επειδή όμως η 'Ρέα έμαθε αργότερα ότι ο Άμμων γέννησε τον Διόνυσο από την Αμάλθεια ζηλοτύπησε και έφυγε προς τους Τιτάνες και παντρεύτηκε τον Κρόνο, τον οποίο έστρεψε εναντίον του. Νικηθείς δε ο Άμμων πέρασε στην Κρήτη και ο γυιος του ο Διόνυσος νικώντας τους Τιτάνες, του χάρισε την βασιλεία της. Πριν φύγει όμως από την Λιβύη προέβλεψε την τύχη του γυιου του Διονύσου και ο Διόνυσος θεωρώντας τον πατέρα του μάντη, μετά τον θάνατό του, τού έκτισε ναό και μαντείο το οποίο έγινε ονομαστό σε όλον τον τότε γνωστό κόσμο.
 Άλλοι ιστορικοί όμως διηγούνται διαφορετική ιστορία για τον Άμμωνα. Ο Διόνυσος διερχόμενος την αμμώδη και άνυδρη έρημο της Λιβύης κινδύνευσε να πεθάνει από την δίψα μαζί με το στράτευμά του. Ξαφνικά, μπροστά του παρουσιάστηκε ένα κριάρι και ακολουθώντας το βρήκαν νερό. Σκεπτόμενος ότι αυτή ήταν βοήθεια από τον πατέρα του έκτισε εκεί μεγαλοπρεπή ναό του Άμμωνος Διός. Από τότε απεικόνιζαν τον Άμμωνα, κριοκέφαλο.
Μία άλλη εκδοχή κατά τον Ηρόδοτο, αναφέρει ότι ο Ηρακλής θέλησε να δει τον πατέρα του, τον Δία.
Εκείνος φοβούμενος να μην πάθει ο Ηρακλής ότι και η Σεμέλη, έγδαρε ένα κριάρι και τοποθέτησε εμπρός του την προβιά του. Γι’ αυτό τον απεικόνιζαν κατά τον Ηρόδοτο, κριοκέφαλο. Στον ναό του όμως, στην Λιβύη τον απεικόνιζαν σε σχήμα κωνοειδές καλυμμένο με πολύτιμους λίθους.
Οι Έλληνες τον ζωγράφιζαν σαν τετράγωνη πέτρα και κερατοπρόσωπο.
Εκτός από τον ναό του στην Λιβυκή έρημο υπήρχε ιερό του στην νήσο Μερόη και στις Θήβες της Αιγύπτου, στην Λακεδαίμονα και στην Βοιωτία, όπου αφιέρωσε άγαλμά του ο Πίνδαρος, έργο του Καλαμίδα.
Στις τελετές προς τιμήν του θυσίαζαν κριό, τον οποίο δεν έτρωγαν αλλά, αφού τον θρηνούσαν, τον έθαβαν στις Ιερές θήκες και με το δέρμα του κάλυπταν το άγαλμα του Άμμωνος, φέροντες κοντά του και το άγαλμα του Ηρακλέους για την ενθύμηση της παρουσιάσεως του Διός.
Όλες βέβαια οι αναφορές για τον Κριό εγίνοντο γιατί, κατά τις τελετές προς τιμήν του, ο Ήλιος ήταν στο ζώδιό του, ακριβώς αυτές τις ημέρες.
 Όταν τον συνέδεσαν με τον Ρα, σαν Άμμωνα–Ρα, έγινε ο Θεός του Μυστηρίου και τα ιερογλυφικά τού ονόματός του συχνά ήταν αντεστραμμένα. Ήταν ο Παν, η Παν–φύση εσωτερικά και επομένως το Σύμπαν και ο «Κύριος της Αιωνιότητος».
Ο Ρα όπως διακηρυσσόταν σε μία αρχαία επιγραφή
«γεννήθηκε από την Νηίθ αλλά όχι με τοκετό».
Ονομαζόταν «Αυτογέννητος Ρα» και δημιούργησε το αγαθό με μία ματιά του πύρινου ματιού του, όπως ο Σεθ - Τυφώνας δημιούργησε το κακό με το δικό του μάτι.
Ένας πολύ αρχαίος ύμνος εξορκίζει το όνομα «AmenRa»και χαιρετίζει τον

«Κύριο των θρόνων της Γης … Κύριο της Αλήθειας, Πατέρα των θεών, δημιουργό του ανθρώπου, των ζώων, Κύριο της υπάρξεως, Φωτιστή της Γης που διαπλέει τον Ουρανό γαλήνια…. Όλες οι καρδιές μαλακώνουν κοιτώντας Εσένα κυβερνήτη της Ζωής, της Υγείας και της Δυνάμεως! Λατρεύουμε το Πνεύμα Σου που, μόνο Του, μας δημιούργησε…»