Στις
8 Μαΐου του 1945, υπεγράφη η συνθηκολόγηση της ναζιστικής Γερμανίας. Η
Ελλάδα είχε απελευθερωθεί έξι μήνες πριν. Για περισσότερα από τρία
χρόνια, ο ελληνικός λαός διεξήγαγε μαζική αντίσταση ενάντια στους
φασίστες κατακτητές, Ιταλούς, Βούλγαρους και κυρίως τους Γερμανούς
ναζί.
Τα πάθη για την Ελλάδα, ωστόσο, δεν τελείωσαν με την
απελευθέρωση. Oι συνεργάτες των κατακτητών διατήρησαν τις θέσεις τους
στο στρατό, την αστυνομία και άλλα όργανα κρατικής εξουσίας, και οι
αντιστασιακοί άρχισαν να διώκονται, να εκτοπίζονται και να εκτελούνται
εκ νέου. Για πολλά χρόνια, η ελληνική αντίσταση παρουσιάστηκε ως
εγκληματική επιχείρηση από διαδοχικές κυβερνήσεις. Κι ενώ αναγνωρίστηκε
τελικά το 1982, ποτέ δεν έγινε αντικείμενο επίσημου εορτασμού. Το 2016
για πρώτη φορά γιορτάστηκε επίσημα η απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης από
τον ΕΛΑΣ.Ο φόβος για μια «κόκκινη Ελλάδα»
«Eίστε υπεύθυνοι για τη διατήρηση της τάξης στην Αθήνα και για την εξουδετέρωση ή την καταστροφή όλων των ένοπλων ομάδων του ΕΑΜ - ΕΛΑΣ που προσεγγίζουν την πόλη. Μπορείτε να χρησιμοποιήσετε όποια στρατηγική θέλετε για τον αυστηρό έλεγχο των δρόμων και να χρησιμοποιήσετε όσους άντρες κρίνετε… Θα ήταν φυσικά καλό αν οι εντολές σας ενισχύονταν από το κύρος της ελληνικής κυβέρνησης… Μην διστάσετε όμως να δράσετε σαν να είστε σε μια κατακτημένη πόλη, όπου μια τοπική επανάσταση βρίσκεται σε εξέλιξη… Πρέπει να κρατήσουμε και να κυριαρχήσουμε στην Αθήνα. Θα ήταν πολύ καλό να το πετύχετε χωρίς αιματοχυσία, αν αυτό είναι δυνατό, αλλά και με αιματοχυσία αν χρειαστεί».
Ο άνθρωπος που έγραψε αυτές τις γραμμές δεν ήταν άλλος από τον Βρετανό πρωθυπουργό Ουίνστον Τσόρτσιλ. Αυτό ήταν το Δεκέμβριο του 1944: τα ναζιστικά στρατεύματα εξακολουθούσαν να αντιστέκονται στους συμμάχους, οι οποίοι έκαναν αργή πρόοδο στην Ιταλία και απωθούνταν στις Αρδεννές που αντιμετώπιζαν την τελική αντεπίθεση της Βέρμαχτ. Κι όμως, οι ένοπλες ομάδες που στόχευε ο Τσόρτσιλ δεν ήταν οι ομάδες των συνεργατών των ναζί αλλά οι πατριώτες του ΕΑΜ, το οποίο επί τρία χρόνια αντιστεκόταν στους κατακτητές.
Διαβάστε ακόμα: «Επιχείρηση "ΜΑΝΝΑ": η βρετανική συμβολή στην απελευθέρωση της Ελλάδας» του Γκας ΜάιλςΚατά τη διάρκεια του 19ου αιώνα, η ανατολική Μεσόγειος βρισκόταν στο επίκεντρο της αντιπαλότητας μεταξύ της Βρετανίας και της Σοβιετικής Ρωσίας. Στις αρχές της δεκαετίας του 1940 όμως η Ελλάδα βρέθηκε υπό βρετανική επιρροή. Στο πλαίσιο αυτό η χώρα είχε στρατηγική σημασία για τη Βρετανία.
Η ανάπτυξη της Αντίστασης που συνέδεε τους κομμουνιστές με τα μικρά σοσιαλιστικά κόμματα πολύ γρήγορα προκάλεσε συναγερμό στο Βρετανικό Υπουργείο Εξωτερικών, το οποίο φοβόταν τη διείσδυση των σοβιετικών στη Μεσόγειο. Παρότι απαξιωμένη στα μάτια των Ελλήνων καθώς συνεργάστηκε με τη φασιστική δικτατορία του Ιωάννη Μεταξά (1936-1941), η ελληνική μοναρχία ήταν στα μάτια του Τσόρτσιλ η μόνη ικανή δύναμη που θα μπορούσε να εξασφαλίσει τη διατήρηση της βρετανικής κυριαρχίας.
Στο πλαίσιο αυτό, οι σύμμαχοι του Λονδίνου, του επέτρεψαν να ενεργήσει όπως ήθελε. Παρά τον «ουιλσονισμό» - ο οποίος ήταν επίσημα εχθρικός στις σφαίρες επιρροής, κυρίως όταν αυτές εμπόδιζαν την διείσδυση αμερικανικών κεφαλαίων και αμερικανικών αγαθών - ο Φράνκλιν Ρούσβελτ υποστήριξε τον Τσόρτσιλ. Όσο για τον Ιωσήφ Στάλιν, στόχος του ήταν να σταματήσει τον πόλεμο, κι έτσι επιδίωκε να αποφύγει να υπονομεύσει την εύθραυστη «μεγάλη συμμαχία» του με τις Ηνωμένες Πολιτείες και τους Βρετανούς. Επιπλέον, από τον Μάϊο του 1944, ο Τσόρτσιλ είχε αναζητήσει μια «λύση στα Βαλκάνια». Έτσι ο Στάλιν μπορούσε να το δεχτεί ακόμη πιο εύκολα καθώς ο Τσόρτσιλ του άφησε ελεύθερα τη Ρουμανία και τη Βουλγαρία.
Καθ 'όλη τη διάρκεια του πολέμου, ο Τσόρτσιλ ενδιαφερόταν ιδιαίτερα για την Ελλάδα. Ήδη από τον Μάρτιο του 1941, όταν η γερμανική απειλή στα Βαλκάνια έγινε σαφής, παρήγγειλε να σταλούν 50.000 άντρες από το στρατό του στην Ελλάδα. Αυτή η κίνηση διέκοψε την νικηφόρα βρετανική επέλαση στη Λιβύη ενώ δεν εμπόδισε την εισβολή της Βέρμαχτ στην Ελλάδα μέσα σε ένα μήνα.
Ο Βασιλιάς της Ελλάδας, Γεωργιος Β’, βρέθηκε εξορία στο Λονδίνο μαζί με την κυβέρνησή του που ήταν σε μεγάλο βαθμό η ίδια με εκείνη κατά την δικτατορία του Μεταξά. Οι ένοπλες δυνάμεις του ανασυστάθηκαν εν μέρει στην Αίγυπτο και πολέμησαν μαζί με τους Βρετανούς, οι οποίοι τις παρακολουθούσαν προσεκτικά. Πράγματι, οι Βρετανοί στρατιώτες αμφισβητούσαν ότι οι περισσότεροι από τους Έλληνες αξιωματικούς ήταν βασιλικοί.
Στην ίδια την Ελλάδα το κίνημα της αντίστασης αναπτύχθηκε τάχιστα. Το ΕΑΜ αναδείχτηκε το Σεπτέμβρη του 1941, διοργάνωσε επιβλητικές διαδηλώσεις στις μεγάλες ελληνικές πόλεις και την άνοιξη του 1942 προχώρησε στη δημιουργία του ΕΛΑΣ. Ταυτόχρονα οι πράκτορες της Βρετανικής Ειδικής Διεύθυνσης Επιχειρήσεων (SOE) - που δημιουργήθηκε από τον Τσόρτσιλ το 1940 για να πραγματοποιεί σαμποτάζ πίσω από τις γραμμές των εχθρών σε συνεργασία με τα κινήματα αντίστασης των κατεχόμενων χωρών - ανέπτυξαν τις δικές τους δραστηριότητες με σχετική αυτονομία.
Οι Βρετανοί προσπάθησαν χωρίς μεγάλη επιτυχία να ενθαρρύνουν - ή να δημιουργήσουν - ομάδες που να ανταγωνίζονται το ΕΑΜ. Αλλά οι ηγέτες των άλλων κομμάτων δεν έμπαιναν στον πειρασμό της ενεργητικής αντίστασης. Το ΕΑΜ - ΕΛΑΣ παρέμεινε ουσιαστικά η μόνη οργάνωση αντίστασης και ήταν απαραίτητο από στρατιωτικής άποψης στους Βρετανούς για τη διεξαγωγή των επιχειρήσεών τους.
Τελικά οι εκπρόσωποι του ΕΑΜ - ΕΛΑΣ κλήθηκαν στο Κάιρο τον Αύγουστο του 1943 για συζητήσεις με την εξόριστη κυβέρνηση. Εκεί οι Βρετανοί κατάλαβαν τη σημασία του ΕΑΜ αλλά και την έκταση της επιθυμίας για αλλαγή που είχε ο ελληνικό λαός. Κατά τη διάρκεια του Συνεδρίου στο Κεμπέκ (17-24 Αυγούστου 1943), ο Τσόρτσιλ είδε τις τελευταίες του ελπίδες για μια συμμαχική απόβαση στην Ελλάδα να εξαφανίζονται.
Στο μεταξύ, η πρόοδος του Κόκκινου Στρατού πέρα από τα σύνορα της ΕΣΣΔ ήταν πλέον αναμφίβολη. Ο Τσόρτσιλ πήρε τα πράγματα στα χέρια του, παρά την επιφυλακτικότητα των συμβούλων του και εμπόδισε κάθε προσπάθεια διαπραγμάτευσης με τους εκπροσώπους του ΕΑΜ. Ταυτόχρονα σε ένα σημείωμα προς τον ανώτατο διοικητή του, έγραψε αυτό που αργότερα έμελε να γίνει το σχέδιο ΜΑΝΝΑ. Το σχέδιο που είχε στόχο να σταλεί εκστρατευτικό σώμα στην Ελλάδα μετά την απόσυρση των ναζιστικών στρατευμάτων.
Από δω και πέρα, η αποστολή των Βρετανών πρακτόρων ήταν η καταστροφή του ΕΛΑΣ με κάθε διαθέσιμο μέσο. Προσπάθησαν να δωροδοκήσουν ακόμη και με χρυσό τους αντιστασιακούς. Xρηματοδότησαν τη δημιουργία μικρών ανταγωνιστικών οργανώσεων, ακόμη και ομάδων που αυτοαποκαλούνταν «εθνικιστές» και στην πραγματικότητα ήταν πρώην συνεργάτες των Γερμανών. Τοποθέτησαν τους δικούς τους άντρες εντός της κυβέρνησης καθώς στα τάγματα ασφαλείας.
Το διπλό παιχνίδι των Βρετανών που επέτρεπαν στα τάγματα ασφαλείας να ισχυρίζονται ότι εξυπηρετούν τόσο τους ίδιους, όσο και τον βασιλιά, έσπειραν τους σπόρους του εμφυλίου πολέμου ήδη από τον χειμώνα του 1943 -1944.