Anexartito elliniko kratos τελεία τζι αρ (Hellas=Greece?)
Πώς από την «ανορθουμένη Ελλάδα» του 1813 φτάσαμε στην «ανεξάρτητη Γραικία» του 1833;
Μια πρωτότυπη επισκόπηση ορισμένων άγνωστων σημείων τα οποία έκριναν την Επανάσταση και θεμελίωσαν το ελληνικό κράτος
Στέργιος Π. Ζυγούρας
“Ο ηγεμών της Γραικίας και το Γραικικόν κράτος υποχρεούνται, προ παντός άλλου εξόδου, να αφιερώσουν τας πρώτας εισπράξεις του δημοσίου ταμείου εις την πληρωμήν των τόκων και του χρεολυσίου του δανείου που εγγυήθηκαν οι τρεις δυνάμεις…” (Λονδίνο, Συνθήκη περί της Γραικικής μοναρχίας 7.5.1832, μεταξύ των τριών προστάτιδων δυνάμεων και της Βαυαρίας, άρθρο 12ο)
Τις ημέρες αυτές παρακολουθήσαμε τις
κωμικοτραγικές δηλώσεις της κυβερνητικής αριστεροδεξιάς ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ.
Δήλωσε τεθλιμμένη με τις 7.500 σελίδες που ψήφισε στο ελληνικό
Κοινοβούλιο, προτάσσοντας το γνωστό επιχείρημα: δεν ήθελε μεν, τα ψήφισε
δε υπό την ασφυκτική πίεση των “δανειστών”· αυτών που η ίδια αριστεροδεξιά πρώτα αναβάθμισε σε “θεσμούς”
και μετά ανακάλυψε την κοινωνική τους αναλγησία. Στις αυτοκαταγγελίες
πρωτοστάτησε ένας κορυφαίος θεσμός της Πολιτείας: ο πρόεδρος της Βουλής,
ο οποίος ψέλλισε κουβέντες για ψήφιση αντισυνταγματικών
διατάξεων. Είναι περιττό να συνεχίσουμε το συλλογισμό ως προς τις
συναισθηματικές προεκτάσεις του. Καλύτερα να ασχοληθούμε με την ομολογία
της συνολικής αριστερής “αυταπάτης” που ταυτόχρονα δηλώνει
πως το ελληνικό κράτος ιδρύθηκε μέσα από έναν δυτικότροπο οραματισμό,
άρα, σ’ αυτόν πρέπει να παραμείνει. Ας δούμε αν αυτό είναι το μοναδικό
ζήτημα από το οποίο απορρέουν οι δικές μας αυταπάτες. Δεξιών τε και
αριστερών.
Ποιο είναι το νόημα της φράσης “εκχώρηση εθνικής κυριαρχίας”
που εσχάτως απλώνεται και στο υπόλοιπο πολιτικό φάσμα; Η κατάργηση του
κράτους καταγγέλλεται πλέον και από τα κόμματα ΝΔ, ΠΑΣΟΚ, πρώην ΔΗΜΑΡ
και άλλων, που ακόμη δεν έχουν κυβερνήσει στην μνημονιακή επαρχία των
Βρυξελλών, η οποία λέγεται ακόμη “Ελλάδα” στο εσωτερικό της. Στο
διάστημα 2010-15 το προνόμιο της καταγγελίας ανήκε στην τσεγκεβαρική
αριστερά του Αλέξη Τσίπρα. Τότε, κυρίως οι μαρξιστές-διεθνιστές
κατήγγειλαν τον μεταπολιτευτικό δικομματισμό για εκποίηση του έθνους-κράτους.
Δηλαδή, οι διεθνιστές υπερασπίζονταν το έθνος. Ένα έθνος που το
“εκποιούσαν” οι εθνιστές. Οι τελευταίοι πάλι ασκούσαν επί δεκαετίες την
ίδια πολιτική. Αυτήν που προσδιόριζε το έθνος ως μια πολιτική ύπαρξη με
ενδεχόμενες προ-επαναστατικές πολιτισμικές καταβολές. Τόση υποκρισία από
όλους. Όλοι προσποιούνταν ότι δεν ήξεραν τι ήταν το έθνος-κράτος, πώς
και γιατί δημιουργήθηκε. Όλοι προσποιούνταν ότι δεν άκουσαν ούτε καν
αυτό που είπε η Μπενάκη στον Παπούλια το 2005.
Όποιος δεν θέλει να ζυμώσει…,
λέει μια ελληνική παροιμία και στην περίπτωση της εθνικής
κοινοβουλευτικής δημοκρατίας που η διακυβέρνηση είναι αυτοσκοπός και το ζύμωμα της αληθείας είναι ψηφοφθόρο, όλοι θέλουν να κυβερνήσουν ισχυριζόμενοι ότι θα κοσκινίσουν λιγότερο από τους αντιπάλους τους. Ανήκομεν εις την Δύσιν, ΕΟΚ και ΝΑΤΟ το ίδιο συνδικάτο,
… αλλά και greeklish προωθούσε ο εθνάρχης, Χάγη για την υφαλοκριπίδα ο
Αντρέας. Αμφότεροι πανηγύριζαν την αναλογία 7:10 και την δημοκρατία.
Είτε πίστευαν ότι οι Βυζαντινοί υποδούλωσαν τους Έλληνες, είτε πως
συνέχιζαν το έργο των Παλαιολόγων. Ίσως, όμως, τα ελαφρυντικά όλων να
είναι ισχυρά. Δυο αιώνες πέρασαν από την Επανάσταση. Τι γνωρίζουμε γι’
αυτήν;
ΛΙΓΗ ΙΣΤΟΡΙΑ και ΕΛΑΧΙΣΤΗ «ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ»
Τα έθνη-κράτη της περιοχής μας
ροκανίζονται και κατεδαφίζονται ενόψει της στροφής προς την τελική
ευθεία της παγκόσμιας κυριαρχίας και όποιος θέλει στοιχειωδώς να
κατανοήσει την προσωρινότητά τους, πρέπει να ξεχάσει για λίγο την
θλιβερή περίοδο 1974-2016 και να κοιτάξει -εξίσου στοιχειωδώς- τις
περιόδους 1824-25, 1832-33 και 1857-64. Να τις κρίνει με βάση το διεθνές
περιβάλλον και να αναρωτηθεί αν το έθνος-κράτος που ιδρύθηκε το 1830
και πρωτολειτούργησε το 1833, δημιουργήθηκε όντως από ανάγκη και βούληση
του έθνους. Κάποιου… έθνους.
Και η δεύτερη -πλέον- από τις δυο αντίθετες πλευρές (η δυτικόφιλη) παραδέχεται ότι το 1821 έγινε μια εθνική Επανάσταση.
Η διαφωνία περί του επαναστατικού γεγονότος μετατοπίστηκε στον ορισμό
του έθνους. Αυτό δεν είναι καθόλου παράδοξο, δεν είναι καν πρωτότυπο. Ο
νεωτερικός ορισμός του έθνους υπήρχε καταγραμμένος ως γενεσιουργός αιτία
της Επανάστασης από τον 19ο αιώνα. Έλεγε ότι το 1821 ήταν
ένα παράγωγο του 1789. Ότι οι Γραικοί επαναστάτησαν διψώντας για
δικαιοσύνη και ότι αυτή αποδίδεται αποτελεσματικά μόνο από το κράτος
(=έθνος) που συγκροτείται γύρω από τον πολιτικό νόμο. Όμως αυτή η
ιστορία δεν επρόκειτο να “εφαρμοστεί” στο ελληνικό κράτος. Στις αρχές
του 20ου [μετά την ίδρυση της Ε.Σ.Σ.Δ. και με δεδομένο ότι
στο ελληνικό συλλογικό ασυνείδητο το έθνος ήταν αδύνατο να ταυτιστεί με
ο,τιδήποτε εκτός της χριστιανικής παράδοσης], διαδόθηκε η θεωρία της
ταξικής Επανάστασης του 1821. Ούτε αυτό είναι παράδοξο.
Το παράδοξο ξεκίνησε μετά το 1850. Παρά την πρόοδο της ιστορικής ανάλυσης, δεν λέγονται καθαρά οι δυο ορισμοί του έθνους· ο “εθνικός” το προσδιορίζει με κριτήριο την γλώσσα και ο “υπερεθνικός” με κριτήριο την πίστη.
Ο εθνικός ορισμός λέει ότι “το έθνος γεννιέται το 1821” επειδή κάποιοι
ελληνόφωνοι της δυτικής προόδου απεφάσισαν να θεμελιώσουν μια κοινωνία
γύρω από τον δυτικό πολιτικό νόμο του έθνους-κράτους (εφαρμογή από την
συνθήκη της Βεστφαλίας, ουσιαστικά, από την απόσχιση της Αγγλίας από την
παπική Ρώμη). Ο νόμος αυτός, μέσω της διαίρεσης του δυτικού
χριστιανικού έθνους, πετύχαινε την υποβάθμιση της χριστιανικής εθνικής
ταυτότητας και την ανάδειξη της πολιτικής εθνικής ταυτότητας που
εμφανιζόταν ως γλωσσική. Ο υπερεθνικός ορισμός είναι ακόμη πιο
κρυμμένος. Στην περίπτωση του Έλληνα, από το 1821 μιλάει για
πίστη+πατρίδα, όταν το πρώτο συνθετικό είναι υπερεθνικό και το δεύτερο
εθνικό, όταν το πρώτο ορίζει και συγκροτεί το δεύτερο. Ενώ σήμερα τα
πράγματα είναι πιο απλά, η σύγχυση κυριαρχεί επειδή στο ιστορικό κομμάτι
1840-1940 κυριάρχησε ο συνειδητός συμβιβασμός και η ασυνείδητη χρήση
των εθνικών ορισμών. Αν και το έθνος ήταν αυτονόητα υπερεθνικό για τον
χριστιανό, αυτός το υπερασπιζόταν μέσω του κράτους, δηλώνοντας “Έλληνας”
στο εσωτερικό και “Γραικός” στο εξωτερικό. Έτσι, δήλωνε εθνιστής,
εθνικιστής ή εθνικόφρων αυτός που αποδεχόταν τον χριστιανισμό ως
επιμέρους γνώρισμα του έθνους-κράτους. Σήμερα ο “Χριστιανός” αδυνατεί να
αποδείξει ότι ταυτίζεται με τον υπερεθνικό “Έλληνα” που -επιτέλους-
επαναστατεί το 1821 (μετά από δυο αποτυχημένες προσπάθειες), πέρα και
πάνω από έθνη (γλωσσικά), έχοντας ως προγενέστερους αντιπάλους την
Γαλλική Επανάσταση, τον Ναπολέοντα και την Βρετανία. Αυτό ακριβώς έγινε
το 1821. Έγινε όμως ανώμαλα, υπό συνθήκες άγνωστες, ενώ η κατάληξη του
1833 και η μετέπειτα Εθνική (Μεγάλη) Ιδέα θόλωσαν το τοπίο. Παλιότερα οι
δυο τάσεις διαφωνούσαν στο ποια “Ελλάδα” αναγεννήθηκε το 1821. Σήμερα η
μια λέει ότι αναγεννήθηκε, η άλλη λέει ότι γεννήθηκε. Η ουσία της
διαφωνίας δεν αλλάζει, όμως τα ιστορικά γεγονότα δεν προκύπτουν από
συμβιβασμούς επί διαφωνιών.